Ως η «Βασίλισσα του Τόφου» είναι γνωστή στην κεντρική επαρχία της Κίνας Χουνάν η 42χρονη Σι Τσινγκσιάνγκ. Το τόφου, παράγωγο σόγιας που είναι ένα από τα πιο συνηθισμένα και αρκετά οικονομικά τρόφιμα στα καταστήματα όλης της Κίνας, αποτελεί πηγή πρόσθετου εισοδήματος για τους κατοίκους της Χουνάν.
Η Σι εκμεταλλεύεται τη μοναδική οικογενειακή βιοτεχνία παραγωγής τόφου στο χωριό Πίνγκλανγκ, περιοχή που κατοικείται εδώ και εκατοντάδες χρόνια από την εθνότητα Μιάο. Η μοναδική ποιότητα του νερού της βρύσης και η σπιτική σόγια έχουν αναδείξει το τόφου του Πινγκλάνγκ γνωστό εντός και εκτός της περιοχής.
« Το τόφου μας είναι τόσο αρωματικό και γλυκό που δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Τρώγεται έτσι, χωρίς σάλτσες και ντιπ» λέει η Σι.
Ιστορικά αρχεία δείχνουν ότι η παραγωγή τοπικής σόγιας και τόφου ξεκίνησαν πριν από περίπου 300 χρόνια, όταν άρχισε να ενθαρρύνεται η ανταλλαγή προϊόντων και τεχνικών μεταξύ των φυλών Μιάο και Χαν. Ο παππούς της Σι, ο Γκουανγκγιάο που είναι 81 χρόνων, λέει ότι το χωριό ήταν ήδη διάσημο για το τόφου του από την εποχή του παππού του. Θυμάται ότι οι ταξιδιώτες σταματούσαν πάντα να δοκιμάζουν το τόφου του Πινγκλάνγκ.
«Όπως λέει η παλιά παροιμία, υπάρχουν τρία βάσανα στη ζωή: να ναυπηγήσεις ένα πλοίο, να σφυρηλατήσεις το σίδηρο και να φτιάξεις τόφου» λέει ο Γκουανγκγιάο. Η παρασκευή τόφου είναι εξαιρετικά επίπονη με ελάχιστο κέρδος. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, όλο και περισσότεροι νέοι, συμπεριλαμβανομένων των τεσσάρων παιδιών του Γκουανγκγιάο, εγκατέλειψαν το χωριό για να εργασθούν στις πόλεις. Εκείνος όμως δεν άντεχε να αφήσει τον πέτρινο μύλο που κληρονόμησε από τον πατέρα του και συνέχισε να τον χρησιμοποιεί φτιάχνοντας τόφου για τα παιδιά του όταν επέστρεφαν στο σπίτι για την Γιορτή της Άνοιξης.
Το 2009, η Σι, η νεώτερη εγγονή, επέστρεψε στο χωριό και άνοιξε ένα εστιατόριο με τον σύζυγό της ξοδεύοντας όλα τα χρήματα που αποταμίευσε τα χρόνια που δούλευε στην πόλη. Η σπεσιαλιτέ της ήταν το οικογενειακό τόφου.
Η ανταπόκριση της αγοράς ήταν εκπληκτικά θετική. Μερικοί πελάτες περίμεναν ώρες μόνο για ένα κομματάκι τόφου. Η επιτυχία της Σι ενέπνευσε μια τοπική ομάδα για την αντιμετώπιση της φτώχειας η οποία την βοήθησε να καταχωρήσει και να προωθήσει την επωνυμία «Τόφου του Πινγκλανγκ». Αργότερα η επωνυμία αυτή προστέθηκε στον κατάλογο προστασίας της εθνικής παραδοσιακής κληρονομιάς. Σε μια εκδήλωση για την Πρωτοχρονιά το 2012 στην πρωτεύουσα της επαρχίας Τσανγκσά, το τόφου της Σι έγινε διάσημο. Η επιτόπια παρουσίαση του τυριού προσέλκυσε το ενδιαφέρον του κοινού αλλά και πολλών επιχειρήσεων. Ήδη από την πρώτη ημέρα της εβδομάδας η Σι ξεπούλησε όλο το τόφου.
Χάρη στις προσπάθειες της ομάδας αντιμετώπισης της φτώχειας ολοκληρώθηκαν τα έργα για την ύδρευση το χωριού με πόσιμο νερό. Πλέον το νερό της πηγής φθάνει σε κάθε νοικοκυριό ενώ παράλληλα κατασκευάσθηκαν πολλές τουριστικές υποδομές. Τον Δεκέμβριο του 2014, η Σι και οι συγχωριανοί της άνοιξαν έναν συνεταιρισμό και εισήγαγαν προηγμένες μηχανές συσκευασίας. Τα αποξηραμένα σε κενό αέρα προϊόντα τόφου πωλούνται με αυξανόμενους ρυθμούς. Πάνω από 30 ντόπιοι χωρικοί, μεταξύ των οποίων και 20 με χαμηλό εισόδημα, έχουν προσχωρήσει στον συνεταιρισμό. Πέρυσι, το καθαρό εισόδημα ξεπέρασε τα 800.000 γιουάν (120.000 δολάρια).
« Παλαιότερα με ανησυχούσε όταν με αποκαλούσαν « Η Ωραία του Τόφου». Σήμερα όμως συνειδητοποιώ ότι είναι μια φιλοφρόνηση και πρέπει να συνεχίσω να εργάζομαι σκληρά για να είμαι άξια αυτής της φιλοφρόνησης» λέει η Σι.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ