«Ο Πρωθυπουργός ανακάλυψε τη Θεσσαλονίκη και τη χρησιμότητα του Γραφείου του Πρωθυπουργού», τονίζει η αναπληρώτρια τομεάρχης Εσωτερικών (Μακεδονίας-Θράκης) του ΣΥΡΙΖΑ, Δώρα Αυγέρη, σε δήλωσή της μετά την ανακοίνωση για την επαναλειτουργία του Γραφείου του Πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη.
Αφού υπενθυμίζει ότι πριν από έναν χρόνο ο κ. Μητσοτάκης δήλωνε πως «όλη η υποβάθμιση και η εγκατάλειψη της πόλης καθρεφτίζεται στο άχρηστο για τον πολίτη, αλλά χρήσιμο για το κομματικό ρουσφέτι, γραφείο του Πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη», η κ. Αυγέρη σημειώνει:
«Αφού η πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα να ιδρύσει το Γραφείο Πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη λοιδορήθηκε ανελέητα από τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη και τη ΝΔ, αφού τα πρόσωπα που το στελέχωσαν, στοχοποιήθηκαν από το μηχανισμό τους, τελικά η νέα κυβέρνηση αποφάσισε να διατηρήσει το “άχρηστο για τον πολίτη, αλλά χρήσιμο για το κομματικό ρουσφέτι” γραφείο».
«Κάλλιο αργά παρά ποτέ!», σημειώνει η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και υπογραμμίζει πως «ο Πρωθυπουργός αναγκάστηκε να παραδεχθεί τη χρησιμότητα του Γραφείου στη Θεσσαλονίκη, ν’ αναγνωρίσει τον ουσιαστικό ρόλο του και το χρήσιμο έργο που έχει παραχθεί. Πλην όμως, η επιλογή του για τη στελέχωση με μια πολιτευτή, η οποία ανταγωνιζόταν με τη Χρυσή Αυγή στις εμφυλιοπολεμικές γιορτές μίσους, δεν προδιαθέτει θετικά για την ανάγκη συγκλίσεων και συνεργασίας με στόχο την ανάπτυξη της Βόρειας Ελλάδας».
Στο μεταξύ, ανακοίνωση για το ίδιο θέμα εξέδωσε και η ΝΕ ΣΥΡΙΖΑ Α’ Θεσσαλονίκης, σημειώνοντας -μεταξύ άλλων- πως «η τοποθέτηση νέας επικεφαλής στο Γραφείο Πρωθυπουργού Θεσσαλονίκης, αποτελεί όψιμη αναγνώριση από τη ΝΔ της αναγκαιότητας ύπαρξης και λειτουργίας ενός θεσμού που ίδρυσε και στήριξε ο Αλέξης Τσίπρας».
«Στην κ. Αντωνίου ευχόμαστε καλή επιτυχία στα νέα της καθήκοντα και ελπίζουμε να μην το καταστήσει κέντρο “κομματικού ρουσφετιού”, αλλά να συνεχίσει το πετυχημένο έργο των προκατόχων της στην παρακολούθηση και επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου στην περιοχή ευθύνης του Γραφείου», υπογραμμίζεται στη σχετική ανακοίνωση.
Επισημαίνεται, δε, πως «μένει να αποδειχτεί, αν ο Πρωθυπουργός θα επισκέπτεται την πόλη με την ίδια συχνότητα που το έκανε ο Αλέξης Τσίπρας, αν θα παρέχει την δυνατότητα στους φορείς να τον συναντούν στην πόλη της Θεσσαλονίκης και αν θα συνεχίσει στην κατεύθυνση της αναβάθμισης του ρόλου της στην ευρύτερη περιοχή».