Συνέντευξη στην Δήμητρα Αθανασοπούλου
Η Νένα Μεντή μοιάζει να ανήκει στην κατηγορία των γυναικών που μένουν «αιώνια κορίτσια». Ζει, σκέφτεται και παίζει αντισυμβατικά.
Τη γνωρίσαμε ως μία από τις «Χάριτες», έγινε πρόσφατα θεατρικό φαινόμενο ως Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου και πλέον καθηλώνει τους θεατές ως «Φόνισσα». Με αφορμή τις «Γυναίκες» του Παπαδιαμάντη -σε σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια- μιλά στην «Politik» για τον πολυεπίπεδο γυναικείο ψυχισμό και για το μοναχικό συγγραφέα μετρ του γυναικείου ζητήματος.
Δηλώνει απαισιόδοξη για την πολιτική κατάσταση, αναπολεί τις μέρες του Ανδρέα Παπανδρέου αναγνωρίζοντας τον ως «λαοπλάνο» και μας εκθέτει την θεατρική πραγματικότητα, που κάθε άλλο παρά φωτεινή είναι. Ακόμα όμως και όταν μιλά για ζητήματα δυσάρεστα, η έκφραση της αποπνέει μια ανομολόγητη αισιοδοξία. Η Νένα Μεντή επιμένει να ζει στην πιο πολύχρωμη πλατεία της πόλης, στην Πλατεία Αμερικής. Είναι το χωριό της, λέει. Δεν της αρέσουν οι συμβάσεις. «Το σημαντικότερο στη ζωή είναι να αγαπάς και να αγαπιέσαι. Αυτό μένει», καταλήγει.
-Ζείτε στην Αμερικής- πλατεία Αφρικής όπως την αποκαλούν ευρέως- ποιο είναι το κυρίαρχο συναίσθημα όταν κυκλοφορείτε στη γειτονιά σας;
«Έχω πει πολλά για την πλατεία. Εδώ είναι το χωριό μου… Εδώ μεγάλωσα, πήγα σχολείο. Εδώ έμεναν οι γονείς μου. Εδώ έμενα και με τον πρώτο μου άντρα. Εδώ έμεινα και με τον δεύτερο. Δεν θέλω να φύγω. Αλλά τελευταία εδώ τα πράγματα είναι δύσκολα. Μην παρεξηγηθώ. Το λέω λόγω ποσότητας κόσμου. Εγώ δεν κάνω διαχωρισμό στους ανθρώπους αν είναι μετανάστες, λευκοί ή μαύροι. Δεν έχω καμία σχέση με ρατσισμό».
-Τελευταία σας έχουμε συνδέσει με μονολόγους, που ερμηνεύετε με μεγάλη επιτυχία. Πόσο δύσκολο είναι να είσαι μόνος στη σκηνή;
«Έχω πάρει το κολάι. Μετά την “Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου” έκανα τον “κατακόκκινο ουρανό” της Λούλας Αναγνωστάκη. Στις “γυναίκες” του Παπαδιαμάντη, παρόλο που κάνω μεγάλους μονολόγους και έχω το βάρος της παράστασης, παίζω με έξι ακόμα γυναίκες. Έχει μια μεγάλη δυσκολία αλλά και το πλεονέκτημα πως ο ηθοποιός το καθορίζει μόνος του. Τώρα κουράζομαι πιο πολύ όταν παίζω με άλλους. Αλλά αυτό που είναι πιο ωραίο στο θέατρο είναι όταν παίζεις με συναδέλφους. Αυτό είναι το παιχνίδι. Αλλιώς είναι το παιχνίδι του ηθοποιού με τον κόσμο».
-Διαβάζοντας και εν συνεχεία παίζοντας Παπαδιαμάντη, πως εξηγείτε τον τρόπο που κατάφερε αυτός ο μοναχικός άντρας να διεισδύσει στη γυναικεία ψυχολογία;
«Είναι μοναδικός και ανεξήγητος ο τρόπος του. Πως γνώριζε; Ο Παπαδιαμάντης δεν είχε σχέσεις με γυναίκες, ούτε με άντρες. Ήταν μοναχικός. Νομίζω πως το μάτι του, το αυτί του και η καρδιά του ήταν τρομεροί δέκτες».
-Τι σας δίδαξε αυτή η επαφή με τον Παπαδιαμάντη για το γυναικείο ψυχισμό;
«Η γυναίκα είναι ένα πλάσμα δυναμικό και δαιμονικό. Το να κάνουμε Παπαδιαμάντη ήταν δική μου ιδέα. Από το 2011 άρχισα να διαβάζω όλα τα διηγήματα. Έπαθα πλάκα, είναι ό,τι πιο σπουδαίο έχω διαβάσει ποτέ. Η γυναίκα περνά Γολγοθά στο σπίτι, στις γέννες, στα χωράφια, στα παιδιά. Η γυναίκα έχει τον ψυχισμό τον περίπλοκο και ενδιαφέροντα. Η γυναίκα είναι το άτομο το γοητευτικό, το δύσκολο, το μαγικό, το σιχαμένο. Η γυναίκα έχει πολλές πλευρές, μια ψυχοσύνθεση με πολλά επίπεδα και μπερδέματα. Οι άντρες στο θέατρο θέλουν να παίξουν γυναίκες. Εμείς δεν θέλουμε να παίξουμε άντρες. Οι γυναίκες έχουν ευφυία με την πλατιά έννοια της λέξης. Είναι και συναισθηματικά έξυπνες».
-Τι θέση λαμβάνετε ως γυναίκα και ως ηθοποιός στο κίνημα «me too», τη σεξουαλική παρενόχληση που κατήγγειλαν κυρίως γυναίκες της σόου μπιζ στις ΗΠΑ;
«Τι πουριτανισμός! Τι προτεσταντισμός! Είμαι αντίθετη! Είναι βλάκες οι Αμερικάνοι που κατέστρεψαν τόσες καριέρες όπως του Κέβιν Σπέισι. Δεν έχουμε ελευθερία της σεξουαλικής ελευθερίας;»
-Δραματουργικά τι σας ενδιαφέρει;
«Μου έχει προκύψει η ανάγκη να κάνω πράγματα σε σχέση με τις ρίζες. Να μάθω τι έκαναν οι άνθρωποι παλιά. Με ενδιαφέρει καθετί που έχει να κάνει με το παρελθόν μας γιατί το μέλλον δεν το βλέπω. Είμαι απαισιόδοξη».
-Αναφέρεστε στην πολιτική κατάσταση;
«Βλέπω το μέλλον μαύρο. Πώς να το δω όταν έχει φύγει η αφρόκρεμα των νέων επιστημόνων μας; Δεν είμαι ειδικός για να κάνω αναλύσεις πολιτικοοικονομικές. Αλλά το πολιτικό για μένα είναι πολιτιστικό και ηθικό. Δεν θέλω να μιλήσω κομματικά. Μιλάω για την κατάσταση. Υπάρχει κόσμος που έχει απογοητευτεί τόσο για τα πράγματα που δεν θέλει να ασχοληθεί ξανά με τα κόμματα. Ο κόσμος είναι αδιάφορος για το θέμα, σαν να μην έχει πια λόγο για το θέμα. Νιώθει πως δεν έχει μέλλον».
-Πότε ο κόσμος αισθανόταν ότι ακουγόταν, άρα ότι είχε λόγο, ότι βρισκόταν σε διάλογο με την πολιτική;
«Η μοναδική περίοδος που ο κόσμος είχε διάλογο με την εξουσία ήταν τα χρόνια του Ανδρέα Παπανδρέου. Τότε που τον ψήφισε. Ο κόσμος αισθανόταν πως τον αντιπροσώπευε αυτός που βρισκόταν εκεί πάνω. Μετά έφαγε τα χαστούκια».
-Άρα κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ είχε πάψει η αίσθηση αυτού του διαλόγου;
«Νομίζω πως ο κόσμος συνέχιζε να πιστεύει τον Ανδρέα Παπανδρέου που ήταν φοβερός λαοπλάνος. Είχε το χάρισμα να πείθει και να παραπλανεί».
-Δεν συνέβη κάτι ανάλογο με τον Αλέξη Τσίπρα, όσον αφορά στο χάρισμα της παραπλάνησης;
«Νομίζω πως ο Τσίπρας είπε Χ αλλά έκανε Ω και ο κόσμος αμέσως κατάλαβε πως είπε ψέματα για να πάρει την εξουσία. Είναι χαρισματικός και ο Τσίπρας αλλά έπεσε στη χειρότερη περίοδο. Δεν ήταν τυχαίο που βγήκε. Γιατί μόνο μια αριστερή κυβέρνηση θα μπορούσε να περάσει τα χειρότερα».
-Χαράμισε εντελώς, λοιπόν, την αριστερά;
«Απολύτως! Έπρεπε να παραιτηθεί αμέσως, αφού δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Κρίμα που χαράμισε την αριστερά».
-Βλέπουμε πως ανεβαίνουν πολλές παραστάσεις και αυτό είναι αισιόδοξο. Γεμίζουν τα θέατρα;
«Τα θέατρα δεν γεμίζουν. Μην ακούτε αυτά που λένε! Το καλοκαίρι βγήκαν 15-20 παραστάσεις και δούλεψαν στην πραγματικότητα μόνο δυο θέατρα».
-Δηλαδή δεν βιοπορίζονται οι ηθοποιοί από αυτό;
«Εξαρτάται ποιος είσαι, που δουλεύεις, αν τα φέρνεις. Το χάος υπάρχει στους νεότερους ηθοποιούς. Τα παιδιά δουλεύουν στο θέατρο για να πάρουν 50-100 ευρώ το μήνα και στο μπαρ για να πληρώσουν το νοίκι. Δουλεύω σημαίνει αμείβομαι! Υπό αυτή την έννοια οι ηθοποιοί απασχολούνται. Και μετά παίρνουν μια ψωροσύνταξη!»
-Η Λυδία Κονιόρδου δεν έκανε τίποτα για το θέατρο;
«Πιστεύω πως είχε την πρόθεση να κάνει κάτι. Ως συνάδελφο τη θεωρώ εξαιρετική ηθοποιό. Δεν ξέρω τι εμπόδια βρήκε, τι ήθελε να κάνει και τι την άφησαν να κάνει. Αλλά δεν μπόρεσε να κάνει τίποτα».
-Αν δεν ήσασταν ηθοποιός τι θα θέλατε να έχετε γίνει;
«Γιατρός! Αν και αποφάσισα πως θα γίνω ηθοποιός από τότε που ήμουν 11 χρονών και δεν άλλαξε ποτέ αυτό».
-Με τον άντρα σας ζείτε σε διαφορετικά σπίτια αλλά παραμένετε ζευγάρι. Τι κάνει έναν άνθρωπο να αλλάζει μοντέλο σχέσης με τον ίδιο άνθρωπο – να παραμείνει μαζί του έπειτα από μακρόχρονη συμβίωση;
«Ζούμε χώρια έχοντας ζήσει μαζί 26 χρόνια. Και ήταν κάτι που το θέλαμε και οι δυο. Με τον άντρα μου είμαστε συνέχεια μαζί. Κοιμόμαστε μαζί στο νησί όπου έχουμε ένα σπίτι μαζί. Και στην Αθήνα βγαίνουμε συνέχεια, τρώμε μαζί, πάμε σινεμά μαζί. Το παιδί κάνει τη σχέση παιδοκεντρική. Συνδέει το ζευγάρι όταν είναι ισορροπημένο και τα βρίσκει. Εγώ από τότε που παντρεύτηκα τον πρώτο μου άντρα και πήγα μαζί του στο πρώτο σπίτι ήξερα πως δεν μου άρεσε η συμβίωση. Ζήσαμε μαζί και όταν πέθανε ήξερα πως ήθελα να είμαι με κάποιον, να αγαπιέμαι γιατί αυτό είναι που μένει στη ζωή, αλλά να μένω και μόνη μου».
-Κατά πόσο αυτή η στάση ζωής έχει τις ρίζες σε παιδικά βιώματα και στο γεγονός πως μεγαλώσατε σε ένα αριστερό καλλιτεχνικό σπίτι;
«Μεγάλωσα σε ένα σπίτι με μεγάλη αγάπη για τις τέχνες. Για την εποχή ήταν ένα σπίτι ελεύθερο με κάποιους λίγους περιορισμούς».
-Από τους τηλεοπτικούς σας ρόλους ποιον αγαπήσατε περισσότερο;
«Εγώ αγαπώ το “Δις εξαμαρτείν”. Δηλαδή αν δεν έπαιζα αυτό το σίριαλ θα ξεχώριζα. Ήταν του γούστου μου!»
-Σε τι αποδίδετε την τόσο μεγάλη επιτυχία της «Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου»; Βλέποντας σας να την παίζετε υπήρχε διάχυτη η αίσθηση πως υπάρχει κάτι κοινό μεταξύ σας.
«Η δουλειά του ηθοποιού είναι να βάλει δικά του στοιχεία πάνω στο ρόλο. Την προσέγγισα, την κατανόησα. Μου άρεσε και που ταίριαζε η απίστευτη λιτότητα της, το ότι ήταν ευτυχισμένη με το τίποτα, το ότι αγαπούσε το θέατρο. Ξέρετε ήταν ηθοποιός για 20 χρόνια. Έπειτα μου άρεσαν αυτά που έγραφε. Ήξερα από πριν τα τραγούδια της».
-Ποιο στίχος της σας εκφράζει;
«Έχει γράψει τόσα υπέροχα τραγούδια. Ο στίχος που μου αρέσει πολύ είναι “απ’ τα ψηλά στα χαμηλά, απ’ τα πολλά στα λίγα».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Politik την Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2018