Μελέτη αναδεικνύει τις χαμηλές καλύψεις από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, τονίζοντας τις ανάγκες των εργαζομένων για καλύτερες συνθήκες. Η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων για να υπογραφούν κλαδικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας αποτελεί το κύριο αίτημα της σημερινής Γενικής Απεργίας. Η συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων (85%) θεωρεί ότι οι ΣΣΕ είναι απαραίτητες για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας τους. Παρά τις θεωρητικές καλύψεις που αγγίζουν το 31% των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, οι πραγματικοί αριθμοί είναι αισθητά χαμηλότεροι, πιθανόν κάτω από 25%.
Μία από τις αιτίες αυτής της κατάστασης είναι πως οι ΣΣΕ δεν είναι δεσμευτικές για όλους τους εργοδότες. Η ευρωπαϊκή οδηγία για τους κατώτατους μισθούς αναφέρει ότι το ποσοστό κάλυψης των εργαζομένων από ΣΣΕ πρέπει να φτάσει τουλάχιστον το 80%. Ωστόσο, οι εκπρόσωποι συνδικάτων εκφράζουν αμφιβολίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα του προσχεδίου του υπουργείου Εργασίας.
Οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας αναγνωρίζονται από σωματεία και εργαζομένους ως ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για την υλοποίηση αυξήσεων στους μισθούς και τη βελτίωση των εργασιακών σχέσεων. Στο πλαίσιο μιας δημοσκόπησης της Alco, το 83% των εργαζομένων δήλωσαν ότι η ΣΣΕ θα έχουν θετική επίδραση στη ρύθμιση του χρόνου εργασίας και το 73% στην αύξηση των αμοιβών.
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ελλάδας, Θέμης Γρηγοριάδης, τονίζει τη σημασία της επαναφοράς των κλαδικών ΣΣΕ, οι οποίες καλύπτουν πάνω από 1.350.000 εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα.
Παράλληλα, οι μισθοί των εμποροϋπαλλήλων παραμένουν παγωμένοι εδώ και δέκα χρόνια, με συνέπεια οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό να μην επηρεάζουν τους μακροχρόνιους εργαζομένους. Οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να εξασφαλίσουν τις βασικές τους ανάγκες, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη για κλαδικές συμβάσεις που θα αποκαταστήσουν τις μισθολογικές απώλειες.
Τα σωματεία έχουν εκφράσει ανησυχίες για την απουσία συγκεκριμένων δεσμεύσεων από το υπουργείο Εργασίας και την ανάγκη για νομοθετικές παρεμβάσεις.