Απασχόληση και ανεργία στην Ελλάδα: Δραματική αύξηση ωρών εργασίας για το 70% των εργαζομένων. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την απασχόληση κατά το γ’ τρίμηνο του 2024 καταγράφουν ένα σημαντικό παράδοξο: Από τη μία μειώθηκε σημαντικά η ανεργία στο 9% από 9,8% το β΄ τρίμηνο, από την άλλη δεν συνοδεύθηκε από αύξηση της απασχόλησης. Ο αριθμός των απασχολούμενων παρουσίασε μια οριακή συρρίκνωση κατά 0,1%, φθάνοντας σχεδόν στα 4,24 εκατομμύρια άτομα.
Ένα μέρος της μείωσης της ανεργίας, όπως την υπολογίζει η ΕΛΣΤΑΤ, οφείλεται στο αυξανόμενο ποσοστό του πληθυσμού που δεν προσμετράται στο εργατικό δυναμικό. Περισσότερα από 4,26 εκατομμύρια άτομα δεν εργάζονται, αλλά ούτε αναζητούν απασχόληση. Ειδικότερα, τα άτομα εκτός εργατικού δυναμικού κάτω των 75 ετών είναι περισσότερα από 3 εκατομμύρια και το ποσοστό τους αυξήθηκε κατά 1,2% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Εν τω μεταξύ, ένα άλλο σημαντικό στοιχείο είναι ότι το 70% των εργαζομένων εργάζονται πάνω από 40 ώρες την εβδομάδα, με πάνω από 80% να δηλώνει ότι αυτές είναι οι συνηθισμένες ώρες εργασίας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Η υπερεργασία έχει γίνει καθεστώς, ενώ οι Έλληνες κατατάσσονται στην κορυφή της μέσης εργάσιμης εβδομάδας στην Ευρώπη.
Εφόσον η μερική απασχόληση ανήλθε σε περίπου 270.000 εργαζόμενους, προκύπτει σοβαρή ασυμφωνία στα στοιχεία μεταξύ της ΕΛΣΤΑΤ και του Ε-ΕΦΚΑ, που καταγράφει 644.000 μερικώς απασχολούμενους μόνο στον ιδιωτικό τομέα.
Καθώς πολλές χώρες στην Ευρώπη υιοθετούν πειραματικές μεθόδους τετραήμερης εργασίας, η Ελλάδα διατηρεί υψηλά επίπεδα εβδομαδιαίας εργασίας, γεγονός που εγείρει ερωτήματα για την εργασιακή ποιότητα και την ευημερία των εργαζομένων.
Πηγή περιεχομένου: in.gr