Η οικονομία του Αφγανιστάν παρουσιάζει ενδείξεις μέτριας ανάκαμψης, όμως οι προκλήσεις παραμένουν πολλές και το μέλλον «αβέβαιο», ανέφερε χθες η Παγκόσμια Τράπεζα.
«Οι δημοσιονομικοί περιορισμοί, οι εμπορικές ανισορροπίες και η περιορισμένη δυναμικότητα για δημόσιες επενδύσεις» είναι ανάμεσα στις βασικές προκλήσεις που μένουν να αντιμετωπιστούν, σύμφωνα με την περίληψη έκθεσης του διεθνούς χρηματοπιστωτικού θεσμού με έδρα την Ουάσιγκτον.
Αν και η ανάπτυξη έφθασε το 2,7% του ΑΕΠ, κυρίως λόγω της ιδιωτικής κατανάλωσης, αυτό δεν επέτρεψε να ανακτηθεί παρά «μόλις 10% των ζημιών», σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Το Αφγανιστάν παραμένει βυθισμένο σε μείζονα οικονομική κρίση μετά την επιστροφή των Ταλιμπάν στην εξουσία τον Αύγουστο του 2021.
Η de facto κυβέρνησή τους, που δεν έχει αναγνωριστεί από καμία άλλη χώρα μέχρι σήμερα, δεν μπορεί να αναμένει διεθνή βοήθεια – που, πριν από την ανατροπή της προηγούμενης κυβέρνησης, αντιστοιχούσε σχεδόν στο 80% του αφγανικού προϋπολογισμού.
«Οι μακροπρόθεσμες αναπτυξιακές προοπτικές του Αφγανιστάν εξαρτώνται από την εκμετάλλευση του μεγάλου δυναμικού του εσωτερικού ιδιωτικού τομέα και από τη βελτίωση του συνολικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος», ανέφερε ο διευθυντής του τμήματος της Παγκόσμιας Τράπεζας για το Αφγανιστάν Φάρις Χαντάντ-Ζερβός.
Προϋπόθεση είναι, σύμφωνα με τον ίδιο, να γίνουν περισσότερες επενδύσεις, να διευκολυνθεί η πρόσβαση σε χρηματοδότηση για τους μικρούς εμπόρους και να υποστηριχθούν οι γυναίκες που επιδίδονται σε επιχειρηματική δραστηριότητα.
Η ελαφριά ανάπτυξη της οικονομίας, μαζί με την πτώση τιμών των τροφίμων, βελτίωσε λιγάκι την κατάσταση για τα νοικοκυριά, όμως πολλοί δυσκολεύονται ακόμη να καλύψουν τις πιο βασικές τους ανάγκες και «η φτώχεια παραμένει γενικευμένη», παρατήρησε η Παγκόσμια Τράπεζα.
Η επιδείνωση του εμπορικού ελλείμματος, που αποδίδεται στην αύξηση των εισαγωγών εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης ξένων προϊόντων και της τόνωσης της δραστηριότητας της αφγανικής βιομηχανίας και βιοτεχνίας, είναι ακόμη μια πηγή ανησυχίας.