Δημοσκόπηση GPO αποκαλύπτει τα νέα ποσοστά αναφορικά με την ακρίβεια στην ελληνική κοινωνία. Μπορεί η κυβέρνηση να ισχυρίζεται ότι κερδίζει στον πόλεμο ενάντια στην ακρίβεια, όμως οι καταναλωτές μόνο κερδισμένοι δεν νιώθουν. Καταιγιστικά είναι τα στοιχεία του δεύτερου μέρους της δημοσκόπησης της GPO για το ραδιοσταθμό Παραπολιτικά 90,1 με θέμα την ακρίβεια και τις συντριπτικές επιπτώσεις της στην ελληνική κοινωνία. Οι 9 στους 10 Έλληνες απαντούν ότι η ακρίβεια δυσκολεύει σημαντικά την καθημερινότητά τους, για πάνω από τους μισούς (54,6%) το εισόδημα δεν επαρκεί ούτε για τις βασικές ανάγκες, ενώ σχεδόν το 66% χαρακτηρίζει τα βγάζει πέρα με δυσκολία.
Αν θεωρήσουμε ότι η ακρίβεια κορυφώθηκε το 2022, γίνεται εμφανές ότι η κατάσταση όχι μόνο δεν έχει βελτιωθεί, αλλά το αποτύπωμά της βαθαίνει ολοένα περισσότερο. Το 2022 και το 2023 ο μισθός τελείωνε στις 18 και 19 του μήνα για ένα στα δύο νοικοκυριά, όπως αποτυπώνεται στις έρευνες του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ. Φέτος, πάνω από 6 στους 10 δυσκολεύονται να καλύψουν ακόμα και τα ψώνια στο σούπερ μάρκετ και σχεδόν 7 στους 10 δυσκολεύονται να πληρώσουν τους πάγιους λογαριασμούς.
Εξίσου δύσκολη είναι η κάλυψη των εξόδων στέγασης για το 62,5% του πληθυσμού, οι πληρωμές δόσεων και ρυθμίσεων σε τράπεζες για το 58%, ενώ η κάλυψη ιατρικών εξόδων αφορά το 60% του πληθυσμού. Φαίνεται πώς τα βήματα προόδου και βελτίωσης του εισοδήματος που υποστηρίζει η κυβέρνηση ότι έγιναν την περασμένη διετία, δεν αφορούν την πλειονότητα των πολιτών. Αυτό αποτυπώνεται και στην απάντηση των συμμετεχόντων στη δημοσκόπηση στην ερώτηση ποιο είναι το πραγματικό πρόβλημα στην Ελλάδα για την ακρίβεια: Το 54,2% θεωρεί ότι είναι ο συνδυασμός υψηλών τιμών και πολύ χαμηλών μισθών και συντάξεων.
Κάθε πέρσι και καλύτερα, με ένα άλλο ηχηρό χαστούκι για την κυβέρνηση είναι ότι πάνω από το 90% θεωρεί ότι πρέπει να μειωθεί το ΦΠΑ σε τρόφιμα και είδη βασικής ανάγκης. Πάνω από τους μισούς θεωρούν ότι η κυβέρνηση ευθύνεται για τις υψηλές τιμές του ρεύματος. Στους γονείς που έχουν παιδιά σε ηλικία σχολείου ή πανεπιστημίου, εμφανίζονται δυσκολίες στην κάλυψη των εξόδων φροντιστηρίων και άλλων εκπαιδευτικών αναγκών (60,9%).
Η ψυχαγωγία και η διασκέδαση έχουν μειωθεί δραστικά για την πλειονότητα των ερωτηθέντων, με το 71,5% να αναφέρει ότι δυσκολεύεται να καλύπτει αυτό το έξοδο. Θέλουν να επισημάνουν ότι τα έξοδα για ταξίδια και εκδρομές βρίσκονται στο τέλος της ιεραρχίας, με την πλειονότητα των πολιτών (77,5%) να δηλώνει ότι αδυνατεί να καλύψει τις δαπάνες για αναψυχή.
Στις ερωτήσεις για την αξιολόγηση των δράσεων οργανισμών, όπως οι καταναλωτικές ενώσεις και τα συνδικαλιστικά σωματεία, το 38,6% κρίνει θετικά τη δράση τους, ενώ το 39% έχει αρνητική άποψη. Η αξιολόγηση των συνδικαλιστικών σωματείων είναι ακόμα πιο αρνητική, με μόλις το 29,8% να κρίνει θετικά τη δράση τους.