Παράνομες ελληνοποιήσεις: Τελικά πόσο «ντόπια» είναι τα προϊόντα που βάζουμε στο τραπέζι μας;

Παράνομες ελληνοποιήσεις: Τελικά πόσο «ντόπια» είναι τα προϊόντα που βάζουμε στο τραπέζι μας;

Το διαχρονικό πρόβλημα των ελληνοποιήσεων δημιουργεί τεράστια ζητήματα στην αγορά, με τους παραγωγούς και τους καταναλωτές να ζητούν να ενταθούν οι έλεγχοι, για να μην βαφτίζονται ως ελληνικά τα προϊόντα που προέρχονται από το εξωτερικό.

Ρεπορτάζ: Γιώργος Φακής

Οι παράνομες ελληνοποιήσεις εισαγόμενων προϊόντων αποτελούν μείζον ζήτημα για την υγεία και την οικονομία εδώ και αρκετές δεκαετίες, αν και τα τελευταία χρόνια το πρόβλημα έχει διογκωθεί, παίρνοντας μεγάλες διαστάσεις σε όλη την Ελλάδα. Όλα ξεκινούν από τον μικρό αριθμό ελέγχων που γίνονται σε όλο το φάσμα της επικράτειας, με το θέμα να επηρεάζει άμεσα τόσο τους παραγωγούς, όσο και τους καταναλωτές.

Ουσιαστικά το ζήτημα αφορά μια σειρά από προϊόντα που παράγονται στην Ελλάδα, όπως το γάλα, το κρέας, το μέλι, διάφορα φρούτα κτλ. Σημειώνεται ότι οι εξαγωγές εδώ και αρκετά χρόνια πηγαίνουν πολύ καλά, αν και έχουν «κλείσει» διάφορες αγορές, όπως της Ρωσίας, της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας. Κατ’ επέκταση, οι ανάγκες των Ελλήνων καταναλωτών είναι μεγαλύτερες από τα προϊόντα που παραμένουν εντός της χώρας, με τις εισαγωγές να είναι απαραίτητες.

Στα σύνορα της χώρας εισάγονται διάφορα προϊόντα, τα οποία ωστόσο είναι απαραίτητο να φέρουν ετικέτα προέλευσης. Κάτι τέτοιο, σε πολλές περιπτώσεις, δεν συμβαίνει, με τους επιτήδειους να τα διοχετεύουν στην αγορά ως «ελληνικά», παραπλανώντας τους καταναλωτές. Ασφαλώς, άμεσα επηρεάζονται και οι παραγωγοί, οι οποίοι βλέπουν την αξία των προϊόντων τους να είναι ανάλογη με τα αντίστοιχα του εξωτερικού, παρότι η ποιότητα -στις περισσότερες περιπτώσεις- δεν είναι ίδια.

Προβληματισμός στους μελισσοκόμους – Επικίνδυνο για την υγεία το νοθευμένο μέλι

Το μέλι παράγεται σε πολλές περιοχές της χώρας, ωστόσο η αγορά… βρίθει από προϊόντα που έχουν υποστεί κάποιου είδους επεξεργασία. «Ως μελισσοκόμοι ζητάμε να νομοθετηθούν επιστημονικές μέθοδοι για την εξέταση του μελιού. Το πρόβλημα των ελληνοποιήσεων είναι σε έξαρση τα τελευταία χρόνια και εμείς έχουμε καταθέσει τις προτάσεις μας από κοινού με την επιστημονική κοινότητα. Χρειάζεται πολιτική βούληση για να καταπολεμηθεί το ζήτημα και είναι χρήσιμο να γνωρίζουν οι καταναλωτές τη βοτανική προέλευση του προϊόντος, αλλά και τον τόπο από όπου συλλέχθηκε το μέλι», υπογραμμίζει στην Politic η πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Αλεξάνδρα Σωτηράκη.

Οι εισαγωγείς μελιού έχουν περιθώριο δέκα ημερών για να δηλώσουν την ποσότητα που έχουν στα χέρια τους, γεγονός που τους δίνει τη δυνατότητα να το διοχετεύσουν στην αγορά. Εκεί, αναμειγνύεται με ελληνικό και μετά τη διενέργεια των ελέγχων που γίνονται θα… περάσει ως ελληνικό, παρότι θα είναι αμφιβόλου ποιότητας. «Έχουν βρεθεί καραμελοχρώματα, που μετατρέπουν το μέλι σε ένα επικίνδυνο προϊόν για την υγεία. Η εγχώρια παραγωγή δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες των καταναλωτών, ωστόσο με… κάποιον τρόπο καταφέρνουμε ως χώρα να εξάγουμε μέλι. Αυτό γίνεται λόγω των ελληνοποιήσεων. Βέβαια, το φαινόμενο δεν είναι αμιγώς ελληνικό, καθώς συμβαίνει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ισπανία. Εμείς ζητάμε να ενεργοποιηθεί η βάση δεδομένων, για να γνωρίζουμε το ισοζύγιο του μελιού. Να ξέρουμε τι δηλώνουν οι παραγωγοί και οι έμποροι, σε σύγκριση πάντα και με τις εισαγωγές», τονίζει η κα Σωτηράκη.

Επιπλέον, πάγιο αίτημα των μελισσοκόμων είναι η πραγματοποίηση κτηνιατρικών ελέγχων στα σύνορα και οι αναλύσεις να γίνονται στο Χημείο του Κράτους, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει μέχρι σήμερα, όπου τα αποτελέσματα προκύπτουν από ιδιωτικά εργαστήρια.

(ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΙΡΕΤΑΚΗΣ / EUROKINISSI)

«Η αγορά μελιού κάθε χρόνο μεγαλώνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όλες οι κυβερνήσεις δεν έχουν ακούσει τις προτάσεις που έχουν καταθέσει. Οι ΗΠΑ σχεδόν εξάλειψαν τη νοθεία και κατ’ επέκταση το νοθευμένο μέλι από την Κίνα, αλλά και από άλλες χώρες, έρχεται στην Ευρώπη. Σύμφωνα με έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 75% του προϊόντος είναι νοθευμένο, κατά παραγγελία των εμπόρων – νοθευτών. Το νοθεύουν γιατί έτσι μεγαλώνει το κέρδος τους, αφού το πουλάνε ως γνήσιο μέλι. Υπάρχουν ιδιωτικά εργαστήρια που πρακτικά επιβραβεύουν τη νοθεία, ενώ χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση για να βοηθήσουν στην πάταξη του φαινομένου», αναφέρει στην Politic ο ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Μελισσοκομίας του ΑΠΘ, Ανδρέας Θρασυβούλου.

«Τα σάκχαρα που περιέχει το νοθευμένο μέλι προκαλούν έκκριση ινσουλίνης για τον μεταβολισμό, που αν παραμείνει για μεγάλο διάστημα παρουσιάζεται ινσουλοαντίσταση και τα κύτταρα αντιστέκονται στην απορρόφηση της γλυκόζης. Αποτέλεσμα αυτών είναι να προκαλούνται προβλήματα στα νεφρά, ανεβαίνει το σπλαχνικό λίπος και όταν δόθηκε νοθευμένο μέλι σε πειραματόζωα, αποδείχθηκε ότι μειώθηκε η διάρκεια ζωής τους. Οι καταναλωτές πρέπει να αγοράζουν ελληνικό μέλι από παραγωγό ή μελισσοκομικούς συλλόγους. Το φτηνό προϊόν δεν είναι μέλι, είναι κάτι άλλο. Μιλάμε για μια κατάσταση που υφίσταται εδώ και 40 χρόνια. Τίποτα δεν θα διορθωθεί αν δεν υπάρχει πολιτική βούληση», εξηγεί ο κ. Θρασυβούλου.

Η νοθεία του γάλακτος με «προϊόν σε σκόνη» από το εξωτερικό

Κατά καιρούς έχουν εντοπιστεί διάφορες συσκευασίες γάλακτος που περιείχαν νοθευμένο προϊόν, το οποίο στην αγορά κυκλοφορούσε ως «ελληνικό», αλλά ήταν αποτέλεσμα ανάμιξης με σκόνη από χώρα του εξωτερικού. Περισσότερες πληροφορίες δίνει μέσα από την Politic o αναπληρωτής πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Κτηνοτρόφων Χρήστος Τσομπάνος: «Το πρόβλημα είναι διαχρονικό και όλες οι κυβερνήσεις έπρεπε να δείξουν μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση, για το καλό των κτηνοτρόφων και των καταναλωτών. Το γάλα σε σκόνη έρχεται από το εξωτερικό και χρησιμοποιείται από κάποιες βιομηχανίες. Η αλήθεια είναι ότι σε έναν βαθμό το φαινόμενο νοθείας του γάλακτος έχει περιοριστεί, καθώς το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης έχει συστήσει επιτροπή για τις ελληνοποιήσεις και επιβλήθηκαν πρόστιμα».

Ο λόγος που «συμφέρει» οικονομικά τις βιομηχανίες η νόθευση του γάλακτος με προϊόν σε σκόνη από το εξωτερικό είναι το υψηλό κόστος παραγωγής, που έχει ως αποτέλεσμα οι Έλληνες κτηνοτρόφοι να έχουν πλέον μεγαλύτερες ανάγκες σε σχέση με το παρελθόν. «Το γάλα από το εξωτερικό είναι υψηλής παστερίωσης και για τις τόσο αυξημένες τιμές του φρέσκου ευθύνονται κυρίως τα σούπερ μάρκετ. Εμείς ζητάμε να είναι ξεκάθαρη η χώρα προέλευσης του προϊόντος, ώστε οι καταναλωτές να επιλέγουν τι θέλουν να αγοράσουν. Η Ελλάδα έχει παραγωγή 600.000 τόνων αγελαδινού γάλακτος ετησίως, ωστόσο η κατανάλωση είναι σχεδόν τρεις φορές μεγαλύτερες εντός των συνόρων. Συνεπώς είναι απαραίτητες οι εισαγωγές. Ο ζωικός πληθυσμός έχει συρρικνωθεί τα τελευταία χρόνια, ωστόσο οι μονάδες που έχουν μείνει αύξησαν την παραγωγή. Θέλω να τονίσω ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για τη δημόσια υγεία από το εισαγόμενο γάλα, καθώς γίνονται αυστηροί έλεγχοι, αλλά θα πρέπει να υπάρχει ετικέτα, για να γνωρίζει ο κόσμος τι προϊόν καταναλώνει», συμπληρώνει ο κ. Τσομπάνος.

Τα αμνοερίφια και οι ελληνοποιήσεις εξ… Ρουμανίας

Κάθε Πάσχα η συζήτηση κινείται γύρω από την προέλευση των αμνοεριφίων, που έχει και άμεση συνάρτηση με την τιμή που θα πωλείται το κιλό σε κρεοπωλεία και σούπερ μάρκετ. Το Πάσχα των καθολικών ήταν και φέτος νωρίτερα από το ορθόδοξο, με αποτέλεσμα πολλά ελληνικά αρνιά να έχουν φύγει στο εξωτερικό, κάτι που καθιστά αναγκαία την εισαγωγή από άλλες χώρες, όπως η Ρουμανία.

«Έρχονται στη χώρα μας αρνιά από το εξωτερικό και τα βαφτίζουν ελληνικά. Κάποτε είχε γίνει νόμος ότι έπρεπε να αναφέρεται το είδος του κρέατος που αγοράζει ο καταναλωτής, αλλά στην πράξη δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Η μεγάλη απάτη γίνεται στα σημεία πώλησης, όπως τα σούπερ μάρκετ και τα κρεοπωλεία. Βέβαια, στα κρεοπωλεία είναι πιο σπάνιο το φαινόμενο των ελληνοποιήσεων, διότι υπάρχει μια σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στον κρεοπώλη και τον πελάτη. Βέβαια, το ότι ελληνοποιούνται αρνιά που έχουν γίνει εισαγωγή από το εξωτερικό είναι το αποτέλεσμα των ελέγχων που δεν γίνονται. Πριν από 15 χρόνια στον νομό Λάρισας υπήρχαν 42 κτηνίατροι και πλέον είναι μόνο οκτώ. Άρα δεν υπάρχουν άτομα για να γίνουν οι αναγκαίοι έλεγχοι και οι επιτήδειοι εκμεταλλεύονται την κατάσταση για να παραπλανήσουν τους καταναλωτές», αναφέρει ο γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Κτηνοτρόφων, Νίκος Παλάσκας.

Λόγω της εποχής και επειδή το Πάσχα των καθολικών ήταν νωρίτερα, τα αμνοερίφια φέτος θα είναι λιγότερα στην Ελλάδα σε σύγκριση με άλλες χρονιές. «Το 80% των αρνιών στο ελληνικό τραπέζι θα προέρχεται από τη Ρουμανία. Πρόσφατα βρεθήκαμε στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και επισημάναμε το τι ποσότητες υπάρχουν στην Ελλάδα, αλλά και τι πρόκειται να έρθει από το εξωτερικό. Είναι παράδοση το ψήσιμο του οβελία το Πάσχα και σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει το ΥΠΑΑΤ να κάνει πιο εντατικούς ελέγχους αυτές τις μέρες», προσθέτει ο κ. Παλάσκας.

Τα περισσότερα αμνοερίφια στο πασχαλινό τραπέζι, σύμφωνα με τον γραμματέα της Πανελλήνιας Ένωσης Κτηνοτρόφων, θα είναι από τη Ρουμανία, ωστόσο είναι μεγάλος ο κίνδυνος πολλά εξ αυτών να βαφτιστούν ελληνικά. «Το ελληνικό αρνί είναι πολύ καλύτερο ποιοτικό σε σχέση με το εισαγόμενο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Ευρωπαίοι αγοράζουν ελληνικά αμνοερίφια. Από τους κτηνοτρόφους τα αρνιά πωλούνται περίπου στα 8,50 ευρώ το κιλό. Γενικότερα, οι καταναλωτές είναι αναγκαίο να προσέξουν το τι θα αγοράσουν, καθώς αρνί κάτω από 13 ευρώ το κιλό, πιθανότατα δεν θα είναι ελληνικό ή θα είναι δεύτερης και τρίτης διαλογής», ξεκαθαρίζει ο κ. Παλάσκας.

Δείτε επίσης: Οι μελισσοκόμοι Χαλκιδικής ζητούν να σταματήσουν οι ελληνοποιήσεις και να μειωθεί το κόστος παραγωγής

Loading

Play