Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών θεμελιώνει πρόοδο για εργοδότες και εργαζομένους, με σημαντικές επιπτώσεις στον κρατικό προϋπολογισμό.
Κέρδος τόσο για τους εργοδότες όσο και για τους εργαζομένους αναμένεται να έχει η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 1%, η οποία θα τεθεί σε εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου του 2025. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως οι ασφαλιστικές εισφορές των μισθωτών θα πέσουν στο ποσοστό 35,18%, έναντι του ποσοστού 36,18% που θα ισχύει την 31η Δεκεμβρίου 2024. Η επίδραση στον κρατικό προϋπολογισμό είναι σημαντική, καθώς κάθε ποσοστιαία μονάδα μείωσης αντιστοιχεί σε περίπου 400 εκατ. ευρώ λιγότερα έσοδα για τον ΕΦΚΑ.
Από την 1η Ιανουαρίου 2025, οι εργοδοτικές εισφορές από τα 223 ευρώ τον μήνα θα πέσουν στα 218 ευρώ. Για παράδειγμα, έστω εργαζόμενος με μεικτές αποδοχές 1.000 ευρώ τον μήνα. Σήμερα, οι καθαρές αποδοχές του, αφαιρουμένων των εργατικών εισφορών, ανέρχονται σε 861 ευρώ. Με τον νέο χρόνο θα ανέλθουν σε 866 ευρώ, δηλαδή θα αυξηθούν κατά 4 ευρώ τον μήνα ή 56 ευρώ ετησίως.
Όσον αφορά τις εργοδοτικές εισφορές, από τα 223 ευρώ/μήνα θα πέσουν στα 218 ευρώ από την 1η Ιανουαρίου 2025. Δηλαδή, ο εργοδότης θα κερδίσει 5 ευρώ/μήνα ή 70 ευρώ ετησίως. Επισημαίνεται ότι η μείωση θα προκύψει από το σκέλος των εισφορών υγείας, οι οποίες θα υποχωρήσουν στο 6,10%, με την εργοδοτική εισφορά ασθένειας που είναι σήμερα στο 4,55% να πέφτει στο 4,05% από το επόμενο έτος, και οι εισφορές ασθένειας των εργαζομένων, που είναι στο 2,55%, να μειώνονται στο 2,05%.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ για το Ασφαλιστικό, η Ελλάδα βρίσκεται στην τρίτη θέση με τις υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές για σύνταξη (κύρια και επικουρική), καθώς εργοδότες και εργαζόμενοι καταβάλλουν το 26% του μισθού, έναντι 18,2% που ισχύει κατά μέσον όρο στις χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης.
Την ίδια ώρα, η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μία ποσοστιαία μονάδα, που θα ισχύσει από τις αρχές του 2025 τόσο για τους εργαζομένους στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, φέρνει την Ελλάδα πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, καθώς και στον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ.
Ολόκληρο το προηγούμενο διάστημα, οι διεθνείς οργανισμοί έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας ότι το υψηλό μη μισθολογικό κόστος συνιστά ένα ισχυρό αντικίνητρο για επενδύσεις, ενώ παράλληλα ψαλιδίζει το εισόδημα των εργαζομένων. Έτσι, με δεδομένη και την περαιτέρω μείωση κατά μισή μονάδα το 2027, η συνολική επιβάρυνση εργοδοτών και εργαζομένων θα έχει μειωθεί κατά 5,9 ποσοστιαίες μονάδες από το 2019, με αποτέλεσμα η χώρα μας να προσεγγίζει τον μέσο όρο των κρατών του ΟΟΣΑ και να πλησιάζει αυτόν των ευρωπαϊκών χωρών όσον αφορά τη φορολογική σφήνα (tax wedge) της ασφάλισης στην εργασία, στο 34,5%.