Ο Ρώσος ιστορικός Γιούρι Ντμίτριεφ, γνωστός για τις έρευνές του που αφορούσαν τα θύματα των σταλινικών διώξεων, κατηγορήθηκε εκ νέου για παιδεραστία και κατοχή υλικού παιδικής πορνογραφίας, τρεις μήνες αφότου αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους για το ίδιο αδίκημα.
Ο Ντμίτριεφ κατηγορείται για διάπραξη «βίαιων σεξουαλικών πράξεων κατά ανηλίκου κάτω των 14 ετών» το διάστημα 2012 και 2016 με θύμα την υιοθετημένη κόρη του, σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων Ιντερφάξ. Επικεφαλής του τμήματος της γνωστής οργάνωσης προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων «Memorial» στην Καρελία, ο Ντμίτριεφ αντιμετωπίζει ποινή έως και 20 χρόνια φυλάκισης.
Ο ιστορικός αθωώθηκε πρωτόδικα στις αρχές Απριλίου καθώς είχε κατηγορηθεί ότι εκμεταλλεύονταν τη θετή του κόρη για να παράγει πορνογραφικό υλικό. Την κατηγορία αυτή διέψευσε κατηγορηματικά o ίδιος ισχυριζόμενος ότι φωτογράφιζε ένα μέρος του σώματος της, ώστε να παρουσιάσει τις φωτογραφίες στην αρμόδια επιτροπή που ασχολείται με ζητήματα κηδεμονίας.
Ο 62χρονος ιστορικός, ο οποίος είχε τεθεί ένα χρόνο υπό κράτηση, κρίθηκε παρ’ όλα αυτά ένοχος για παράνομη κατοχή όπλων και αφέθηκε ελεύθερος υπό δικαστική εποπτεία. Τότε η θετή του κόρη Εκατερίνα Ντμίτριεβα είχε δηλώσει ότι όλες οι κατηγορίες ήταν ψεύτικες και ήταν ευτυχισμένη που αυτό αποδείχθηκε στο δικαστήριο. Όμως, στα μέσα Ιουνίου το Ανώτατο Δικαστήριο της Καρελίας όπου διεξήχθη η δίκη, ακύρωσε την απόφαση και έστειλε πάλι στα δικαστήρια την υπόθεση. Μια εβδομάδα μετά τη νέα τροπή ο Ντμίτριεφ τέθηκε πάλι υπό κράτηση προκαλώντας ανησυχία στους κόλπους των ανθρωπιστικών οργανώσεων οι οποίες καταγγέλλουν ότι η νέα δίωξη γίνεται για να τον εκφοβίσουν και του κλείσουν το στόμα.
Για σχεδόν 30 χρόνια, ο Γιούρι Ντμίτριεφ κατέγραψε μία λίστα με 40.000 ονόματα αυτών που εκτελέστηκαν και απελάθηκαν στην Καρελία κατά τη διάρκεια της σταλινικής τρομοκρατίας. Επίσης είναι αυτός που ανακάλυψε έναν από τους μεγαλύτερους μαζικούς τάφους στην περιοχή, στο Σανταρμόκ, όπου τουφεκίσθηκαν περίπου 9.000 άνθρωποι.
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP, και με στοιχεία από το ρωσικό πρακτορείο Interfax