Προνομιούχο all day spot, που προσφέρεται για βόλτα με καφέ, κοκτέιλ και σνακ ή φαγητό, συνδυασμένη ιδανικά με ταινιούλα στο κοντινό θερινό σινεμά, το «Piu Verde» είναι ένας από τους ομορφότερα αξιοποιημένους χώρους πρασίνου στην Αθήνα.
Το βλέμμα χάνεται μέσα στην οργιώδη βλάστηση και στα πανύψηλα πεύκα, ενώ το ξύλο που πρωταγωνιστεί στο διάκοσμο δίνει νότες χειροποίητου στον κοσμοπολίτικο αέρα που πνέει στους χώρους του. Η εποπτική θέση της βεράντας του εστιατορίου, με το απεριόριστο χάζι στο πηγαινέλα και στα διάφορα επίπεδα στα οποία ξεδιπλώνονται το café και το bar, ανεβάζει τους ρομαντικούς τόνους χάρη στον ατμοσφαιρικό φωτισμό και στις κατασκευές που αγκαλιάζουν τη βλάστηση.
Ο Κωνσταντίνος Τσίγκας ως executive chef και ο Λεωνίδας Σιώκος ως chef de cuisine παρουσιάζουν ένα μενού πολυσυλλεκτικό. Εδώ διαχρονικά φαβορί του κοινού του «Piu Verde», όπως το ριζότο μανιταριών ή τα αφράτα μπιφτεκάκια γαλοπούλας ή μοσχαριού, συνδυάζονται με αργοψημένο σιδηρόδρομο από Black Angus, ενώ πιάτα όπως η σαλάτα κέιλ με κουκουνάρι και γκρέιπφρουτ σε σος ροδιού ή ο ψητός σολομός, που σερβίρεται με σάλτσα από τζίντζερ, λάιμ και πορτοκάλι και πουρέ από καρότο και κουνουπίδι, προσθέτουν healthy νότες στη λίστα των επιλογών.
Υπάρχουν όμως και κάποιες αστοχίες, όπως ο συνδυασμός της cacio e pepe με καπνιστό σολομό, του οποίου η ένταση σκεπάζει τη γευστική λεπτότητα που απαιτεί το πιάτο. Η γευστική θαλπωρή του μενού κρύβεται ατόφια στα φουρνιστά κεφτεδάκια, που φτάνουν σε γενναία μερίδα, παρότι συγκαταλέγονται στα «μικρά πιάτα» του καταλόγου, ενώ η παιχνιδιάρικη διάθεσή του κρατά τις ισορροπίες στις ωραίες εναλλαγές υφών και τόνων του crispy κατσικίσιου τυριού, με την τραχιά και τραγανή κρούστα και το spicy μέλι του.
Όσο για το τέλος, επιλέξαμε το γλυκό-φετίχ των θαμώνων του «Piu Verde», το θηριώδες σπασμένο millefeuille, το οποίο κρύβει κάτω από το επιβλητικό παρουσιαστικό του μια πληθωρική «επίθεση» από παγωτό crème brûlée, κρέμα και σοκολάτα.