Τη θέση του ότι ακόμη και εάν ισχύσει το χειρότερο σενάριο και το εμπόριο γίνει δύσκολο μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένου Βασιλείου, οι «ελληνικές επιχειρήσεις εξαγωγής και διακίνησης φρούτων και λαχανικών έχουν την ικανότητα και μπορούν να συνεργάζονται και με χώρες και αγοραστές εκτός της ΕΕ», διατύπωσε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ειδικός σύμβουλος του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής Διακίνησης Φρούτων Λαχανικών και Χυμών «Incofruit Hellas», Γιώργος Πολυχρονάκης.
Πάντως, επειδή όπως είπε χαρακτηριστικά «των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν», κάλεσε την πολιτεία να εξασφαλίσει έγκαιρα την κατάλληλη εκπαίδευση-πληροφόρηση για τις διαδικασίες εξαγωγής προς τρίτες χώρες σε πολλούς μικρομεσαίους εμπόρους νωπών οπωροκηπευτικών της χώρας μας που στερούνται των καταλλήλων γνώσεων.
«Δουλεύουμε και εξάγουμε προϊόντα σε μακρινούς προορισμούς και το εμπόριο μας πηγαίνει καλά, οπότε πρέπει να αρχίσουμε να εξετάζουμε πώς θα ανταποκριθούμε στο ενδεχόμενο το εμπόριο να γίνει δύσκολο», επισήμανε ο ίδιος, προσθέτοντας πως «ίσως χρειαστεί να προσλάβουμε επιπλέον προσωπικό για να οργανώσουμε τις διαδικασίες με αποτελεσματικότερο τρόπο, να προβλέψουμε τυχόν επιβαρύνσεις, τόσο μεταφορικών, όσο και τελωνειακών».
Πάντως, αναγνωρίζοντας ότι κατά την πορεία προς το Brexit «η αγορά των φρούτων και λαχανικών έχει διαταραχθεί από τον αντίκτυπο των προσαρμογών των τιμών και της απώλειας αξίας της λίρας», ο κ. Πολυχρονάκης τόνισε «η προαναφερόμενη εξέλιξη, καθιστά τα ελληνικά προϊόντα σχετικά ακριβότερα για τον Βρετανό καταναλωτή. Ωστόσο, αναμένεται να φανεί τι θα συμβεί πραγματικά και τι είδους συμφωνία θα υπάρξει».
Εκφράζοντας την περιέργειά του για τη συμφωνία που τελικά θα προκύψει, ο κ. Πολυχρονάκης επανέλαβε ότι «το Ηνωμένο Βασίλειο είναι μια σημαντική αγορά για το ελληνικό εξαγωγικό εμπόριο φρούτων και λαχανικών νωπών και μεταποιημένων αντιπροσωπεύοντας το 8% σε αξία και το 5,5% των συνολικών μας εξαγωγών σε φρούτα και λαχανικά (νωπών και μεταποιημένων)».
Ανάγκη κινητοποίησης
Χαρακτηρίζοντας «πρόκληση» την όλη διαδικασία του Brexit, ο κ. Πολυχρoνάκης τόνισε ότι «πρέπει ολόκληρος ο τομέας να ασχοληθεί με αυτό, σε εγχώριο, αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο» και υπογράμμισε «οι εταιρείες εισαγωγής στο Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκονται σε μια κατάσταση ανασφάλειας, όπως και οι προμηθευτές τους στα άλλα κράτη-μέλη».
«Με τα όσα έχουν γίνει μέχρι σήμερα γνωστά, η κατάσταση μπορεί ακόμα να πάει προς όλες τις κατευθύνσεις», τόνισε και διερωτήθηκε: «θα υπάρξουν εισαγωγικοί δασμοί; τι είδους φυτοϋγειονομικές επιπτώσεις θα έχει το Brexit στην εμπορική συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο. Θα επιβληθούν τελωνειακοί έλεγχοι και διατυπώσεις; Προγενέστερη πληροφόρηση ότι τα νωπά φρούτα και λαχανικά θα έχουν ελεύθερη διακίνηση (κατά το ισχύον καθεστώς της συμφωνίας Ε.Ε.-Χωρών ΕΖΕΣ) θα ισχύσει;»
Επισήμανε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι ανάγκη να προετοιμάσει σχέδια έκτακτης ανάγκης για το Brexit και προς αυτήν την κατεύθυνση η χώρα μας μπορεί, ομού με ομοιοπαραγωγές χώρες της Ε.Ε.-27, να ζητήσει την ψήφισή τους. Αυτά τα σχέδια θα πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα για τη στήριξη της αγοράς, σε περίπτωση στρεβλώσεων της, λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία της εξόδου, στα ιδιαίτερης ευαισθησίας και φθαρτότητας, των νωπών οπωροκηπευτικών.
Γνωστοποίησε ότι αν το Ηνωμένο Βασίλειο εγκαταλείψει την ΕΕ, και στον τομέα των φρούτων και λαχανικών ισχύσουν άλλοι τελωνειακοί κανόνες (και όχι η ενδοενωσιακή διακίνηση), τότε για να εξάγει μια επιχείρηση από την Ελλάδα προς το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να προετοιμασθεί μεταξύ άλλων για να αποκτήσει έναν αριθμό EORI. «Χρειάζεται αυτός ο αριθμός για να κάνει τελωνειακή διασάφηση», σημείωσε και πρόσθεσε ότι πρέπει να συμβληθεί με έναν εκτελωνιστή ή να αποκτήσει δυνατότητα σύνταξης και υποβολής διασάφησης εξαγωγής, και να πληροφορηθεί για όλα τα απαιτούμενα έγγραφα (τιμολόγια κ.α) προς ολοκλήρωση της εξαγωγής.