Επιφανείς πολιτικοί αξιωματούχοι, μεταξύ αυτών και οι δύο υποψήφιοι για την ηγεσία του κυβερνώντος Συντηρητικού Κόμματος, ένωσαν τις φωνές τους σήμερα με τους δημοσιογράφους που άσκησαν δριμεία κριτική στην αστυνομία, η οποία προειδοποίησε τα ΜΜΕ να μην δημοσιεύουν απόρρητα κυβερνητικά έγγραφα, στον απόηχο του διπλωματικού σκανδάλου με την εμπλοκή του πρέσβη της Βρετανίας στις ΗΠΑ.
Μπροστά στην κατακραυγή, ωστόσο, η Μητροπολιτική Αστυνομία του Λονδίνου υπεραμύνθηκε της προειδοποίησης που απηύθυνε.
Βρετανοί πολιτικοί, μεταξύ αυτών οι Μπόρις Τζόνσον και Τζέρεμι Χαντ, επέκριναν σήμερα με σφοδρότητα την αστυνομία και προασπίστηκαν την ελευθερία του Τύπου.
Την ίδια ώρα, ο Ίαν Μάρεϊ, ο επικεφαλής της Ένωσης Εκδοτών της Βρετανίας, καταδίκασε με τη σειρά του την προειδοποίηση αυτή, περιγράφοντάς την, σε μια ανακοίνωση που εξέδωσε, ως το «είδος της προσέγγισης που θα περιμέναμε από ολοκληρωτικά καθεστώτα, όπου τα ΜΜΕ θεωρούνται ως κάτι περισσότερο από ένα πειθήνιο σκέλος της κυβέρνησης».
Ο Τζορτζ Όζμπορν, πρώην υπουργός Οικονομικών και αρχισυνάκτης στη London Evening Standard, μίλησε για μια «πολύ ανόητη και άστοχη ανακοίνωση από έναν κατώτερο αξιωματικό που δεν φαίνεται να καταλαβαίνει και πολλά σχετικά με την ελευθερία του Τύπου».
Ο υπουργός Υγείας Ματ Χάνκοκ έγραψε στο Twitter ότι «το να απειλείται η ελευθερία του Τύπου είναι ένας επικίνδυνος δρόμος για να ακολουθήσει κανείς».
Η Μητροπολιτική Αστυνομία ανακοίνωσε χθες ότι ξεκίνησε ποινική έρευνα για τη διαρροή των διπλωματικών εγγράφων, που οδήγησε στην παραίτηση την Τετάρτη του πρέσβη Κιμ Ντάρος, ο οποίος είπε ότι κατέστη «αδύνατο» για εκείνον να κάνει τη δουλειά του.
Ο αναπληρωτής επίτροπος της αστυνομίας Νιλ Μπάσου είπε ότι η διαρροή ισοβαθμεί με παραβίαση του Νόμου περί κρατικών απορρήτων (OSA) καλώντας όποιον είναι υπεύθυνος για τη διαρροή να παραδοθεί στις αρχές. Πρόσθεσε επίσης ότι η δημοσιοποίηση πρόσθετων εγγράφων «ενδέχεται να είναι ποινικό αδίκημα».
Σήμερα, μετά τον σάλο που προκλήθηκε, ο Μπάσου απάντησε ότι «σέβεται τα δικαιώματα των ΜΜΕ» κι ότι δεν είχε «καμία πρόθεση να αποτρέψει τους αρχισυντάκτες από το να δημοσιεύουν άρθρα προς το δημόσιο συμφέρον».
Ωστόσο, επέμεινε στην προειδοποίηση που είχε απευθύνει νωρίτερα, λέγοντας ότι η αστυνομία έλαβε νομικές συμβουλές ότι η «δημοσίευση αυτών ειδικά των εγγράφων… θα μπορούσε να αποτελέσει ποινικό αδίκημα κι ότι δεν συνάδει με το δημόσιο συμφέρον».
Ο Τζέρεμι Χαντ, που είναι επίσης και υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, έγγραψε νωρίτερα στο Twitter ότι η αστυνομία έπραξε σωστά αποφασίζοντας να ξεκινήσει έρευνα για το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για τη διαρροή.
Πρόσθεσε, όμως: «Θα υπερασπιστώ στο μέγιστο βαθμό το δικαίωμα του Τύπου να δημοσιεύει αυτές τις διαρροές, εφόσον περιέρχονται στην κατοχή του και κρίνεται πως γίνεται προς το δημόσιο συμφέρον, αυτή είναι η δουλειά του».
Ο Τζόνσον, το φαβορί για τη διαδοχή της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι, εξέδωσε σήμερα μια ανακοίνωση στο ίδιο κλίμα, όπως μεταδίδει το British Press Association.
«Δεν μπορεί κατά διάνοια να είναι σωστό ότι οι εφημερίδες ή οποιοσδήποτε άλλος δημοσιογραφικός οργανισμός που δημοσιεύει τέτοιου είδους υλικό να βρίσκεται αντιμέτωπο με το ενδεχόμενο δίωξης» υπογράμμισε, σημειώνοντας ότι τα έγγραφα που διέρρευσαν, αν και προκάλεσαν πολιτική αμηχανία, δεν συνιστούν απειλή στην εθνική ασφάλεια της Βρετανίας.
Από την πλευρά του ο Τζέρεμι Κόρμπιν, ο ηγέτης του αντιπολιτευόμενου Εργατικού Κόμματος, κράτησε μια πιο προσεκτική στάση έναντι της αστυνομίας, επισημαίνοντας ότι η διαρροή ήταν «μια ξεκάθαρη διαρροή πληροφοριών που θα έπρεπε να έχουν παραμείνει απόρρητες» κι ότι αποτελεί μια «φυσιολογική διαδικασία» η αστυνομική παρέμβαση.
Εντούτοις, συμπλήρωσε: «Η ελευθερία του Τύπου είναι φυσικά ζωτικής σημασίας. Υπάρχουν κανόνες γύρω από αυτό και σημαντικές δικλείδες προστασίας για τους δημοσιογράφους που προβαίνουν σε αποκαλύψεις και αυτό είναι το σωστό πράγμα που κάνουν» τόνισε ο ίδιος στο περιθώριο μιας εκδήλωσης στο Ντέρχαμ, σύμφωνα με το Press Association.