Όνειρο απατηλό φαντάζει για τους περισσότερους νέους/νέες σήμερα η ιδέα να μείνουν μόνοι/μόνες τους, με την πλειοψηφία να κάνει λόγο για απλησίαστα ενοίκια και μισθούς που δε μπορούν με τίποτα να αντέξουν το κόστος ζωής.
Γράφει η Βαλάντου Γιαννακούδη
Επτά νέα άτομα που μένουν με τους δικούς τους μίλησαν στην Politic σκιαγραφόντας τους λόγους που τους αποτρέπουν από το «επόμενο βήμα», ενώ περιέγραψαν και τις συνθήκες της συγκατοίκησης με τους γονείς. Το γεγονός πως όλο και περισσότεροι νέοι/νέες δυσκολεύονται να ανοίξουν τα φτερά τους, έρχεται να επιβεβαιώσει νέα πρόσφατη έρευνα της Eurostat που αποκαλύπτει πως το 71,9% των Ελλήνων (επτά στους δέκα) της ηλικιακής ομάδας 18-43 ετών «κοιμούνται» στο παιδικό τους δωμάτιο με την Ελλάδα να λαμβάνει τη 2η θέση στην Ευρώπη. Μάλιστα, όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη τα άτομα 18-34 ετών φεύγουν από το οικογενειακό τους σπίτι στα 26,5 έτη, στην Ελλάδα το τολμούν στα 30,7 έτη.
«Δυσκολεύτηκα να βρω σπίτι. Πολλοί ιδιοκτήτες με απέρριπταν» αναφέρει ο 31χρονος Γεώργιος, που μόλις έπιασε το πρώτο του σπίτι και εργάζεται ως προγραμματιστής.
«Μέχρι και πριν από λίγες μέρες έμενα στο οικογενειακό μου σπίτι στη Θεσσαλονίκη. Δεν έχω μετακομίσει ξανά. Είχα φύγει απλώς για μικρό χρονικό διάστημα Αθήνα για επαγγελματικούς λόγους. Όταν ήμουν φοιτητής θα μπορούσα να βρω μία εργασία και να πάω να μείνω μόνος μου. Αποφάσισα, όμως, να αφιερωθώ στη σχολή μου χωρίς περισπασμούς και έτσι παρέμεινα στο σπίτι μου. Ακολούθησε ο στρατός, έπειτα μια δουλειά χωρίς σταθερότητα, και κορυφώθηκε η ανασφάλεια με την έλευση της πανδημίας.
Πλέον, είμαι απαλλαγμένος από υποχρεώσεις και εργάζομαι σε έναν αναπτυσσομένο κλάδο με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις αποδοχές μου, γεγονός που με βοήθησε στο να νοικιάσω το πρώτο μου σπίτι αρχές του Νοεμβρίου. Αποφάσισα να μείνω μόνος μου είναι για λόγους ανεξαρτησίας. Να υπάρχει η άνεση, ο χώρος και ο χρόνος να κινηθώ ελεύθερα μέσα στο σπίτι.
Η αλήθεια είναι πως δυσκολεύτηκα να βρω διαμέρισμα. Παρόλο που έχω μια καλή και σταθερή εργασία ως προγραμματιστής, πολλές φορές οι ιδιοκτήτες των ακινήτων με απέρριπταν καθότι, όπως έλεγαν, προτιμούσαν φοιτητές και δη φοιτήτριες, προκειμένου να εξασφαλίσουν πως τουλάχιστον για 4 χρόνια δε θα χρειαστεί να αναζητήσουν άλλον ενοικιαστή. Επίσης, συχνά με απέρριπταν διότι έχω κατοικίδιο. Αυτά συνέβαιναν στα λιγοστά σπίτια που ήταν σε καλή κατάσταση και εξυπηρετούσαν τα βασικά μου κριτήρια για ένα αξιοπρεπές σπίτι. Για παράδειγμα, θεωρώ αδιανόητο να νοικιάζονται ημιυπόγεια, λόφτ (πρώην καταστήματα) και πολύ παλιά σπίτια σε εξωφρενικές τιμές.
«Πιο ρεαλιστικό είναι να συγκατοικήσω, ωστόσο πιο ιδανικό είναι να μείνω μόνη μου» τονίζει η 28χρονη Ιόλη που εργάζεται ως ιδιωτική υπάλληλος στην Αθήνα.
«Εξακολουθώ να μένω με τους γονείς μου σε διαμέρισμα της Αθήνας και μπορώ να πω πως το γεγονός αυτό μου δημιουργεί ανάμεικτα συναισθήματα, τόσο θετικά όσο και δυσάρεστα. Με άλλα λόγια, είναι κάτι που υποχρεούμαι να θέλω. Ναι, οκ θέλω να μείνω μόνη μου αλλά δεν υπάρχει η οικονομική δυνατότητα, έτσι όπως είναι η οικονομική κατάσταση για τους/τις περισσότερους/ες νέους/ες σήμερα.
Η αλήθεια είναι πως το τελευταία διάστημα με απασχολεί έντονα η σκέψη να ζήσω μόνη μου και να τολμήσω το επόμενο βήμα. Νιώθω ότι πλέον χρειάζομαι τον προσωπικό μου χώρο. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πιέζομαι, απλώς είμαι σε μία φάση της ζωής μου που η -ας την πούμε- οικογενειακή γκρίνια έχει αρχίσει να με κουράζει. Θέλω τα πράγματα να κινούνται με τον δικό μου ρυθμό, στους δικούς μου χρόνους. Κάτι τέτοιο σε μια συγκατοίκηση και ειδικά με τους γονείς, δεν είναι πάντα εφικτό, καθώς οι ανάγκες είναι διαφορετικές.
Στα πλεονεκτήματα του να μένω με τους γονείς μου συγκαταλέγεται σίγουρα το γεγονός ότι δεν έχω τόσα έξοδα όσα θα είχα σε μία δική μου κατοικία. Επίσης μπορώ να επενδύσω -έστω και λιγοστά- στην αποταμίευση. Αντικειμενικά μιλώντας ένας βασικός μισθός ή έστω και ελαφρώς καλύτερος δε φτάνει για να «πιάσεις» σπίτι στην Αθήνα όπου μένω.
Τα περισσότερα άτομα από τον περίγυρό μου μένουν με τους δικούς τους για οικονομικούς λόγους.
Πιο ρεαλιστικό είναι να συγκατοικήσω, ωστόσο πιο ιδανικό είναι να μείνω μόνη μου.
Όταν παίρνεις βασικό μισθό 800 ευρώ και τα ενοίκια για ένα σπίτι 40 τμ εναι 500 και 600 ευρώ στην Αθήνα και μάλιστα τρώγλες – για να το πω απλά – δε μπορείς να μείνεις σε δικό σου σπίτι.
Γενικά, αυτό που παρατηρώ να επικρατεί γύρω μου είναι μια απαισιόδοξη εικόνα για το μέλλον. Είμαστε μια γενιά που υποτίθεται θα έπρεπε να είμαστε πιο μπροστά απ’ όλες. Η ακρίβεια έχει πάει στον Θεό. Προσπαθούμε να ενταχθούμε σε ένα κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο που η ίδια η κυβέρνηση δεν ευνοεί. Μας λένε “πάνε ζήσε μόνος/η σου”, αλλά ξεχνάνε να μας πούνε τον τρόπο που αυτό μπορεί να γίνει εφικτό.
«Με μια πρόχειρη σκέψη νομίζω ότι μόλις ένας στους πέντε (1/5) από τον περίγυρό μου ζει μόνος του» λέει ο 28χρονος Γιώργος που εργάζεται ως ιδιωτικός υπάλληλος και κατοικεί στο οικογενειακό του σπίτι στη Θεσσαλονίκη.
«Η παραμονή μου στο σπίτι είναι αποτέλεσμα ανάγκης και όχι επιλογής. Δυστυχώς παρότι σε λίγο καιρό κλείνω τα 29 μου χρόνια δεν έχω καταφέρει να μείνω μόνος μου σε σπίτι. Αυτό οφείλεται στις πολύ υψηλές τιμές των ενοικίων σε συνάρτηση με τους χαμηλούς μισθούς που δίνονται ως επί το πλείστον στην αγορά εργασίας. Θα ήθελα πολύ να μείνω μόνος μου, μόλις βρω έναν μισθό που να μου εξασφαλίζει ότι θα μπορώ να επιβιώσω χωρίς να σκέφτομαι και το τελευταίο ευρώ κάθε μήνα.
Σίγουρα το παιδικό δωμάτιο αποτελεί έναν χώρο με πολλές αναμνήσεις πολλών ετών. Σίγουρα όμως ήταν ένας ιδανικός χώρος για την περίοδο που ήμουν ανήλικος. Δυστυχώς τώρα δεν καλύπτει τις ανάγκες μου και τις απαιτήσεις που έχω από τον εαυτό μου σε ό,τι έχει να κάνει με τον λεγόμενο «δικό» μου χώρο.
Θέλω πολύ να μείνω μόνος μου. Το έχω ουσιαστικά σαν όνειρο ζωής.
Θέλω τον δικό μου χώρο, την ηρεμία μου και να μπορώ να κάνω διάφορα πράγματα χωρίς να φοβάμαι ότι θα «ενοχλήσω» την οικογένειά μου.
Από τον περίγυρό μου βλέπω ότι τα περισσότερα άτομα της ηλικίας μου είτε μένουν με την οικογένειά τους, είτε συγκατοικούν με τον/την σύντροφό τους. Είναι αρκετά σπάνιο να ακούσω κάποιον ή κάποια να ζει μόνος/μόνη. Με μια πρόχειρη σκέψη νομίζω ότι 1/5 ζει μόνος του.
Γενικότερα, θεωρώ ότι είναι πολύ δύσκολο για ένα νέο άτομο να τολμήσει να ζήσει μόνο του. Τα ενοίκια, ακόμα και για σπίτια 50+ ετών είναι πλέον σε δυσθεώρητα ύψη. Δύσκολα βρίσκεις σπίτι κάτω από 400 ευρώ, την ώρα που ο κατώτατος μισθός είναι στα 670 ευρώ. Είναι πρακτικά αδύνατο κάποιος/α με κατώτατο μισθό να μείνει ακόμα και σε στούντιο 20τμ, με βάση τις τιμές της εποχής. Φυσικά είναι εφικτό αν έχει δεύτερη δουλειά ή αν έχει βοήθεια από την οικογένειά του. Σε διαφορετική περίπτωση είναι αδύνατο βάσει αριθμών. Μιλάμε για μία ζοφερή πραγματικότητα, με νέους ανθρώπους να εργάζονται επί σειρά ετών χωρίς να μπορούν να ζήσουν μόνοι τους και να ανοίξουν πραγματικά τα φτερά τους. Επίσης, μείζον ζήτημα αποτελεί και το εργασιακό κομμάτι (πέραν του καθαρά μισθολογικού), αφού σε πολλούς κλάδους εντοπίζονται προβλήματα με καθυστερήσεις πληρωμών, με την αβεβαιότητα για το «αύριο» να είναι έντονη.
«Ξαναγύρισα στο οικογενειακό μου σπίτι στα 33 μου», λέει η 34χρονη σήμερα Βασίλεια που κατοικεί στη Θεσσαλονίκη.
«Είχα φύγει από το οικογενειακό μου σπίτι στα 31 μου χρόνια για να συγκατοικήσω με τον σύντροφό μου. Ωστόσο, δύο χρόνια αργότερα αναγκάστηκα να επιστρέψω στο οικογενειακό μου σπίτι βεβιασμένα καθώς ο ιδιοκτήτης το ήθελε για ιδιοκατοίκηση μην αφήνοντάς μας χρόνο να ψάξουμε για κάτι νέο.
Για την επιστροφή μου στο οικογενειακό σπίτι θα μπορούσα να πω πως έχω ανάμεικτα συναισθήματα. Οι γονείς μου είναι διακριτικοί άνθρωποι επομένως δεν αντιμετώπισα πρόβλημα ως προς αυτό.
Πριν 3 χρόνια, που έψαχνα σπίτι, ήταν καλύτερα τα πράγματα. Αυτό στο λέω συγκριτικά με το σήμερα που αναζητούμε εκ νέου σπίτι. Βασικά είμαστε στην αναζήτηση σπιτιού εδώ και περίπου ένα έτος δίχως αποτέλεσμα.
Τα περισσότερα σπίτια είναι σε τραγική κατάσταση, παλιά και χωρίς να έχουν ανακαινιστεί. Πολλά είναι μικρά και το πιο σοκαριστικό είναι πως και στις δύο περιπτώσεις τα ενοίκια που ζητούνται είναι δυσθεώρητα. Δε θα πήγαινα να μείνω σε υπόγειο και ημιυπόγειο κυρίως λόγω φόβου.
Οι περισσότεροι φίλοι μου είναι παντρεμένοι και έχουν δημιουργήσει τη δική τους οικογένεια επομένως μένουν μόνοι τους. Γενικά, φεύγουν με συγκάτοικο. Ένα άτομο σήμερα δε μπορεί να ανταπεξέλθει μόνο του στα έξοδα.
Μάλιστα, πολλοί οικογενειακοί μου φίλοι γύρισαν στο πατρικό τους. Είχαν πάει να συγκατοικήσουν και δεν τους βγήκε.
Το χειρότερο όλων είναι πως βλέπουμε, ξέρουμε, αισθανόμαστε όλες και όλοι πως δεν πρόκειται για μία παροδική κατάσταση. Το μέλλον διαγράφεται δυσοίωνο. Όσο και αν προσπαθώ να βρω ελπίδα, βλέπω ότι δεν είναι εύκολο να βρω σπίτι. Αυτό που φοβάμαι πλέον, είναι μήπως και από τη μεγάλη μας λαχτάρα να βρούμε σπίτι, υποκύψουν και ρίξουμε τα στάνταρ μας για ένα αξιοπρεπές και ασφαλές σπίτι. Αυτός για μένα είναι ένα πιθανός κίνδυνος που θέλει προσοχή.
«Στις περιπτώσεις που αποφασίζει κάποιος/α να μείνει μόνος/η, πρέπει να συντρέχουν δύο προϋποθέσεις» εξηγεί ο 30χρονος Δημήτρης που κατοικεί με την οικογένειά του και εργάζεται ως γυμναστής στην οικογενειακή επιχείρηση.
«Μένω μαζί με τους γονεις μου και τον αδερφό μου. Δεν έχω επιχειρήσει να φύγω από το σπίτι, αλλά έχω ζήσει μόνος μου ως φοιτητής στις Σέρρες και μετέπειτα πάλι για σπουδές στην Αγγλία. Επέστρεψα στο οικογενειακό μου σπίτι στα 26 μου χρόνια. Ακολούθησε και ο στρατός και η πανδημία επομένως δεν είχα επιχειρήσει ποτέ να μείνω μόνος μου στην πόλη μου, τη Θεσσαλονίκη.
Μένω ακόμη με τους δικούς μου κυρίως λόγω των υψηλών ενοικίων σε σύγκριση με τους μισθούς. Από τη στιγμή που οι συνθήκες στο σπίτι μου είναι άριστες, δεν ένιωσα και την ανάγκη να το επισπεύσω. Αλλά είναι κάτι που θα ήθελα να το τολμήσω μέσα στα επόμενα δύο χρόνια το πολύ. Η έλλειψη προσωπικού χώρου είναι ο βασικός λόγος που με ωθεί στο επόμενο βήμα.
Γενικά, στον στενό μου περίγυρο παρατηρώ πως η πλεοψηφία παραμένει με τους γονείς της, ενώ στις περιπτώσεις που αποφασίζει κάποιος/α να μείνει μόνος/η, πρέπει να συντρέχουν δύο προϋποθέσεις. Είτε τα άτομα αυτά να έχουν ιδιόκτητο σπίτι το οποίο τους το παραχωρεί η οικογένεία τους είτε να συγκατοικήσουν με σύντροφο ή φίλο-η. »
«Οι περισσότεροι νέοι που γνωρίζω μένουν ακόμα με τους γονείς τους», λέει η 28χρονη Νικολέτα στην Politic.
Παραμένω στο οικογενειακό μου σπίτι από ανάγκη γιατί δεν υπάρχει οικονομική δυνατότητα ενοικίασης στη Θεσσαλονίκη. Το ίδιο ισχύει και για πολλούς συνομηλίκους μου, ενώ όσοι έφυγαν από το πατρικό τους συνήθως τα κατάφεραν συγκατοικώντας με το ταίρι τους.
Με έναν μισθό, δεν υπάρχει δυνατότητα ενοικίασης με το σημερινό κόστος ζωής. Από εμπειρία ενός φίλου που μένει μόνος εδώ και δυο χρόνια με χαμηλό ενοίκιο για τα δεδομένα, πρέπει να στερηθείς αρκετά πράγματα, όπως κάποιες εξόδους διασκέδασης και αναψυχής από εξόδους για να ανταπεξέλθεις στα έξοδα.
Η 28χρονη Πηνελόπη που εργάζεται ως υπεύθυνη μισθοδοσίας μένει στο οικογενειακό της σπίτι από επιλογή
Εγώ, σε αντίθεση, ίσως με τους περισσότερους νέους/νέες μένω ακόμη στο οικογενειακό μου σπίτι από επιλογή και όχι από ανάγκη. Ωστόσο, πλέον σκέφτομαι να φύγω και να τολμήσω να μείνω μόνη μου στη Θεσσαλονίκη. Είναι κάτι που στο άμεσο μέλλον πιστεύω θα υλοποιηθεί. Βέβαια, στις μέρες μας αποτελεί πραγματικά δύσκολο εγχείρημα το να νοικιάσεις και να ζήσεις μόνος/η σου καθώς οι τιμές των ενοικίων αγγίζουν σχεδόν τους μηνιαίους κατώτατους μισθούς.
Δείτε επίσης: Πρόεδρος ΕΣΘ για Black Friday: Αν η Ελλάδα εφάρμοζε τις εκπτώσεις των ΗΠΑ η ανταπόκριση του κόσμου θα ήταν μεγαλύτερη