Για σημαντική περαιτέρω επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας προειδοποιεί ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) με την ενδιάμεση έκθεσή του που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα. Στην έκθεσή του, με τίτλο: «Προειδοποίηση: Έρχεται χαμηλή ανάπτυξη», ο ΟΟΣΑ έχει αναθεωρήσει πτωτικά τις προβλέψεις που είχε κάνει τον Μάιο και πλέον εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας θα περιορισθεί από το 3,6% το 2018 στο 2,9% φέτος και το 3% το 2020, που είναι τα χαμηλότερα ποσοστά από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, «με τους καθοδικούς κινδύνους να συνεχίζουν να αυξάνονται».
Για την οικονομία της Ευρωζώνης, ο ΟΟΣΑ προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης μόλις 1,1% για φέτος και 1% για το 2020 από 1,9% το 2018. Σε περίπτωση ενός Brexit χωρίς συμφωνία, εκτιμά ότι το ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα είναι χαμηλότερο περισσότερο από 0,5% το 2020 και το 2021 από ό,τι θα ήταν διαφορετικά. Ο διεθνής οργανισμός θεωρεί ότι δεν αρκεί η χαλαρή νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα της πολύ χαμηλής ανάπτυξης, τονίζοντας ότι «η χρήση της δημοσιονομικής πολιτικής και διαρθρωτικών πολιτικών, μαζί με τη νομισματική πολιτική, θα ήταν πιο αποτελεσματική για την ανάπτυξη και θα δημιουργούσε λιγότερες χρηματοπιστωτικές στρεβλώσεις».
Στην περίπτωση ενός Brexit χωρίς συμφωνία, ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι η νομισματική πολιτική θα μπορούσε να γίνει πιο χαλαρή στις ευρωπαϊκές οικονομίες, που βρίσκονται αντιμέτωπες με ένα σοκ αποπληθωρισμού. Μία πιο αποτελεσματική προσέγγιση θα ήταν η εφαρμογή στοχευμένων και προσωρινών μέτρων για τη στήριξη επενδύσεων σε ορισμένους τομείς και μία βοήθεια με την επανεκπαίδευση εργαζομένων που έχουν απολυθεί και με τη δημιουργία θέσεων εργασίας στις χώρες που έχουν επηρεασθεί περισσότερο, σημειώνει ο Οργανισμός. «Θα μπορούσε επίσης να γίνει δυνατή μία προσωρινή προσαρμογή του πλαισίου για την κρατική βοήθεια για να παρασχεθεί ευρύτερη στήριξη, όπως έγινε στο ζενίθ της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008-09 ή να δοθεί μεγαλύτερο περιθώριο στο πλαίσιο των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ στις οικονομίες που έχουν επηρεασθεί, αναγνωρίζοντας τις εξαιρετικές καταστάσεις». Εάν η κατάσταση επιδεινωθεί σημαντικά, συνεχίζει ο ΟΟΣΑ, «μία μεγαλύτερης έκτασης δημοσιονομική στήριξη από τις χώρες – μέλη της ΕΕ, ιδιαίτερα από εκείνες που έχουν μεγαλύτερο εμπόριο με τη Βρετανία, θα μπορούσε να προσφέρει μία έγκαιρη και μεγαλύτερη στήριξη της ζήτησης».
Για την οικονομία των ΗΠΑ, ο ΟΟΣΑ προβλέπει επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης από το 2,9% πέρυσι στο 2,4% φέτος και στο 2% το 2020, ενώ σημαντική προβλέπεται η επιβράδυνση και της κινεζικής οικονομίας στο 6,1% φέτος και το 5,7% το 2020 από 6,6% το 2018. Για την τουρκική οικονομία, ο ΟΟΣΑ προβλέπει ότι θα έχει φέτος ύφεση 0,3% (που είναι πάντως πολύ μικρότερη από αυτή που ανέμενε τον Μάιο), ενώ για το 2020 εκτιμά ότι θα επανέλθει σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης 1,6%.
Ο ΟΟΣΑ κάνει, μεταξύ άλλων, τις εξής επισημάνσεις:
– Η κλιμάκωση των εμπορικών εντάσεων πλήττει όλο και περισσότερο την εμπιστοσύνη και τις επενδύσεις, εντείνοντας την αβεβαιότητα που υπάρχει για τις πολιτικές, επηρεάζοντας αρνητικά τη διάθεση για ανάληψη κινδύνου στις χρηματοπιστωτικές αγορές και θέτοντας σε κίνδυνο τις προοπτικές μελλοντικής ανάπτυξης.
– Η ανάπτυξη αναθεωρήθηκε πτωτικά σε όλες σχεδόν τις οικονομίες της G20 για το 2019 και το 2020, ιδιαίτερα για εκείνες που είναι περισσότερο εκτεθειμένες στη μείωση του παγκοσμίου εμπορίου και επενδύσεων που έχει σημειωθεί φέτος.
– Η αποδιάρθρωση του εμπορίου και των διεθνών εφοδιαστικών αλυσίδων αποτελεί βαρίδι για τη ζήτηση αλλά έχει και μακροπρόθεσμο κόστος για την ανάπτυξη, καθώς μειώνει την παραγωγικότητα και τα κίνητρα για επενδύσεις.
– Η παραγωγή του τομέα των υπηρεσιών έχει αντέξει έως τώρα, χάρη στην εύρωστη καταναλωτική ζήτηση, αλλά η συνεχής αδυναμία του τομέα της μεταποίησης θα εξασθενίσει τη ζήτηση για εργασία, τα εισοδήματα των νοικοκυριών και τη δαπάνη.
– Παραμένει σημαντική η αβεβαιότητα για τον χρόνο και τη φύση της εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ.