Σε μια προεκλογική συγκέντρωση στο Tucson της Αριζόνα, νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο Ντόναλντ Τραμπ παρουσίασε στους παρευρισκόμενους αρκετές από τις συνηθισμένες προεκλογικές επιτυχίες του. Ισχυρίστηκε ότι πέτυχε μια «μνημειώδη» νίκη επί της Κάμαλα Χάρις στο προεδρικό ντιμπέιτ δύο ημέρες νωρίτερα και επανέφερε τους ισχυρισμούς του ότι οι μετανάστες από την Αϊτή κλέβουν και τρώνε κατοικίδια.
Ωστόσο, ένα σημαντικό μέρος της ομιλίας του πρώην προέδρου επικεντρώθηκε στην οικονομία, δεσμευόμενος να τερματίσει το «χάος και τη μιζέρια» που βιώνουν οι Αμερικανοί υπό τη διοίκηση του Τζο Μπάιντεν. «Θα προσφέρουμε χαμηλούς φόρους, χαμηλό ενεργειακό κόστος, χαμηλά επιτόκια και χαμηλό πληθωρισμό», υποσχέθηκε. «Για να μπορούν όλοι να αγοράσουν τα βασικά είδη, αυτοκίνητο και ένα όμορφο σπίτι».
Από την έναρξη της εκστρατείας του για τη δεύτερη θητεία, ο Τραμπ έχει επικρίνει την κυβέρνηση Μπάιντεν-Χάρις λόγω της κρίσης κόστους ζωής στη χώρα. Αυτή τη φορά, από την Αριζόνα, πέρα από τις πάγιες θέσεις του, ο Τραμπ παρουσίασε μια πιο λαϊκίστικη οικονομική πολιτική ατζέντα, θέτοντας τον εαυτό του ως υπερασπιστή των συμφερόντων των απλών εργαζομένων και της εγχώριας παραγωγής.
Οι βασικοί άξονες αυτού που ο Τραμπ ονομάζει «Maganomics» περιλαμβάνουν πιο επιθετικούς δασμούς στις εισαγωγές από παγκόσμιες αγορές, κυρίως από την Κίνα, καθώς και μια αυστηρή πολιτική καταστολής της μετανάστευσης. Η ρητορική του εστιάζει παράλληλα στη μεγαλύτερη πολιτική επιρροή στις νομισματικές πολιτικές και το δολάριο.
Όπως αναφέρουν οι Financial Times σε ανάλυσή τους, «με τις δηλώσεις του Τραμπ δεν είναι πάντα εύκολο να αποκρυπτογραφήσει κανείς τι είναι σχέδιο, τι βλακεία και τι διαπραγματευτικό τέχνασμα». Όλοι οι οικονομολόγοι συμφωνούν ότι η ατζέντα του Τραμπ σημάνει μια πολύ πιο ριζική επέκταση των πολιτικών που εισήχθησαν κατά τη διάρκεια της θητείας του από το 2017 έως το 2021.
Εφόσον κερδίσει τις εκλογές και υλοποιήσει τα σχέδιά του, θα αναδιαμορφώσει θεμελιωδώς την οικονομία της Αμερικής και τη σχέση της με τον υπόλοιπο κόσμο.
Οι επικριτές, ωστόσο, προειδοποιούν ότι αυτές οι πολιτικές θα είναι εξαιρετικά επιζήμιες για την οικονομία και δεν θα βοηθήσουν τις ΗΠΑ να ανταγωνίζονται αποτελεσματικά την Κίνα. «Εάν ο Τραμπ υλοποιήσει τα μισά από όσα υπόσχεται, τα αποτελέσματα για την οικονομία των ΗΠΑ θα είναι χαοτικά και αρνητικά», υποστηρίζει ο Τζέισον Φούρμαν, πρώην οικονομολόγος του Λευκού Οίκου.
Αντιμέτωποι με αυτή την κατάσταση, οι Δημοκρατικοί σπεύδουν να δηλώσουν ότι οι προτεινόμενες πολιτικές του Τραμπ θα επιφέρουν περαιτέρω άνοδο τιμών και θα βλάψουν την οικονομία. Ο Mark Zandi της Moody’s υπογραμμίζει ότι τέτοιες φορολογικές περικοπές μπορεί να είναι αδύνατο να καλυφθούν μέσω των δασμών και ότι τα σχέδια του Τραμπ θα μπορούσαν να αυξήσουν τα ελλείμματα κατά 5,8 τρισεκατομμύρια δολάρια την επόμενη δεκαετία.