Ο νέος υπουργός Δικαιοσύνης της Ιαπωνίας, Χιντέκι Μακιχαρά, δήλωσε ότι η κατάργηση της θανατικής ποινής στη χώρα θα ήταν «ανάρμοστη», μια εβδομάδα μετά την αθώωση άνδρα που είχε περάσει 46 χρόνια υπό κράτηση περιμένοντας τη θανάτωσή του.
Η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ είναι οι μόνες χώρες της G7 όπου εξακολουθεί να εφαρμόζεται η θανατική ποινή. Στο αρχιπέλαγος, μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης τάσσεται υπέρ της επιβολής της, όπου πολύ σπάνια συζητείται το ενδεχόμενο κατάργησής της.
Η θανατική ποινή, που εκτελείται με τη μέθοδο του απαγχονισμού στην Ιαπωνία, έχει επικριθεί για την απανθρωπιά της. Οι καταδικασμένοι συνήθως πληροφορούνται μόλις μερικές ώρες προτού οδηγηθούν στην αγχόνη. «Θα ήταν ανάρμοστο να καταργηθεί η θανατική ποινή, καθώς συνεχίζουν να διαπράττονται ιδιαζόντως ειδεχθή εγκλήματα», δήλωσε ο Χιντέκι Μακιχαρά σε δημοσιογράφους, την επομένη του διορισμού του από τον νέο πρωθυπουργό, Σιγκέρου Ισίμπα.
Υποσχέθηκε ότι θα είναι «προσεκτικός» πριν από την εκτέλεση οποιουδήποτε θανατοποινίτη.
Την περασμένη εβδομάδα, ο Ιουάο Χακαμάντα, 88 ετών, αθωώθηκε από δικαστήριο σε νέα δίκη για τετραπλή δολοφονία, υπόθεση για την οποία είχε καταδικαστεί το 1968 και είχε περάσει 46 χρόνια σε κελί μελλοθάνατου.
Ο δικαστής έκρινε ότι τα στοιχεία εναντίον του Χακαμάντα ήταν «κατασκευασμένα» και οι ανακρίσεις στις οποίες υπεβλήθη «απάνθρωπες», ενώ του επιβλήθηκε «σωματικός και ψυχικός πόνος» προκειμένου να αποσπαστεί «εξαναγκαστικά» ομολογία ενοχής.
Ο Χακαμάντα είναι μόλις ο πέμπτος καταδικασμένος σε θάνατο που εξασφάλισε το δικαίωμα να εκδικαστεί η υπόθεσή του εκ νέου μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τις προηγούμενες τέσσερις αποφάσεις να είναι επίσης αθωωτικές.
Η πιο πρόσφατη εκτέλεση θανατοποινίτη στην Ιαπωνία, 39χρονου που είχε καταδικαστεί για τον φόνο επτά ανθρώπων στην πρωτεύουσα Τόκιο, ανάγεται στο 2022.