Η ρωσική κωμωδία «Χόλοπ» (Ο δουλοπάροικος) έχει σπάσει μέσα σε μια εβδομάδα τα ταμεία στους ρωσικούς κινηματογράφους, καθώς έχει φθάσει να κάνεις εισπράξεις 3 δισεκατομμυρίων ρουβλίων (περίπου 30 εκατ. ευρώ). Η μοναδική ταινία που έχει υπερβεί το ποσό αυτό στους ρωσικούς κινηματογράφους ήταν η ταινία «Αβατάρ» του Τζέιμς Κάμερον, με εισπράξεις 3,6 δισεκατομμυρίων ρουβλίων.
Βασικός ήρωας της ταινίας είναι ο Γκρίσα, ο 27χρονος γιός ενός μεγαλοεπιχειρηματία, τον οποίο ο πατέρας του θέλει να διαπαιδαγωγήσει χρησιμοποιώντας μεθόδους θεραπείας σοκ. Μαζί μ’ έναν ψυχολόγο, δημιουργούν σ’ ένα εγκαταλελειμμένο χωριό της Ρωσίας, που βρίσκεται μακριά από την πόλη, την ζωή πού επικρατούσε στην Ρωσία τον 19ο αιώνα. Ο Γκρίσα ο οποίος εμπλέκεται σ’ ένα σκηνοθετημένο ατύχημα, χάνει κατά κάποιο τρόπο τη μνήμη του και μεταφέρεται στο παρελθόν και μάλιστα στο συγκεκριμένο αυτό χωριό, στο οποίο ζουν δουλοπάροικοι. Ο Γκρίσα μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα που παραπέμπει στην Ρωσία του 1860, γίνεται ιπποκόμος. Οι κάτοικοί του χωριού και όσοι τον περιβάλλουν, τον μειώνουν με κάθε τρόπο, τον μαστιγώνουν και σε κάποια στιγμή γλυτώνει ακόμη και την εκτέλεση. Αλλά στην αλλαγή του ως ανθρώπου, δεν συντελεί η βία, αλλά η αγάπη και το τι μπορεί να κάνει κάποιος για χάρη της.
Τελικά ο γιός μετά την σκληρή αυτή διαπαιδαγώγηση ευχαριστεί τον πατέρα του για όλα και ο ίδιος γίνεται ηθοποιός και υιοθετεί την βία ως μέσο διαπαιδαγώγησης.
Στην πραγματικότητα όλοι οι άνθρωποι που τον περιβάλλουν είναι ηθοποιοί, ενώ τα πόσα διαδραματίζονται στο «χωριό» βρίσκονται υπό την εποπτεία της ομάδας που διευθύνει ο ψυχολόγος, η οποία παρακολουθεί την συμπεριφορά του Γκρίσα.
Ο κύριος ήρωας της ταινίας όπως άλλωστε και οι άλλοι πρωταγωνιστές, είναι ικανός να επιβιώσει, παρότι αποτελεί μια μικρογραφία. Ο βασικός ήρωας δεν είναι απλά ο γιός του πλούσιου πατέρα (στην περίπτωση αυτή του πατέρα επιχειρηματία, αν και μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι υπάρχουν ενδείξεις για το ότι είναι γιός ενός κρατικού αξιωματούχου), αλλά είναι ένα κλασσικό «κακομαθημένο πλουσιόπαιδο», το οποίο οι θεατές δεν συμπαθούν ακόμα και όταν τιμωρείται σκληρά. «Ο «Δουλοπάροικος» είναι στην ουσία μια προφανής αναλογία της βίας ακόμη και με την σατιρική της μορφή και σ’ αυτό φαίνεται να βρίσκονται τα βασικά στοιχεία της επιτυχίας που έχει η ταινία στο κοινό. Ένα κοινό το οποίο τελικά γίνεται αλληλέγγυο όχι με τον κεντρικό ήρωα και τα βιώματα του, αλλά με εκείνους οι οποίοι τον τιμωρούν, βγάζοντας έτσι το άχτι τους με τη βία που κρύβουν μέσα τους. Όπως επισημαίνει ο κριτικός κινηματογράφου Βσεβόλοντ Κορσουνόφ, στο τέλος ο κεντρικός ήρωας εντάσσεται στον μηχανισμό βίας, γίνεται ηθοποιός σ αυτό το πείραμα και πειραματίζεται σε πραγματικούς ανθρώπους, δείχνοντας ότι η βία μεταδίδεται με την λογική της αλυσιδωτής αντίδρασης.
Η εμπορική επιτυχία της ταινίας, όπως έγραψε η εφημερίδα Vedomosti, την οποία οι δημιουργοί της δεν ανέμεναν, επιβεβαιώνει το γεγονός ότι στην ρωσική κοινωνία, φαίνεται πως υπάρχουν πολλοί περισσότεροι άνθρωποί από όσους θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος, οι οποίοι είναι πρόθυμοι να πληρώσουν για να ξεδώσουν, παρακολουθώντας στην μεγάλη οθόνη μια αυστηρή «διαπαιδαγώγηση» των πλουσιόπαιδων.
Πρωταγωνιστής είναι ο ηθοποιός Μίλος Μπίκοβιτς, ενώ παίζουν η Αλεξάντρα Μπόρτιτς, ο Ιβαν Οχλομπίστιν, ο Κιρίλ Ναγκίεφ και άλλοι.
Σκηνοθέτης της ταινίας είναι ο Κλίμα Σιπένκο και άρχισε να προβάλλεται στους κινηματογράφους στις 26 Δεκεμβρίου του 2019. H ταινία είναι παραγωγή των εταιρειών Yellow, Black & White και του όμιλου εταιρειών «ΚΙΤ» (ανήκει στην εταιρεία Gazprom-media), ενώ συμμετείχαν στην παραγωγή το ρωσικό τηλεοπτικό δίκτυο «Ρωσία1» και «Σούπερ» (της Gazprom-media). Το κόστος της ταινίας έφθασε τα 160 εκ. ρούβλια. (2 εκατομμύρια ευρώ)
Πηγή: Vedomosti