Διερεύνηση των παραγόντων που εμποδίζουν τη μείωση των τιμών στα φρούτα και τα λαχανικά στην Ελλάδα. Τα περιθώρια κέρδους για τους συμμετέχοντες στην εφοδιαστική αλυσίδα φρούτων και λαχανικών παραμένουν χαμηλά, γεγονός που επισημαίνει ο ΙΕΛΚΑ. Επιπλέον, δεν υπάρχουν προοπτικές μείωσης των κόστους που καθορίζουν τις τελικές τιμές, σύμφωνα με τη στοχευμένη έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών.
Η έρευνα περιλάμβανε μια ποικιλία δεδομένων από παραγωγούς, χονδρεμπόρους και λιανέμπορους, καθώς και στοιχεία από τις καταναλωτικές προτιμήσεις. Συγκεκριμένα, αναλύθηκαν τα τρία πιο δημοφιλή φρούτα και τα τρία πιο δημοφιλή λαχανικά που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 50% των συνολικών πωλήσεων. Οι αγορές αναδεικνύουν τη λαϊκή αγορά ως το κύριο κανάλι πώλησης, με ποσοστό που αγγίζει το 50%, ακολουθούμενη από τα σουπερμάρκετ και τα οπωροπωλεία.
Σύμφωνα με τα δεδομένα του ΙΕΛΚΑ, το 43% της τελικής τιμής προέρχεται από τον παραγωγό, με σημαντικά κομμάτια των εσόδων να διαμοιράζονται σε άλλους εμπλεκόμενους όπως το λιανεμπόριο και το χονδρεμπόριο. Ορισμένα από τα κόστη που προσδιορίζουν τις τελικές τιμές περιλαμβάνουν τα logistics, τα μισθολογικά κόστη και την ενέργεια, με τους φόρους του δημοσίου να επηρεάζουν επίσης τη διαμόρφωση τιμής κατά περίπου 25%.
Η έρευνα του ΙΕΛΚΑ υποδεικνύει ότι οι τιμές παραγωγού και οι τελικές τιμές πώλησης έχουν ακολουθήσει παρόμοιες πορείες τα τελευταία χρόνια, γεγονός που καθιστά δύσκολη την εκτίμηση μελλοντικών μειώσεων. Η προοπτική να βελτιωθούν οι καιρικές συνθήκες και να αυξηθεί η παραγωγικότητα μπορεί να συμβάλει θετικά στον τομέα, αν και οι περισσότερες κατηγορίες κόστους δεν φαίνεται να έχουν περιθώρια μείωσης.
Πηγή περιεχομένου: in.gr