Οι πλούσιες χώρες πέτυχαν το 2022 τον στόχο τους για ετήσια κλιματική βοήθεια ύψους 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τις πιο φτωχές χώρες, ωστόσο με καθυστέρηση δύο ετών, καθώς επρόκειτο για δέσμευση που ανέλαβαν το 2019, επιβεβαίωσε σήμερα ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).
«Το 2022 οι ανεπτυγμένες χώρες παρείχαν και κινητοποίησαν συνολικά 115,9 δισεκατομμύρια δολάρια για τη χρηματοδότηση του αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής στις αναπτυσσόμενες χώρες», σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, που είναι επιφορτισμένος με την επίσημη αξιολόγηση της συμβατότητας της δέσμευσης με αυτό που υλοποιήθηκε, ενώ η δέσμευση αυτή αναμένεται να αποτελέσει προϊόν επαναδιαπραγμάτευσης ως την COP29 που θα διεξαχθεί τον Νοέμβριο στο Μπακού.
Οι πλούσιες χώρες, οι οποίες αποτελούν παραδοσιακά τους βασικούς υπεύθυνους για τις εκπομπές των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, δεσμεύτηκαν το 2019, υπό την αιγίδα της Σύμβασης του ΟΗΕ για την Καταπολέμηση της Κλιματικής Αλλαγής (CNUCC), να αυξήσουν ως το 2020 στο στρογγυλό ποσό των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων την ετήσια κλιματική τους βοήθεια και αυτό να ισχύει μέχρι το 2025.
Τα κονδύλια αυτά χρησιμοποιούνται στην πλειονότητά τους για να χρηματοδοτηθεί η απανθρακοποίηση του τομέα της ενέργειας και των μεταφορών, όπως και για να βοηθηθούν οι φτωχές χώρες να εξασφαλίσουν τον εφοδιασμό τους σε νερό, κυρίως για τη γεωργία, την αναδάσωση και εργασίες εξυγίανσης, προκειμένου να προσαρμοστούν στις συνέπειες ακραίων καιρικών φαινομένων σε έναν κόσμο κατά 1,2 βαθμό Κελσίου ζεστότερο από τα επίπεδα της προβιομηχανικής εποχής.
Ωστόσο η καθυστέρηση που υπήρξε για να τιμήσουν τη δέσμευση αυτή αποτέλεσε λόγο μεγάλης έντασης, ακόμη και αδιεξόδου, στις διεθνείς κλιματικές διαπραγματεύσεις. Αριθμός αναπτυσσόμενων χωρών εξαρτά την σταδιακή έξοδό τους από τα ορυκτά καύσιμα από τις χρηματοδοτικές προσπάθειες των πλούσιων χωρών, κάτι το οποίο θεωρείται «ηθικό χρέος».
Η επίτευξη συμφωνίας για το νέο ύψος της βοήθειας αυτής που θα χορηγείται μετά το 2025 αποτελεί το βασικό αποτέλεσμα που αναμένεται από την 29η Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα που θα διεξαχθεί τον Νοέμβριο υπό την προεδρία φέτος του Αζερμπαϊτζάν.
Ό,τι κι αν αποφασιστεί, το ποσό θα παραμείνει πολύ πιο κάτω από αυτό που χρειάζεται, το οποίο υπολογίζεται σε 2.400 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως ως το 2030 για τις αναπτυσσόμενες χώρες (με εξαίρεση την Κίνα), σύμφωνα με υπολογισμό ειδικών του ΟΗΕ. Ωστόσο υποτίθεται ότι πρόκειται για ένα γεωπολιτικό σήμα που επηρεάζει την υπόλοιπη παγκόσμια οικονομία.
Η Ινδία πρότεινε νέο στόχο 1.000 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ωστόσο η αύξηση αυτή θεωρείται προκλητική από τις ανεπτυγμένες χώρες, οι οποίες τονίζουν το βάρος που φέρουν άλλες χώρες, όπως η Κίνα ή οι χώρες του Κόλπου, στον παγκόσμιο απολογισμό των εκπομπών των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου.
– «Προπέτασμα καπνού» –
Συγκεκριμένα, η κλιματική βοήθεια των πλούσιων χωρών, ύψους 89,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων αυξήθηκε κατά 30% το 2022, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, ο οποίος χαιρέτισε «μια πολύ σημαντική αύξηση, τη μεγαλύτερη σε ένα έτος», που ξεπέρασε τις προβλέψεις του.
Τον Νοέμβριο, πριν από την COP28 του Ντουμπάι, ο ΟΟΣΑ είχε ανακοινώσει ότι ο στόχος των 100 δισεκατομμυρίων είχε «μάλλον επιτευχθεί» το 2022, αλλά δεν διέθετε ακόμη τελικό απολογισμό.
«Απομένει να καλυφθεί ένα κενό χρηματοδότησης 11,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων για να αντισταθμιστεί το γεγονός ότι ο στόχος δεν είχε επιτευχθεί το 2020 και το 2021», σημείωσε ωστόσο η Φριντερίκε Ρέντερ, αντιπρόεδρος της μη κυβερνητικής οργάνωσης Global Citizen.
«Μεγάλο μέρος των κονδυλίων αυτών είναι δάνεια» (69%) «κι όχι επιδοτήσεις» (28%) «και συχνά συνδυάζονται με υπάρχουσες βοήθειες, πράγμα που θολώνει τα όρια της πραγματικής οικονομικής βοήθειας», υπογράμμισε επίσης ο Χαρζίτ Σινγκ της Climate Activist.
«Δεν πρόκειται μόνον για αριθμούς, αλλά για ακεραιότητα και πραγματική υποστήριξη: οι πλούσιες χώρες θα πρέπει να δράσουν επειγόντως, να διαλύσουν αυτά τα προπετάσματα καπνού και να προσφέρουν πραγματική και ουσιαστική οικονομική υποστήριξη», προειδοποίησε.
Το βασικό μέρος της βοήθειας αυτής (80%) προέρχεται από δημόσιο χρήμα που δαπανάται μέσω αναπτυξιακών τραπεζών, το υπόλοιπο προέρχεται κυρίως από ιδιωτική χρηματοδότηση που αποδεσμεύεται από αυτά τα δημόσια κεφάλαια. Περίπου 70 δισεκατομμύρια δολάρια των χρηματοδοτήσεων αυτών πηγαίνουν στην μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου, 32 δισεκατομμύρια στην προσαρμογή στις ήδη καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και τα υπόλοιπα και στα δύο.