Η Ευρώπη αντιμετωπίζει προκλήσεις ενεργειακής ασφάλειας και εμπορικών δασμών, με επιπτώσεις στην οικονομία. Η Ευρώπη συνεχίζει να αντιμετωπίζει μία εύθραυστη κατάσταση ενεργειακής ασφάλειας, καθώς, τρία χρόνια μετά το ενεργειακό σοκ, η παραγωγή φυσικού αερίου είναι σημαντικά χαμηλότερη από την κατανάλωση. Σύμφωνα με την S&P Global Commodity Insights, το 2024 η εγχώρια παραγωγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και το Ηνωμένο Βασίλειο θα διαμορφωθεί σε λιγότερο από 20% της συνολικής κατανάλωσης. Ενώ η ΕΕ έχει μειώσει την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο σε μόλις 8%, από 35% το 2021, η ενεργειακή ασφάλεια εξακολουθεί να εξαρτάται από προμήθειες από άλλες χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (ΗΠΑ).
Η ικανότητα της ΕΕ να προμηθεύεται ενέργεια και να ανταγωνίζεται στο παγκόσμιο εμπόριο εξαρτάται από την αύξηση των εισαγωγών LNG από τις ΗΠΑ, οι οποίες, σύμφωνα με εκτιμήσεις, θα αντιπροσωπεύουν το 45% των εισαγωγών της ΕΕ το 2024, συγκριτικά με μόλις 16% από τη Ρωσία. Το LNG, ωστόσο, είναι πιο ακριβό από το φυσικό αέριο μέσω αγωγών, γεγονός που επιβαρύνει περαιτέρω την ευρωπαϊκή οικονομία.
Η συνεχής εξάρτηση από εισαγωγές ενέργειας και οι υψηλές τιμές του φυσικού αερίου έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, εν όψει και των δασμών που επιβάλλουν οι ΗΠΑ. Οι τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη παραμένουν διπλάσιες σε σύγκριση με τον πενταετή μέσο όρο πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, με αποτέλεσμα η ενεργειακή πίεση να επηρεάζει τα νοικοκυριά και τη βιομηχανία.
Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕ πρέπει να αντιδράσει άμεσα στη δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ με κατάλληλα αντίμετρα, προκειμένου να ενισχύσει την οικονομική της σταθερότητα. Η στρατηγική αυτή θα έχει καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή οικονομία στο νέο αυτό ενεργειακό τοπίο.
Πηγή περιεχομένου: in.gr