Αδύναμη πορεία συγχωνεύσεων και εξαγορών στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη το πρώτο τρίμηνο του 2024

Με αδύναμη διάθεση ξεκίνησε το 2024 η δραστηριότητα συγχωνεύσεων και εξαγορών (Σ&Ε) στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της EY, CEE M&A Barometer. Συγκεκριμένα, το πρώτο τρίμηνο του έτους ολοκληρώθηκαν 224 συμφωνίες, συνολικής αξίας 5,4 δισ. δολαρίων, σε 21 χώρες. Αυτό συνιστά μείωση 27% στον αριθμό των συμφωνιών και 58% στην αξία τους, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2023. Ιδιαίτερα, η περιοχή κατέγραψε μόλις ένα megadeal αξίας άνω του ενός δισ. δολαρίων, ενώ πέρυσι είχαν πραγματοποιηθεί πέντε τέτοιες συμφωνίες.

Η έκθεση υπογραμμίζει ότι η Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη συνεχίζει να αντιμετωπίζει μακροοικονομικές προκλήσεις, με την υποτονική εγχώρια ζήτηση και τη μειωμένη ζήτηση στο εξωτερικό να περιορίζουν τις αναπτυξιακές προοπτικές. Εντούτοις, η σταδιακή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και η ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών ισχυρών οικονομιών της περιοχής, όπως η Ουγγαρία και η Τσεχία, αναμένεται να ενισχύσουν τις ροές κεφαλαίου και τις επενδύσεις, όχι όμως πριν από τα τέλη του 2024.

Η Πολωνία διατηρεί την πρωτοκαθεδρία σε αριθμό συμφωνιών Σ&Ε, με 59 συναλλαγές – ωστόσο, αυτό συνιστά μείωση 28% σε ετήσια βάση και 39% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο. Αντίθετα, στην κορυφή της κατάταξης με βάση την αξία των συμφωνιών βρίσκεται η Τσεχία, με 2,7 δισ. δολάρια, θέση που κατείχε η Ελλάδα το τελευταίο τρίμηνο του 2023 με 5,0 δισ. δολάρια. Στην Τσεχία, πραγματοποιήθηκε μία από τις μεγαλύτερες συμφωνίες του πρώτου τριμήνου, αξίας 924 εκατ. δολαρίων, στον τομέα της ενέργειας.

Στην Ελλάδα, το πρώτο τρίμηνο του 2024, πραγματοποιήθηκαν 13 συμφωνίες Σ&Ε (11 εταιρικές και δύο από ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια), μειωμένες κατά 50% σε ετήσια βάση και 19% σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του 2023. Η συνολική αξία των συμφωνιών αυτών διαμορφώθηκε στα 191 εκατ. δολάρια, σημειώνοντας μείωση 96% σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του 2023 και 37% σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο της περασμένης χρονιάς.

Οι συμφωνίες που ολοκληρώθηκαν στην Ελλάδα αφορούσαν κυρίως τους κλάδους του real estate και της τεχνολογίας. Η εξαγορά εταιρείας λογισμικού που ολοκληρώθηκε στην Ελλάδα έναντι 140 εκατ. δολαρίων, αποτέλεσε τη μεγαλύτερη σε αξία συναλλαγή στον τομέα της τεχνολογίας στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και την όγδοη μεγαλύτερη στην περιοχή, ανεξαρτήτως τομέα δραστηριότητας.

Ο τομέας της τεχνολογίας διατήρησε την πρωτοκαθεδρία στον αριθμό των συμφωνιών στην περιοχή, με 54 συναλλαγές αξίας 612 εκατ. δολαρίων, αν και σημείωσε μείωση 23% στον αριθμό των συναλλαγών και 37% στην αξία τους σε ετήσια βάση. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται ο τομέας της ενέργειας, με 41 συμφωνίες αξίας 1,2 δισ. δολαρίων, ενισχυμένος από την ανάγκη στροφής προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Η μεγαλύτερη αξία συναλλαγών παρατηρήθηκε στον τομέα καταναλωτικών προϊόντων, με 39 συμφωνίες αξίας 1,2 δισ. δολαρίων, μειωμένες κατά 17% και 16% αντίστοιχα σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, και κατά 11% και 69% σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο.

Οι εγχώριες συμφωνίες κυριάρχησαν, τόσο ως προς τον αριθμό όσο και ως προς την αξία τους. Συνολικά, το πρώτο τρίμηνο του 2024, ολοκληρώθηκαν 125 εγχώριες συμφωνίες αξίας 2,3 δισ. δολαρίων, σημειώνοντας μείωση και στις δύο περιπτώσεις.

Η δραστηριότητα των εισερχόμενων Σ&Ε επίσης υποχώρησε, με 72 συμφωνίες αξίας 1,2 δισ. δολαρίων, μειωμένες κατά 35% και 46% αντίστοιχα σε ετήσια βάση. Οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία και η Ελβετία ήταν οι πιο ενεργοί αγοραστές στην περιοχή. Αντίθετα, η συνολική αξία των εξερχόμενων Σ&Ε σχεδόν διπλασιάστηκε σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα 1,9 δισ. δολάρια, με βασικές αγορές-στόχους τη Φινλανδία, τη Γερμανία και την Ιταλία.

Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έκθεσης, εταίρος και επικεφαλής του Τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων της EY Ελλάδος δήλωσε: «Η υποχώρηση της δραστηριότητας των συγχωνεύσεων και εξαγορών στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, λόγω της οικονομικής επιβράδυνσης και των γεωπολιτικών προκλήσεων, επηρεάζει και την Ελλάδα. Οι Σ&Ε είναι απαραίτητες για την ενίσχυση της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων και τον καθορισμό του ρόλου τους στην παγκόσμια αγορά. Το τελευταίο τρίμηνο του 2023, όπου η Ελλάδα κατέγραψε τη μεγαλύτερη αξία συναλλαγών στην περιοχή, επιβεβαιώνει ότι οι συνθήκες είναι ώριμες και οι προοπτικές παραμένουν θετικές, αν και το παράθυρο ευκαιρίας αναμένεται να ανοίξει προς το τέταρτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους».

©

Loading