Πριν γίνει η συνοικία της Σούμπρας του Καΐρου, στην πολύβουη αιγυπτιακή πρωτεύουσα, μία από τις πολυπληθέστερες περιοχές στον κόσμο ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο και πριν γίνει γνωστή ως ο τόπος όπου γεννήθηκε το 1933 η διάσημη Δαλιδά, ακόμη νωρίτερα, η περιοχή αυτή που βρίσκεται πλέον σε «απόσταση αναπνοής» από το κέντρο του Καΐρου, εθεωρείτο η καθεαυτή «ελληνική συνοικία» της πόλης.
Επίκεντρο όλων των εκδηλώσεων ήταν ο ελληνορθόδοξος ιστορικός ναός των Αγίων Αναργύρων, περιτριγυρισμένος κάποτε από ελληνικά και μόνον μαγαζιά και ατέλειωτες ελληνικές κατοικίες.
Τώρα, οι Έλληνες που έχουν απομείνει είναι λιγοστοί, η εικόνα της περιοχής έχει αλλάξει άρδην, αλλά ο ελληνικός ναός – που μάλιστα σήμερα πανηγύριζε προεξάρχοντος του Πατριαρχικού Επιτρόπου Καΐρου Μητροπολίτου Μέμφιδος Νικοδήμου – συνέχισε να λειτουργεί και να θυμίζει το ελληνικό στοιχείο που κάποτε μεγαλουργούσε στη συνοικία αυτή.
Αυτό το «πάλαι ποτέ» ελληνικό στοιχείο της Σούμπρας Καΐρου ανέδειξε μέσα από το βιβλίο που παρουσίασε σήμερα στον χώρο του ναού ο εκπαιδευτικός και συγγραφέας Ιωάννης Φουρτούνας, που ζει εδώ και πολλά χρόνια στην Αίγυπτο.
Ήταν «Η Ελληνική Σούμπρα», μία νέα έκδοση που έτυχε ιδιαίτερα θερμής υποδοχής, καθώς ανασήκωνε μέσα από τη ραστώνη του χρόνου μνήμες από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, τότε που ξεκίνησαν να εγκαθίστανται για πρώτη φορά Έλληνες στην περιοχή, όπως τόνισε στην ομιλία του ο κ. Φουρτούνας.
Όπως ανέφερε ο συγγραφέας, οι Έλληνες εισέρχονταν στην Αίγυπτο από το λιμάνι της Αλεξάνδρειας και μετοικούσαν σε όλο το εσωτερικό της χώρας, έχοντας πάντως μία ιδιαίτερη προτίμηση στην περιοχή της Σούμπρας, καθώς βρισκόταν στην πρωτεύουσα και ήταν μία καταπράσινη περιοχή με θέα τότε προς τον ποταμό Νείλο. Με τους Έλληνες να παρουσιάζουν όλες τις παροικιακές και επαγγελματικές δραστηριότητες, με πολλά ελληνικά σωματεία, όπου πρωτοστάτησε και λειτουργεί μέχρι σήμερα ο Πανηπειρωτικός Σύλλογος Καΐρου.
Όπως ανέφερε ο κ. Φουρτούνας, η ελληνορθόδοξη Εκκλησία των Αγίων Αναργύρων ιδρύθηκε τη δεκαετία του ΄20, από τον Πατριάρχη Μελέτιο Μεταξάκη, με την περίφημη Πατριαρχική Σχολή Σούμπρας, και μάλιστα διέθετε νηπιαγωγείο, γιατρό αλλά και αυτοκίνητο (εκείνη την εποχή εθεωρείτο μεγάλο γεγονός).
Εκεί μάλιστα στην περιοχή αυτή, είχε αρχίσει τα μετέπειτα χρόνια να διδάσκεται η ελληνική γλώσσα σε Αιγυπτίους ήδη από το 1983, πολύ πριν ξεκινήσουν τα προγράμματα διδασκαλίας το 1993 από τον αείμνηστο Κωστή Μοσκώφ.
Το βιβλίο «Η Ελληνική Σούμπρα» το διανθίζει ο συγγραφέας με συνεντεύξεις Σουμπριανών, που ξετυλίγουν τις μνήμες τους από την παιδική τους ηλικία, οι οποίοι αναφέρονται στις ατέλειωτες εκδηλώσεις που πραγματοποιούνταν πριν από 50, 60, 70 χρόνια στην περιοχή αυτή, η οποία ανέδειξε μεγάλους εκπροσώπους του πνεύματος, της εκκλησίας, των τεχνών, του επιχειρηματικού κόσμου.
Αξίζει τέλος να αναφερθεί ότι η έκδοση αυτή στηρίχτηκε από Έλληνες του Καναδά, αλλά ακόμη περισσότερο από έναν Αιγύπτιο, τον κ. Μάγκεντ, που εκεί έμαθε την ελληνική γλώσσα, από εκεί ξεκίνησε την αγάπη του για την Ελλάδα, παντρεύτηκε Ελληνίδα και με τα παιδιά του διατηρεί πλέον μία “ελληνική” οικογένεια.
Από την πλευρά του, ο Μητροπολίτης Μέμφιδος συνεχάρη τον συγγραφέα για το έργο του, καθώς και ο πρόεδρος του Πατριαρχικού Ορθόδοξου Πνευματικού Κέντρου κ. Γιώργος Ζουμπουλίδης, στον χώρο του οποίου πραγματοποιήθηκε η εκδήλωση παρουσία των προξενικών και παροικιακών αρχών.