Η ανακοίνωση της οικογένειας.
Δύο μήνες συμπληρώνονται από την ημέρα που ο Αλέξανδρος Νικολαϊδης έφυγε από τη ζωή, λόγω μίας σπάνιας μορφής καρκίνου. Η οικογένειά του προέβη σε μία ανακοίνωση μέσα από το προφίλ του σε social media, αναφέροντας πως η τελευταία του επιθυμία θα πραγματοποιηθεί.
Η ανακοίνωση
«Στις 14 Οκτωβρίου 2022, ο κόσμος μας έγινε πιο φτωχός, όταν αποχαιρετήσαμε τον άνθρωπό μας, έναν σπουδαίο πατέρα, σύντροφο, γιο και αδελφό, έναν κορυφαίο αθλητή πρότυπο, τον δις αργυρό Ολυμπιονίκη του Τae Κwon Do Αλέξανδρο Νικολαΐδη.
Ο Αλέξανδρος μας, άφησε την προσωπική και μοναδική του σφραγίδα με τις δράσεις και τις πράξεις του καθ’ όλη τη διάρκεια της εξέχουσας αθλητικής και κοινωνικής του πορείας, όπως ακριβώς άφησε και ανεξίτηλο το αποτύπωμά του μέσα στην καρδιά μας. Τα τελευταία του λόγια:
«Αν ερχόμαστε σε αυτή τη ζωή για κάποιο σκοπό, εγώ έχω αποφασίσει ποιος θα είναι αυτός. Να προσφέρω ελπίδα μέσα από όσα κατάφερα στην ζωή μου, από τα όμορφα μέχρι τα άσχημα. Για αυτόν τον λόγο, τα δύο μου αργυρά Ολυμπιακά μετάλλια, της Αθήνας και του Πεκίνο, που για χρόνια κρύβω καλά, ήρθε η ώρα να βγουν και να επιστρέψουν εκεί που ανήκουν, στις πανανθρώπινες αξίες. Τελευταία επιθυμία μου είναι, τα δύο αυτά μετάλλια, να βγουν σε δημοπρασία και το ποσό που θα συγκεντρωθεί να δοθεί σε δομές για τα παιδιά που θα επιλέξει η οικογένειά μου.
Αν σωθεί έστω ένα παιδί, θα αξίζει κάθε κλωτσιά που έχω φάει στο κεφάλι, κάθε κάταγμα στα πόδια μου. Αυτό είναι το αποτύπωμα που θέλω να αφήσω στην κοινωνία, αυτή είναι η κληρονομιά που θέλω να μείνει στα παιδιά μου».
Με βάση λοιπόν την επιθυμία του ίδιου, ανακοινώνουμε με ιδιαίτερη συγκίνηση, ότι τα 2 αργυρά του Ολυμπιακά μετάλλια και 3 Ολυμπιακές δάδες, η μία μάλιστα του 2008 στην οποία ήταν ο πρώτος λαμπαδηδρόμος, τίθενται σε δημοπρασία (Silent Auction) με σκοπό τα χρήματα που θα συλλεχθούν να δοθούν για καλό σκοπό και να πάνε σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς και οικογένειες που το έχουν πραγματική ανάγκη»
Δείτε επίσης: Γιάννης Αϊβάζης για Asia Express: «Ήταν καταδικαστέο περιστατικό, κακώς το ανέχτηκα»