Με νέο Special Report ο ΣΕΒ επανέρχεται στο θέμα των παρεμβάσεων τόσο στο «πτωχευτικό δίκαιο» όσο και σε ζητήματα που άπτονται των διαγραφών οφειλών προς το κράτος, τον χειρισμό των φορολογικών επιπτώσεων μιας διαγραφής και την πραγματική δεύτερη ευκαιρία για όσους βαρύνονται από χρέη επιχειρήσεων, επισημαίνοντας ότι χρειάζονται κρίσιμες παρεμβάσεις για να υπάρξει αποτελεμσατικό νομοθετικό πλαίσιο.
Στο Special Report ο ΣΕΒ τονίζει πως «επανέρχεται, με μια αίσθηση επείγοντος, στο ζήτημα της διαχείρισης της επιχειρηματικής αποτυχίας μετά την παρέμβαση που είχε πραγματοποιήσει το Νοέμβριο του 2017, τόσο μέσω του ειδικού εργαστήριου διαβούλευσης «Ένα λειτουργικό πλαίσιο εξυγίανσης και πτώχευσης επιχειρήσεων ως προϋπόθεση ανάκαμψης της οικονομίας» αλλά και σχετικής μελέτης και Special Report» και τονίζει πως επαναλαμβάνει προτάσεις που είχαν γίνει τότε και δεν έχουν υλοποιηθεί ακόμα.
Επιπλέον, οι προτάσεις συμπληρώνονται και προσαρμόζονται στην εμπειρία από την εφαρμογή διατάξεων που τότε ήταν ακόμα πρόσφατες αλλά και στις εξελίξεις που έχουν υπάρξει τον τελευταίο χρόνο και στο πλαίσιο αυτό ο ΣΕΒ τονίζει ότι χωρίς ένα πλήρως λειτουργικό και αποτελεσματικό προ-πτωχευτικό και πτωχευτικό πλαίσιο:
α) δεν θα επιτευχθούν οι φιλόδοξοι στόχοι μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και ειδικά των επιχειρηματικών μη εξυπηρετούμενων δανείων,
β) δεν θα είναι εφικτή η προσέλκυση ικανών στελεχών για τη διοίκηση των επιχειρήσεων που χρειάζονται εξυγίανση και
γ) δεν θα αποκτήσει η χώρα τις προϋποθέσεις υγιούς χρηματοδότησης στον επόμενο αναπτυξιακό κύκλο της.
«Από τις εργασίες της Ομάδας Πτωχευτικού και της Επιτροπής Φορολογικών του ΣΕΒ καταγράφεται ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλές και σημαντικές ενέργειες για τη βελτίωση του σχετικού πλαισίου. Καταγράφεται όμως, επίσης, ότι, μεταξύ άλλων, παραμένει η ανάγκη για κρίσιμες παρεμβάσεις» σε τομείς τους οποίους αναφέρει ως εξής:
Διασφάλιση ότι επιχειρήσεις που έχουν πτωχεύσει αλλά βρίσκονται σε λειτουργία μπορούν να διασωθούν ακόμα και όταν δε συνεργάζονται οι διοικήσεις τους.
Σαφή κριτήρια στις πτωχευτικές διαδικασίες που να προστατεύουν πιστωτές αλλά και τους μετόχους επιχειρήσεων που ακόμα διατηρούν θετική οικονομική αξία.
Οι διαδικασίες εκποίησης να έχουν σε όλες τις περιπτώσεις την εμπιστοσύνη των πιστωτών, ταχύτητα, ευελιξία, διαφάνεια και να εξασφαλίζουν την ταχεία ανάκτηση της μεγαλύτερης δυνατής αξίας.
Ο «εξωδικαστικός» να γίνει πραγματικά εξωδικαστικός για μικρές επιχειρήσεις με χρέη κυρίως προς το δημόσιο και τις τράπεζες, ενώ και οι διαδικασίες εξυγίανσης μεγαλύτερων επιχειρήσεων να βελτιωθούν σε κρίσιμα σημεία. Και στις δυο περιπτώσεις το κράτος να διαγράφει και αυτό απαιτήσεις ισότιμα και ακολουθώντας τις διαγραφές που προτείνει ο ιδιωτικός τομέας, ενώ η αναζήτηση ευθυνών στα στελέχη που διαγράφουν οφειλές να προαπαιτεί την δίωξη τους και από τον εργοδότη τους.
Η «δεύτερη ευκαιρία» για τους έντιμους που βαρύνονται από χρέη προερχόμενα από επιχειρηματική δραστηριότητα να είναι πραγματική, αυτόματη και να μην περιορίζει αναίτια τη μελλοντική επαγγελματική δραστηριότητα.
Να απομακρυνθούν τα πολλά και σημαντικά φορολογικά εμπόδια και αντικίνητρα που ορθώνει το κράτος στις προσπάθειες διάσωσης αξίας προς όφελος των οφειλετών, πιστωτών, εργαζομένων και τελικά του ίδιου του δημοσίου, όπως ενδεικτικά να επιστρέφεται ο ΦΠΑ που αναλογεί σε διαγραφόμενες απαιτήσεις, όπως ορίζει και πρόσφατη απόφαση του ΣΤΕ, και η σχετική ζημιά να συμψηφίζεται με τα κέρδη των επόμενων, τουλάχιστον, 10 ετών.
Να εκλογικευτεί το πλαίσιο που αναζητά σε φυσικά πρόσωπα χρέη επιχειρήσεων προς το δημόσιο και οι δρακόντειες προβλέψεις του οποίου πλέον αποτρέπουν κάθε έλλογο στέλεχος από την εμπλοκή σε εγχειρήματα διάσωσης επιχειρήσεων. Ενδεικτικά, η αναζήτηση ευθύνης σε στελέχη για οφειλές τις οποίες δεν μπορεί να καταβάλει η επιχείρηση ειδικά όταν αυτή βρίσκεται υπό εξυγίανση ή που προκύπτουν από εξωλογιστικό προσδιορισμό να προαπαιτεί απόδειξη δόλου ή/και αμέλειας καθώς και αναλογικό επιμερισμό.