“Ασχολήθηκα με τη μόδα, γιατί δεν είμαι σε τίποτε άλλο καλή. Όταν συνειδητοποίησα ότι δε νιώθω περήφανη μ’ αυτό που κάνω, στράφηκα στη μόδα”, δηλώνει η Σοφία Καρβέλα.
Για την ενασχόλησή της με τη μόδα και τη σχέση με τους γονείς της μίλησε η Σοφία Καρβέλα. Η γνωστή σχεδιάστρια, σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις της, άνοιξε τα χαρτιά της στη Μαρία Λεμονιά και το περιοδικό Gala, εξομολογούμενη τις δυσκολίες και την προσωπική αμφισβήτηση που ένιωσε, όταν αποφάσισε να κάνει τα πρώτα της επαγγελματικά βήματα.
«Ασχολήθηκα με τη μόδα, γιατί δεν είμαι σε τίποτε άλλο καλή. Στα 17 μου έφυγα για σπουδές Υποκριτικής στη Νέα Υόρκη. Έχω μιλήσει κατά καιρούς πολύ άσχημα για τον εαυτό μου, υποστηρίζοντας ότι με θεωρώ τρομερά ατάλαντη. Το πίστευα και είναι αλήθεια, όταν με συγκρίνεις με τους γονείς μου», δηλώνει η Σοφία Καρβέλα.
«Δυστυχώς ή ευτυχώς είμαι γεννημένη από δύο ανθρώπους που δεν είναι απλώς διάσημοι, είναι τρομακτικά ταλαντούχοι, δύο ιδιοφυείς προσωπικότητες, αυτό που λέμε one in a billion. Όταν αποφάσισα λοιπόν να μπω στον χώρο του θεάματος, είδα ότι η εξίσωση δεν έβγαινε. Βρήκα όμως αυτό που μου αρέσει τελικά και με το οποίο είμαι πωρωμένη», τονίζει.
«Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να νιώθω υπερήφανη μ’ αυτό που κάνω στον χώρο του θεάματος, στράφηκα στη μόδα. Ήταν στα 23 μου. Τότε ισορρόπησα και τη ζωή μου, ούσα νηφάλια και καθαρή απ’ όλα», επισημαίνει η Σοφία Καρβέλα.
«Πέρασα δύσκολα, μου πήρε πολύ καιρό, αλλά βρήκα τα πατήματά μου. Με τους γονείς μου δεν υπήρχε ποτέ η τυπική σχέση μαμά-μπαμπάς αλλά κάτι άλλο. Τους δύο αυτούς ανθρώπους τους σέβομαι και τους εκτιμώ. Έχω το charm της μητέρας μου αλλά σκέφτομαι σαν τον πατέρα μου», παραδέχεται στη συνέχεια.
Τέλος, σε ερώτηση για τη μητέρα της, Άννα Βίσση, η Σοφία Καρβέλα απαντά: «Όταν πάω να τη δω, δεν τη βλέπω σαν μάνα μου. Βλέπω μια θεά με μια θεϊκή φωνή να τραγουδά θεϊκά τραγούδια ενός άλλου θεού, που τα έγραψε. Δεν ήταν εύκολο να διαχειριστώ όλη αυτή την πραγματικότητα όταν ήμουν παιδί και ανώριμη».
Δείτε επίσης: Δέσποινα Βανδή: «Τώρα πια επιλέγω σχέσεις που βασίζονται στην ειλικρίνεια και την αλληλοεκτίμηση»