Η ταχεία εξάπλωση του κορονοϊού στην Ευρώπη και σε όλο σχεδόν τον κόσμο, με τα περιοριστικά μέτρα να ανακοινώνονται το ένα μετά το άλλο την περασμένη εβδομάδα, έκανε ξεκάθαρο ότι και οι επιπτώσεις του στην οικονομία θα είναι μεγάλες, αλλά και ότι θα χρειαστούν αντίστοιχα δραστικά μέτρα για τον περιορισμό τους. Ακόμη και αν η κρίση διαρκέσει λίγους μήνες, όπως είναι το βασικό σενάριο των διεθνών οικονομικών οργανισμών και των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης, και στο δεύτερο εξάμηνο του έτους αρχίσει να βελτιώνεται η κατάσταση, οι συνέπειες όσον αφορά τους ρυθμούς ανάπτυξης θα είναι σημαντικές. Το πλήγμα που δέχονται ολόκληροι κλάδοι από τα περιοριστικά μέτρα των κυβερνήσεων είναι βαρύ, η παραγωγή επηρεάζεται αρνητικά από τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες και η συνολική ζήτηση στην οικονομία μειώνεται.
Για την Ευρωζώνη, που η οικονομία της ήταν εξασθενημένη πριν από την εμφάνιση του κορονοϊού λόγω των εμπορικών πολέμων και του Brexit, ο κίνδυνος μίας ύφεσης είναι πλέον ορατός. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) είχε αναθεωρήσει πτωτικά την πρόβλεψή της για τον ρυθμό ανάπτυξης πριν ακόμη την καταιγίδα των μέτρων για τον περιορισμό της εξάπλωσης του κορονοϊού. Η τελευταία πρόβλεψή της ήταν ότι το ΑΕΠ της Ευρωζώνης θα αυξανόταν φέτος 0,8%, αλλά έχει πλέον ξεπερασθεί από τα πράγματα, όπως τόνισε και η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, στη συνέντευξη τύπου που έδωσε την περασμένη Πέμπτη. Η ΕΚΤ ανακοίνωσε τη χορήγηση μακροπρόθεσμων δανείων στις τράπεζες με ακόμη χαμηλότερο επιτόκιο, που μπορεί να φθάσει έως το -0,75%, με την προϋπόθεση ότι θα αυτές θα τα χρησιμοποιήσουν για να χρηματοδοτήσουν τις επιχειρήσεις, κυρίως τις μικρομεσαίες, που θα αντιμετωπίσουν προβλήματα λόγω του κορονοϊού. Παράλληλα, η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα αυξήσει τις αγορές κρατικών ομολόγων κατά 120 δισ. ευρώ έως το τέλος του 2020, ενώ χαλάρωσε και τους περιορισμούς που επιβάλλει στις τράπεζες όσον αφορά τα κεφάλαια που πρέπει να διατηρούν, ώστε να έχουν μεγαλύτερη άνεση για τη χρηματοδότηση της οικονομίας.
Τα μέτρα αυτά δεν ενθουσίασαν τις αγορές, με τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια να καταγράφουν την Πέμπτη τη μεγαλύτερη ιστορικά ημερήσια πτώση τους, ενώ και η Wall Street κατρακύλησε σχεδόν 10%, σημειώνοντας τη χειρότερη επίδοσή της από το 1987. Η Λαγκάρντ ξεκαθάρισε, ωστόσο, ότι απαιτείται «μία φιλόδοξη και συντονισμένη δημοσιονομική πολιτική», μεταφέροντας στις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης το μεγαλύτερο βάρος για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Πράγματι, πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να κάνει πολλά στη σημερινή συγκυρία, καθώς τα επιτόκια της ΕΚΤ είναι ήδη πολύ χαμηλά και οι αγορές ομολόγων της υπερβαίνουν τα 2,6 τρισ. ευρώ. Κατά την εκτίμησή τους, η ΕΚΤ μπορεί μόνο να διασφαλίσει ότι θα υπάρχει φθηνή ρευστότητα στις τράπεζες για να χρηματοδοτούν τις επιχειρήσεις που θα αντιμετωπίσουν αντίστοιχα προβλήματα και σε αυτή την κατεύθυνση κινήθηκαν τα μέτρα που πήρε.
Τα μέτρα της ΕΚΤ επέκρινε και ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, αλλά αρκετοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να κάνει πολλά στη σημερινή συγκυρία, καθώς τα επιτόκια της ΕΚΤ είναι ήδη πολύ χαμηλά και οι αγορές ομολόγων της υπερβαίνουν τα 2,6 τρισ. ευρώ.
Η φύση της σημερινής κρίσης είναι τέτοια που απαιτεί μεγάλης κλίμακας μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής για να στηριχθούν κλάδοι που πλήττονται, οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις που κλείνουν για την προστασία της υγείας από τον κορονοϊό, καθώς και για να επιδοτηθούν οι γονείς που πρέπει να μείνουν στο σπίτι με τα παιδιά για το διάστημα που είναι κλειστά τα σχολεία. Παράλληλα, βέβαια, θα πρέπει να αυξηθούν και οι δαπάνες για το σύστημα υγείας. Η ανάγκη για μεγάλα δημοσιονομικά πακέτα είναι προφανής και στην κατεύθυνση αυτή κινείται πλέον η Ευρωζώνη. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαμήνυσε ότι για τις δημοσιονομικές δαπάνες που αφορούν στην αντιμετώπιση του κορονοϊού θα γίνεται χρήση της προβλεπόμενης ευελιξίας του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης για έκτακτες καταστάσεις, ενώ ο πρόεδρος του Eurogroup, Μάριο Σεντένο, που συνεδριάζει τη Δευτέρα, 16 Μαρτίου, δήλωσε στους Financial Times ότι θα υπάρξει απόφαση για ένα πολύ μεγάλο πακέτο μέτρων.
Ακης Χαραλαμπίδης