Πολύχρωμα σκηνικά, φανταχτερά και προκλητικά κοστούμια, πολλά φτερά και πούπουλα, δυνατά φώτα, μουσική, πολλές φορές ωραία τραγουδάκια, σχεδόν πάντα καλοκαιράκι, “να δείξουμε και τα κάλλη μας”, κωμικές καταστάσεις, αισθηματικά παιχνίδια, έξυπνες ατάκες και λαμπεροί πρωταγωνιστές ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά των ταινιών μιούζικαλ στο ελληνικό σινεμά, το οποίο συνεχίζει παραδόξως να συγκινεί ακόμη ένα σημαντικό μέρος του κοινού, μέσα από τη μικρή οθόνη πλέον.
Το μιούζικαλ, ένα είδος απαιτητικό και πολυδάπανο, μας ήρθε από το Χόλιγουντ και από την ακμή του τις δεκαετίες ’30, ’40 και ’50, όταν σημαντικοί σκηνοθέτες, χορογράφοι, χορευτές και τραγουδιστές έφτιαξαν έναν μύθο που δεν μπορεί να ξεπεραστεί παρά τις τεχνικές και ψηφιακές ευκολίες των τελευταίων δεκαετιών. Το ταλέντο, η έμπνευση, η καρδιά, αλλά και η παιδεία πάνω στο χορό δεν βγαίνουν από τα μηχανήματα, ούτε από τους υπολογιστές. Δύο από τους κορυφαίους του είδους, που συνδύαζαν όλα τα παραπάνω ήταν και οι Φρεντ Αστέρ και Τζιν Κέλι. Ο πρώτος χαρακτηρίστηκε από τον Μπαρίσνικοφ και τον Μπαλανσίν ως “ο κορυφαίος χορευτής του 20ου αιώνα”, ενώ ο δεύτερος αποτελεί συνώνυμο του μοντέρνου χορού. Και οι δύο τους σκηνοθέτησαν, έπαιξαν, χόρεψαν και τραγούδησαν σε πολλές κλασικές δημιουργίες, που θα μείνουν για πάντα αξεπέραστες. Φυσικά υπήρξαν και πολλοί άλλοι ηθοποιοί, με ιδιαίτερες ικανότητες στο χορό και το τραγούδι που διέπρεψαν στο μιούζικαλ. Τζίντζερ Ρότζερς, Τζούντι Γκάρλαντ, Μπινγκ Κρόσμπι, Ελάιζα Μινέλι ένα μόνο ελάχιστο δείγμα.
Τα πρώτα χορευτικά βήματα
Στην Ελλάδα δεν έχουμε ιδιαίτερη παράδοση στο χορό, στη χορευτική παιδεία. Μπορεί να έχουμε τους δικούς μας υπέροχους παραδοσιακούς και λαϊκούς χορούς, αλλά στον κλασικό ή μοντέρνο χορό μάλλον ήμαστε ακόμη και σήμερα σε αχαρτογράφητα νερά. Φυσικά τη δεκαετία του ’60 τα πράγματα ήταν ακόμη χειρότερα, καθώς περισσότερο εμπειρικά ή στο κεφάλι του κασίδη είχαν αρχίσει μεταπολεμικά να γίνονται τα πρώτα χορευτικά βήματα. Παρόλα αυτά ειδικά στη δεκαετία του ’60, όταν αφενός το κοινό ήθελε να ξεσκάσει και είχε ανάγκη από ευχάριστες ανέμελες ιστορίες και στο σινεμά και αφετέρου έπρεπε να δοθεί το σύνθημα ότι η Ελλάδα αλλάζει σελίδα και μπαίνει σε μια νέα πορεία, είχαμε αρκετά κινηματογραφικά μιούζικαλ.
Ο Δαλιανίδης, ο Φίνος και η ανεμελιά
Ο Γιάννης Δαλιανίδης, ο οποίος πέθανε πριν δέκα χρόνια, θεωρείται ο άνθρωπος που έφερε το μιούζικαλ στο ελληνικό σινεμά, έκανε τεράστιες επιτυχίες και μπόρεσε να το περάσει στο ευρύ κοινό, παρότι και άλλοι σκηνοθέτες είχαν καταπιαστεί με το είδος αυτό. Ο Δαλιανίδης, που υπήρξε εκτός από σκηνοθέτης και σεναριογράφος και χορευτής και ηθοποιός, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία ομολογουμένως στην υποκριτική και το χορό, κατάφερε να πιάσει το σφυγμό τού Έλληνα της εποχής, που ήθελε να ξεφύγει από το βαλκανικό περιβάλλον. Συμπαραστάτη είχε τον Φίνο που αρεσκόταν σε ανώδυνες κωμωδίες, οι οποίες έφερναν κάποιες τεχνικές καινοτομίες. Αν οι ταινίες του είδους πέρναγαν από μία αυστηρή κριτική το πιθανότερο οι περισσότερες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν επιεικώς αδιάφορες. Κι όμως είχαν επιτυχία και συνεχίζουν ακόμη να βλέπονται από ένα μεγάλο μέρος του κοινού ευχάριστα. Ίσως όμως αυτό να οφείλεται κατά κύριο λόγο και στη θύμηση μιας ανέμελης Ελλάδας και μιας εικόνας της που μπορεί να μην ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα για το πλήθος των Ελλήνων, αλλά σίγουρα μια γοητευτική εποχή, που έχει περάσει ανεπιστρεπτί.
Ο Ντίνος και οι άλλοι
Βασικοί πρωταγωνιστές των μιούζικαλ ήταν ο Ντίνος Ηλιόπουλος, ίσως ο μοναδικός Έλληνας ηθοποιός της εποχής με γνώσεις χορού και εξαιρετική κίνηση, η Μάρθα Καραγιάννη, η Ζωή Λάσκαρη, η Ρένα Βλαχοπούλου, ο Κώστας Βουτσάς, που παρότι ανεπίδεκτος μαθήσεως ήταν πολύ ζωντανός, χαριτωμένος και απολαυστικός με τις ατσούμπαλες φιγούρες του. Ακόμη η νεαρά Χλόη Λιάσκου, ο Γιάννης Βογιατζής, που είχε και φωνάρα, η Μαίρη Χρονοπούλου, η Μαρία Ιωαννίδου, η εξωτικής ομορφιάς Ελένη Προκοπίου, ο Ανδρέας Ντούζος, και φυσικά η “εθνική σταρ” Αλίκη Βουγιουκλάκη, αλλά και πάρα πολλοί άλλοι ηθοποιοί.
Τις μεγαλύτερες μουσικές επιτυχίες και τραγούδια τα είχε γράψει ο Μίμης Πλέσσας, αν και κάποιοι άλλοι αξιόλογοι συνθέτες είχαν καταπιαστεί με το είδος. Άλλωστε είχαμε κι ένα ενδιάμεσο είδος, που δεν ήταν ακριβώς μιούζικαλ, καθώς έφερνε περισσότερο προς κωμωδία ή αισθηματική κομεντί που είχε όμως αρκετό χορό και τραγούδια. Ταινίες όπως “Το Κοροϊδάκι της Δεσποινίδος”, “Χτυποκάρδια στο Θρανίο” ή ακόμη και “Η Κόρη μου η Σοσιαλίστρια”.