Σκιές αντιπαράθεσης στη μνήμη του Ολοκαυτώματος

Σκιές αντιπαράθεσης στη μνήμη του Ολοκαυτώματος

Στις 27 Ιανουαρίου η διεθνής κοινότητα τιμά, για μία ακόμη χρονιά, τη μνήμη των θυμάτων του Ολοκαυτώματος. Στη Γερμανία η σχετική συζήτηση θεωρείται σημαντική, αλλά επισκιάζεται από αντιπαραθέσεις.

“Όποιος δεν θυμάται την ιστορία του, είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει” έγραφε ο Ισπανοαμερικανός φιλόσοφος Τζωρτζ Σανταγιάνα. Αυτή η ρήση αναγράφεται πλέον, ως προειδοποίηση, στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς. Ήταν 27 Ιανουαρίου του 1945 όταν ο σοβιετικός στρατός μπήκε στο Άουσβιτς, απελευθερώνοντας τους τελευταίους επιζώντες κρατούμενους: Εβραίοι, Ρομά, ομοφυλόφιλοι, άτομα με ειδικές ανάγκες ή κρατούμενοι που υποχρεώθηκαν σε αναγκαστική εργασία είχαν ζήσει τη φρικαλεότητα του Άουσβιτς. Πάνω από ένα εκατομμύριο Εβραίοι έχασαν τη ζωή τους εκεί.

Στη Γερμανία η διατήρηση της ιστορικής μνήμης θεωρείται καθήκον της πολιτείας. Αλλά και το ενδιαφέρον του κόσμου για τα ιστορικά γεγονότα παραμένει αμείωτο. Κάθε χρόνο οι εγκαταστάσεις των παλαιών στρατοπέδων συγκέντρωσης, καθώς και άλλοι χώροι μνήμης, καταγράφουν ρεκόρ επισκεπτών. Ωστόσο, εκπρόσωποι εβραϊκών οργανώσεων κάνουν λόγο για “νέο αντισημιτισμό”.

Ο Μερόν Μέντελ, διευθυντής του Κέντρου Άννα Φρανκ στη Φρανκφούρτη, υποστηρίζει ότι “εξασθενεί η προσπάθεια για την καταπολέμηση του αντισημιτισμού”. Ο ισχυρισμός αυτός φαίνεται να επιβεβαιώνεται σε πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (FRA), η οποία καταγράφει περισσότερα κρούσματα εχθρικής συμπεριφοράς απέναντι σε Εβραίους στη Γερμανία το 2018.

Ανησυχία για την AfD

Αυτό που προκαλεί ιδιαίτερο προβληματισμό είναι οι δηλώσεις στελεχών του ακροδεξιού κόμματος “Εναλλακτική για τη Γερμανία” (AfD). Τον περασμένο Ιούνιο ο συμπρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος, Αλεξάντερ Γκάουλαντ, ισχυριζόταν ότι “ο Χίτλερ και οι ναζί δεν είναι παρά μία κουτσουλιά σε μία επιτυχημένη γερμανική ιστορία, που αριθμεί περισσότερα από 1.000 χρόνια”.

Όσο για τον επικεφαλής της AfD στη Θουριγγία, Μπιορν Χέκε, υποστηρίζει ότι “απαιτείται στροφή 180 μοιρών στον τρόπο με τον οποίο προσλαμβάνουμε την ιστορία”. Από την πλευρά του, ο ιστορικός Βόλφγκανγκ Μπεντς δεν θεωρεί ότι ο αντισημιτισμός έχει γίνει και πάλι “του συρμού”, καθώς, όπως επισημαίνει, οι ισχυρισμοί των Γκάουλαντ και Χέκε είχαν προκαλέσει αισθητή αγανάκτηση στη γερμανική κοινή γνώμη. Αλλά ποιός είναι, σε τελική ανάλυση, ο “ενδεδειγμένος” τρόπος για να θυμόμαστε την ιστορία;

Μέχρι τη δεκαετία του ’60 οι φρικαλεότητες του πολέμου καλύπτονταν από πέπλο σιωπής. Κανείς δεν ήθελε να αναλογιστεί τα εγκλήματα, τις ενοχές, τις παραλείψεις του παρελθόντος. Αλλά η γενιά του ’68, η γενιά της αμφισβήτησης, άρχισε να θέτει ερωτήματα για τις φρικαλεότητες του πολέμου. Σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα προβλήθηκε στην τότε Δυτική Γερμανία η δραματική αμερικανική σειρά “Το Ολοκαύτωμα”.

Περισσότεροι από 20 εκατομμύρια τηλεθεατές είχαν καθηλωθεί στις οθόνες τους, η τηλεθέαση πλησίαζε το 40%. Ήταν η πρώτη φορά που η τηλεοπτική αφήγηση δεν εστίαζε στους θύτες, αλλά στα θύματα των στρατοπέδων συγκέντρωσης. “Ήταν μία τηλεοπτική σειρά που δημιούργησε εκείνη την εποχή, για πρώτη φορά, ένα είδος συγκροτημένης συλλογικής μνήμης για το Ολοκαύτωμα στη Γερμανία”, υποστηρίζει ο Βέρνερ Γιούνγκ, διευθυντής του Κέντρου Τεκμηρίωσης του Εθνικοσοσιαλισμού στην Κολωνία.

Λίγο αργότερα η γερμανική Ομοσπονδιακή Βουλή αποφάσιζε, με ισχνή πλειοψηφία, ότι τα εγκλήματα των ναζί δεν υπόκεινται σε παραγραφή. Αλλά υπήρχαν και έντονες αντιδράσεις. Ο διευθυντής του τηλεοπτικού σταθμού WDR, Γκύντερ Ρόρμπαχ, δεχόταν απειλές για τη ζωή του. Άγνωστοι κατέστρεψαν πομπούς του σταθμού σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Κάποιοι ισχυρίζονταν ότι η προβολή της σειράς “υποκινεί μίση” στη γερμανική κοινωνία, ενώ άλλοι διαμαρτυρόμενοι, αριστερής πολιτικής κατεύθυνσης, επέκριναν το τηλεοπτικό προϊόν με διαφορετικά κριτήρια, θεωρώντας ότι απλώς παραπέμπει σε χολυγουντιανό μελόδραμα.

Τη δική του άποψη για την αξία της ιστορικής μνήμης κατέθεσε ο συγγραφέας Μάρτιν Βάλσερ το 1998, προκαλώντας και εκείνος θύελλα αντιδράσεων. Κατά την άποψή του, εκδηλώνεται μία “εργαλειοποίηση του Άουσβιτς”, ενώ η συνεχής υπενθύμιση της ηθικής ευθύνης του Ολοκαυτώματος θα έχει αντίθετο αποτέλεσμα από το επιδιωκόμενο.

Τί γίνεται όταν εκλείψουν οι αυτόπτες μάρτυρες;

Το ζήτημα είναι πώς μπορεί να συναντηθεί η ιστορική μνήμη των ίδιων των Εβραίων και όλων των άλλων. Στην τελευταία Χανουκά, παραδοσιακή εορτή των Εβραίων, παρεμφερή με την ορθόδοξη Γιορτή των Φώτων, ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ προσήλθε στους εορτασμούς που έγιναν στο Βερολίνο και εξέφρασε την ανησυχία του για το ενδεχόμενο “να χαθεί η ιστορική μνήμη”.

Δεν έλειψαν βεβαίως και οι αισιόδοξες φωνές: “Εδώ ζούμε, εδώ θα μείνουμε”, επισημαίνει η πρώην πρόεδρος του Κεντρικού Εβραϊκού Συμβουλίου της Γερμανίας, Σαρλότ Κνόμπλοχ. “Η ιστορική μνήμη είναι ανεξάρτητη από τους αυτόπτες μάρτυρες, επομένως όταν εκλείψουν εκείνοι δεν εκλείπει και η επίγνωση των ιστορικών δεδομένων”, εκτιμά ο ιστορικός Βέρνερ Μπεντς.

Την κεντρική ομιλία για την ημέρα μνήμης του Ολοκαυτώματος καλείται να εκφωνήσει στο γερμανικό κοινοβούλιο ο Ισραηλινός ιστορικός Σαούλ Φρίντλεντερ. “Κάποτε θα διαβάζουμε βιβλία για το Τρίτο Ράιχ ή το Ολοκαύτωμα κατά τον ίδιον τρόπο που διαβάζουμε σήμερα τα Απομνημονεύματα περί Γαλατικού Πολέμου του Ιουλίου Καίσαρα”, είχε αποφανθεί παλαιότερα ο 86χρονος ιστορικός.

Πηγή: Deutsche Welle

Loading

Play