Πολωνία, Ουγγαρία και Ρουμανία προκαλούν δυσφορία στην ΕΕ για νομοθετικές παρεμβάσεις που υπονομεύουν το κράτος δικαίου. Επιπλέον, μπορεί να έχουν οδυνηρές επιπτώσεις και για την οικονομία.
Διαμφισβητούμενες “μεταρρυθμίσεις” στη δικαιοσύνη, παρεμβάσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, πιέσεις πος τα μέσα ενημέρωσης… Μακρύς ο κατάλογος με τα κυβερνητικά ολισθήματα σε Πολωνία, Ουγγαρία και Ρουμανία, που προκαλούν ανησυχία και δυσθυμία ανά την Ευρώπη. Ήδη η ΕΕ προσφεύγει κατά της Ουγγαρίας και της Πολωνίας.
Σε περίπτωση καταδίκης οι χώρες αυτές απειλούνται ακόμη και με την αφαίρεση του δικαιώματος ψήφου στα θεσμικά όργανα. Πρόκειται για τη βαρύτερη κύρωση που προβλέπεται σήμερα σε περίπτωση παραβίασης του κοινοτικού δικαίου από κράτος-μέλος.
Ωστόσο, οι συνέπειες δεν σταματούν εδώ. Όπως επισημαίνει ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Γίρι Κατάϊνεν “οι ξένοι επενδυτές φοβούνται όταν δεν μπορούν να προγραμματίσουν τις κινήσεις τους” σε περιβάλλον θεσμικής αβεβαιότητας. Πολλές φορές, λέει ο Κατάινεν, εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου του επισημαίνουν ότι παρακολουθούν με μεγάλη προσοχή τις εξελίξεις σε αυτές τις χώρες.
Η εξήγηση είναι προφανής: “Όταν κάποιος επενδύει εκατό εκατομμύρια ευρώ σε μία νέα μονάδα παραγωγής, θέλει να έχει τη βεβαιότητα ότι, αν τυχόν συμβεί κάτι, μπορεί να προσφύγει στα δικαστήρια και να βρει το δίκιο του”, λέει ο Eπίτροπος που είναι αρμόδιος για την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και την ανταγωνιστικότητα. Οι εξελίξεις στην Πολωνία, αλλά και στην Ουγγαρία ή τη Ρουμανία, είναι “δηλητήριο” για το επενδυτικό κλίμα, προειδοποιεί ο Γίρι Κατάινεν.
Επιθέσεις στο κράτος δικαίου στην Πολωνία
Στην Πολωνία η υπερσυντηρητική κυβέρνηση του κόμματος “Νόμος και Δικαιοσύνη” (PiS) έχει αποδυναμώσει το κράτος δικαίου με την αιτιολογία ότι απαλάσσει τη δικαιοσύνη από “διεφθαρμένους” δικαστές. Η Κομισιόν έχει ήδη προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά της Βαρσοβίας.
Στο ίδιο μήκος κύματος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε πρόσφατα να ενεργοποιηθεί η διαδικασία επιβολής κυρώσεων στην Ουγγαρία για παραβιάσεις θεμελιωδών αξιών της Ένωσης, όπως προβλέπει το άρθρο 7 της Συνθήκης της ΕΕ. Αφορμή ήταν η απόφαση του πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν να “περιορίσει” τη δραστηριότητα συλλόγων και ξένων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Τελευταία εντείνονται και οι πιέσεις της Κομισιόν προς τη Ρουμανία. Ο πρόεδρος της Ρουμανίας, Κλάους Γιοχάνις, ο οποίος προέρχεται από την κεντροδεξιά αντιπολίτευση, κατηγορεί το κυβερνών σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (PSD) ότι παρενέβη στη δικαιοσύνη, ώστε να αποτρέψει την ποινική δίωξη του προέδρου του Λίβιου Ντραγκνέα, που έχει καταδικαστεί σε φυλάκιση για κατάχρηση εξουσίας. Επιπλέον, το PSD κατηγορείται για παρεμβάσεις στα μέσα ενημέρωσης.
Ολέθριες συνέπειες για την οικονομία
Τί σημαίνει η θεσμική αβεβαιότητα για τις οικονομικές εξελίξεις στις χώρες αυτές; Στην Πολωνία η κεντρική τραπεζα της χώρας εκτιμά ότι η ανάπτυξη συνεχίζεται με ρυθμό 4,8%, ενώ η ανεργία βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων 28 ετών. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του γερμανοπολωνικού εμπορικού επιμελητηρίου οι ξένοι επενδυτές εκτιμούν ιδιαίτερα την Πολωνία λόγω υψηλής κατάρτισης του εργατικού δυναμικού στη χώρα και φυσικά λόγω συμμετοχής στην ΕΕ.
Ωστόσο πολλοί από τους ερωτηθέντες εκφράζουν ενδοιασμούς για ενδεχόμενη πολιτική αστάθεια ή και για απρόβλεπτους χειρισμούς στην οικονομική πολιτική. Φαίνεται μάλιστα ότι ο προβληματισμός δεν περιορίζεται σε καθαρά θεωρητικό επίπεδο: το 2017 οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Πολωνία μειώθηκαν κατά 56% σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη χρονιά! Ακόμη πιο εντονη ανησυχία προκαλεί ένας νέος νόμος, με τον οποίο περιορίζονται οι αρμοδιότητες ανεξάρτητων εποπτικών αρχών και διευκολύνονται οι κρατικοποιήσεις.
“Τα χρήματά μας κινδυνεύουν” προειδοποιεί η οικονομική αναλύτρια Αλεξάντρα Ντζαντικίεβιτς, η οποία θεωρεί “ιδιαίτερα αποτρεπτικό μήνυμα προς τους επενδυτές” το ότι η κυβέρνηση μπορεί να εθνικοποιεί μία τράπεζα με συνοπτικές διαδικασίες. Πολιτικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι μέχρι στιγμής το κυβερνών κόμμα PiS αντιπαρέρχεται αλώβητο τις όποιες κατηγορίες και παραμένει πρώτη δύναμη στις δημοσκοπήσεις. Αλλά αυτό θα μπορούσε να αλλάξει άρδην, επισημαίνουν, αν οι πολίτες αποκτήσουν την αίσθηση ότι η κυβέρνηση “έχει βάλει στο μάτι τα λεφτά τους”.
Παρόμοιες εξελίξεις καταγράφονται στην Ουγγαρία. Η κυβέρνηση του Βίκτορ Όρμπαν, το Κοινοβούλιο και οι δημόσιες υπηρεσίες αναμιγνύονται με ποικίλους τρόπους στην οικονομική δραστηριότητα, για παράδειγμα με εικονικές διατάξεις, με συμβάσεις προμηθειών που καταλήγουν σε συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα ή ακόμη και με τον εκφοβισμό “ανεπιθύμητων” παικτών στην αγορά.
Ο ίδιος ο Όρμπαν, που κυβερνά από το 2010, έχει διακηρύξει ότι στόχος του είναι να διαμορφώσει μία “εθνική επιχειρηματική ελίτ”. Περισσότερες από τις μισές τράπεζες της Ουγγαρίας βρίσκονται πλέον στα χέρια εγχώριων ιδιοκτητών μετά την αποχώρηση των ξένων επενδυτών, ενώ μέρος του ενεργειακού κλάδου έχει επανεθνικοποιηθεί.
Γύρω από τον Βίκτορ Όρμπαν έχει στηθεί ένα ολόκληρο δίκτυο φίλα προσκείμενων επιχειρηματιών, οι οποίοι κατάφεραν να πλουτίσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ο πιο γνωστός από αυτούς είναι ο Λόρεντς Μεσάρος, πρώην υδραυλικός και παιδικός φίλος του Όρμπαν. Σήμερα η περιουσία του εκτιμάται σε ένα δισεκατομμύριο ευρώ, ενώ το 2010 οι οικονομίες του δεν ξεπερνούσαν τις 100.000 ευρώ.
Διαφθορά και αδιαφάνεια στη Ρουμανία
Σύνθετη εικόνα στη Ρουμανία: επιχειρηματικά λόμπυ, όπως το γερμανορουμανικό βιομηχανικό και εμπορικό επιμελητήριο, θέτουν ανοιχτά ζητήματα διαφθορας. Επιπλέον κάνουν λόγο για νομική αβεβαιότητα, όχι μόνο λόγω πιθανών παρεμβάσεων στη δικαιοσύνη, αλλά και διότι κάθε τόσο τροποποιείται η εργατική και η φορολογική νομοθεσία. Στα προβλήματα προστίθεται και η συνεχής μείωση καταρτισμένου εργατικού δυναμικού, καθώς πολλοί Ρουμάνοι με υψηλή εξειδίκευση μεταναστεύουν στο εξωτερικό.
Ωστόσο, σύμφωνα με στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Ρουμανίας, οι άμεσες ξένες επενδύσεις στους πρώτους επτά μήνες του 2018 όχι μόνο δεν καταγράφουν μείωση, αλλά και αυξήθηκαν κατά 18,6% σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2017. Η αθέατη πλευρά της ενθαρρυντικής στατιστικής είναι όμως ότι εδώ και πολλά χρόνια δεν έχει εμφανιστεί στη Ρουμανία ούτε ένας μεγάλος, διεθνώς γνωστός επενδυτής. Μεσοπρόθεσμα, το οικονομικό κλίμα θα επιδεινωθεί, εκτιμούν πηγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Πηγή: Deutsche Welle