«Σε επιφυλακή» παραμένει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μετά τη σημερινή μείωση των επιτοκίων κατά 0,25%.
Όπως ανέφερε η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, η αβεβαιότητα που επικρατεί μετά την επιβολή των δασμών -οι οποίοι κατά μέσο όρο μέχρι στιγμής φθάνουν το 13%- αναγκάζει την ΕΚΤ να βρίσκεται σε επαγρύπνηση για να αντιδράσει εάν αυτό απαιτηθεί, παρόλο που εμμέσως πλην σαφώς άφησε να εννοηθεί ότι βρισκόμαστε κοντά στο κλείσιμο του κύκλου μείωσης των επιτοκίων. Η ίδια υπογράμμισε ότι ήδη βιώνουμε ένα «αρνητικό σοκ» στη ζήτηση το οποίο θα οδηγήσει σε επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας στην ευρωζώνη, απέφυγε ωστόσο να ποσοτικοποιήσει την επίπτωση στο ΑΕΠ. Αντίθετα, στο μέτωπο του πληθωρισμού, η επίπτωση δεν είναι ακόμη σαφής, καθώς οι πιέσεις που προκαλούνται από την άνοδο των τιμών των εισαγόμενων προϊόντων σε ένα βαθμό αντισταθμίζονται από την ανατίμηση του ευρώ.
Όσον αφορά τις επόμενες κινήσεις στο μέτωπο των επιτοκίων, αυτές θα εξαρτηθούν από τα στοιχεία και πιο συγκεκριμένα από τις προβλέψεις για την πορεία του πληθωρισμού και του ΑΕΠ, που θα έχει στη διάθεσή της η ΕΚΤ τον Ιούνιο. Από τη σημερινή ανακοίνωση προκύπτει ότι η ΕΚΤ, μετά τη σημερινή μείωση του επιτοκίου κατά 0,25% στο 2,25%, βρίσκεται πολύ κοντά στο επιθυμητό επίπεδο των επιτοκίων. Όπως ανέφερε η Κριστίν Λαγκάρντ, απαλείφθηκε ο χαρακτηρισμός της νομισματικής πολιτικής ως περιοριστικής. Επίσης, το «κατώφλι για το βασικό επιτόκιο» της ΕΚΤ έχει αποσυνδεθεί από το λεγόμενο «ουδέτερο επιτόκιο», το οποίο δεν έχει πλέον νόημα στις παρούσες συνθήκες.
Η σημερινή απόφαση για τη μείωση του επιτοκίου, η οποία ελήφθη με ομοφωνία, αντανακλά την εκτίμηση της ΕΚΤ ότι η διαδικασία αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού βρίσκεται σε καλό δρόμο. Ο πληθωρισμός συνέχισε να εξελίσσεται όπως ανέμεναν οι εμπειρογνώμονες, με τον γενικό και τον πυρήνα του πληθωρισμού να υποχωρούν τον Μάρτιο.
Ο πληθωρισμός των υπηρεσιών έχει μειωθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες. Οι περισσότεροι δείκτες του υποκείμενου πληθωρισμού υποδηλώνουν ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί γύρω από τον μεσοπρόθεσμο στόχο του Διοικητικού Συμβουλίου για ρυθμό 2% σε διατηρήσιμη βάση. Οι κίνδυνοι για την ανάπτυξη έχουν αυξηθεί, λόγω της μεγάλης κλιμάκωσης των παγκόσμιων εμπορικών εντάσεων, οι οποίες πιθανώς θα μειώσουν τις εξαγωγές και θα περιορίσουν τις επενδύσεις και την κατανάλωση.
Οι γεωπολιτικές εντάσεις, όπως ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, παραμένουν σημαντική πηγή αβεβαιότητας. Ταυτόχρονα, η αύξηση των δαπανών για την άμυνα και τις υποδομές θα μπορούσε να ενισχύσει την ανάπτυξη.
Οι αυξανόμενες διαταραχές του παγκόσμιου εμπορίου προσθέτουν αβεβαιότητα στις προοπτικές του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ. Ωστόσο, η πτώση των παγκόσμιων τιμών της ενέργειας και η ανατίμηση του ευρώ θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν τις πιέσεις πληθωρισμού.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
