Η Χώρα του Χωσέ. Μια χώρα της βυσματοκρατίας, του ρατσισμού, του ωχαδερφισμού, του bulling κατά των γκέι και των μουσουλμάνων. Μια χώρα όμως, που φαίνεται σιγά σιγά να απεμπολεί τις αγκυλώσεις της και να προοδεύει. Για αυτή τη χώρα μου μίλησε ο Θοδωρής Χρονδρόγιαννος, δημοσιογράφος των Reporters United, ο οποίος μαζί με τους συναδέλφους του Νικόλα Λεοντόπουλο και Χριστόφορο Κάσδαγλη αποκάλυψαν το σκάνδαλο των υποκλοπών πολιτικών και δημοσιογράφων στην Ελλάδα.
Ο Θοδωρής Χρονδρόγιαννος μου μίλησε και για την εξέλιξη των ερευνών πάνω στο ελληνικό «Watergate».
Α! Και για το γάτο του τον Ιωσήφ… «Όνομα που βρίσκεις τόσο στην χριστιανική όσο και στη μουσουλμανική θρησκεία», όπως ο ίδιος τόνισε.
Επιμέλεια βίντεο: Κωνσταντίνος Δέσκας
«Θοδωρή σου εύχομαι καλοτάξιδο το βιβλίο σου, να μπει στα σπίτια, να μπει στις καρδιές να μας μαλακώσει, να επιτελέσει το σκοπό του! Καλή δύναμη και για τις έρευνές σας!», κλείνω τη συνέντευξη και αυτόματα κοιτώ τον Κωστή την ώρα που εκείνος πατάει το off στην κάμερα. «Το ‘χουμε Κωστή»;
«Ναι, παιδιά το ‘χουμε. Είναι από τις σπάνιες φορές που είμαι χαρούμενος που έζησα live μια τέτοια συνέντευξη», μας λέει, και καταλαβαίνω το λόγο.
Το ταλέντο του Θοδωρή Χονδρόγιαννου είναι ο τρόπος που εκφράζεται. Ξεκάθαρα. Είτε είναι γραπτά, είτε προφορικά.
Έχει αυτήν τη μαεστρία που πάντα θαύμαζα στους ανθρώπους, να βάζει πάντα τη σωστή δοσολογία της έννοιας, να επιλέγει με μεράκι και καλλιέπεια την ποιότητα, τον ήχο και τη φωτεινότητα στις λέξεις του. Όλες πορώδεις και διάτρητες.
Στολίζει τα λόγια του χωρίς βαρβαρισμούς. Και δεν είναι η ευφράδεια που «βαριούνται ακόμη και οι βάρβαροι του Καβάφη», αλλά η ευφράδεια που ενέχει συναισθήματα, κόσμους διαχρονικούς, οι οποίοι γίνονται και δικοί μας κόσμοι.
Δείτε το βίντεο της συνέντευξης:
«Διαβάζοντας τα γραπτά σου νιώθω ότι βρίσκεις τον εαυτό σου όταν γράφεις», παρατηρώ.
«Διεισδυτική ερώτηση. Κατά τη διάρκεια της γραφής, αυτή η διαδικασία της σύνταξης των σκέψεων, του ξεκαθαρίσματός τους, της αφαίρεσης, της προσθήκης, με έφερε αρκετά κοντά με τον εαυτό μου. Είμαι μαζί μου. Όταν μπαίνεις φαντάρος είναι ένα πράγμα που σε καθορίζει. Γράφοντας το βιβλίο, νιώθω ότι την καθόρισα και εγώ με τον τρόπο μου αυτήν την εμπειρία. Διύλισα μέσα από τον εξομολογητικό λόγο του γραψίματος καλύτερα τα κακά, κράτησα τα καλά, προσπάθησα να τιμήσω αυτούς που μας τίμησαν, τους αξιωματικούς, τους φίλους μου. Να τιμήσω την εμπειρία».
«Με χιουμοριστικό τόνο το βιβλίο αναδεικνύει έννοιες όπως η βυσματοκρατία, ο ρατσισμός, ο ωχαδερφισμός, το bulling. Όλες αυτές ξεδιπλώνονται στον ελληνικό στρατό και μαρτυρούν βαθιές σοβαρές παθογένειες. Αναρωτιέμαι, γίνεται και αλλιώς; Όταν η ίδια η κοινωνία είναι έτσι;», τον ρωτώ.
«Προσεγγίζοντας το στρατό προσεγγίζουμε ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Η κοινωνία ωστόσο προοδεύει, άρα είναι μια απαίτηση να προοδεύει και ο στρατός. Δεν είναι μόνο ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κράτος δικαίου, π.χ. ο άλλος είναι gay ή μουσουλμάνος και πρέπει να τον σεβόμαστε. Νομίζω ότι είναι και ζήτημα πατριωτικό. Ένας στρατός που αγκαλιάζει όλα του τα παιδιά, είναι ένα κράτος το οποίο συμπεριλαμβάνει. Όταν αυτοί οι άνθρωποι βλέπουν ένα κράτος να είναι εχθρικό απέναντί τους, θα πουν “αυτό το κράτος μου φέρθηκε ρατσιστικά ή με έχωσε για να σωθεί το βίσμα”. Μετά θέλεις να το εκδικηθείς… Ο στρατός έχει εν γένει κάποια στοιχεία τα οποία έχουν μια σκληρή ιεραρχία. Ωστόσο πιστεύω ότι ακόμη και αυτά, υπηρετούνται καλύτερα αν γίνονται στο πλαίσιο του σεβασμού και της λογικής».
«Μου έκανε εντύπωση το σημείο που λες ότι όταν άρχισα να χαϊδεύω τη γάτα συνειδητοποίησα το συναισθηματικό κενό που δημιουργεί ο στρατός εξαιτίας της έλλειψης της επαφής».
«Όταν χάιδεψα το γάτο στη Χίο κατάλαβα πόσο καιρό έχω να αγγίξω ένα άλλο πλάσμα, γιατί στο στρατό το να πιάνεις τον άλλον δεν είναι και το πιο “φυσιολογικό” πράγμα στον κόσμο. Εκεί έπιασα για πρώτη φορά μετά από καιρό, κάτι το οποίο είχε ζωή, ανάσα, καρδιά. Στο στρατό επικρατεί μια συναισθηματοφοβία, δε μπορείς να εκφράσεις τα συναισθήματά σου… Είναι και ζήτημα μιας “ματσίλας” καθώς προωθεί το πρότυπο ότι ο άντρας δε σπάει, δεν κλαίει, το οποίο στην πραγματικότητα συνθλίβει τους άντρες. Ο γάτος στη Χίο και ο γάτος στις Οινούσες, τον οποίο πήρα και στο σπίτι μου στην Αθήνα, ήταν ένας τρόπος συναισθηματικής έκφρασης για μενα»
«Υπηρετείς με θάρρος το ερευνητικό ρεπορτάζ. Αυτό σημαίνει “φορώ τη μπέρτα του Σούπερμαν και δε φοβάμαι”;», τον ρωτώ μετατοπίζοντας το θέμα της συζήτησής μας
«Δεν πιστεύω ότι είμαι πιο γενναίος από άλλους ανθρώπους. Δε φοράω τη μπέρτα του άτρωτου. Ως δημοσιογράφοι γράφουμε για την εξουσία, για όλες τις κυβερνήσεις, όχι μόνο για ένα κόμμα, θέλουμε να λογοδοτούν έτσι όπως οφείλουν, γιατί η εξουσία πρέπει να ελέγχεται. Ωστόσο πιστεύω ότι ο πραγματικά γενναίος άνθρωπος πρέπει να φοβάται γιατί πρέπει να έχει μέσα του την έννοια του μέτρου. Όταν για παράδειγμα, παίρνω στα χέρια μου το εξώδικο πάντα φοβάμαι. Γιατί εκεί σου λέει ο άλλος ότι μπορεί και να τον έχεις αδικήσει. Ως δημοσιογράφοι δεν πρέπει να χάνουμε την ενσυναίσθησή μας. Πρέπει να έχουμε ακόμη και για τον «κακό» της ιστορίας καλόπιστα συναισθήματα. Αν ο άλλος σου στείλει ένα εξώδικο και πράγματι τον έχεις αδικήσει, πρέπει να βγεις και να ζητήσεις συγνώμη γιατί όλοι κάνουμε λάθη. Αλλά αν δεν τον έχεις αδικήσει πρέπει να συνεχίσεις ακόμη και αν ο άλλος σου κάνει αγωγή, και να πας στα δικαστήρια και να υπερασπιστείς τον εαυτό σου. Συνεπώς πιστεύω ότι ο φόβος πρέπει να υπάρχει μέχρι εκείνο το σημείο που δε σε απενεργοποιεί από το να κάνεις τη δουλειά σου. Αλλιώς λειτουργούμε χωρίς μέτρο, πάμε να κάνουμε τους θεούς ενώ κανείς δεν είναι θεός. Εκεί κάνεις και το λάθος και αδικείς ανθρώπους».
Δείτε επίσης: Αναβαθμίζεται η έρευνα για τις υποκλοπές – Παρέμβαση από τον Άρειο Πάγο