Ως πρόβλημα πρωτίστης σημασίας ανέδειξε την αντισεισμική προστασία των σχολικών κτηρίων ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ, Σωτήρης Ζαριανόπουλος, υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης με τη “Λαϊκή Συσπείρωση”, μιλώντας σε εκδήλωση, που οργάνωσε στην πόλη η Κομματική Οργάνωση (ΚΟ) Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ.
Αναφερόμενος ειδικά στον δήμο Θεσσαλονίκης, υποστήριξε ότι «με τον πρωτοβάθμιο (προσεισμικό) έλεγχο ελέγχθηκαν 18 σχολικά συγκροτήματα από τα συνολικά 110 που υπάρχουν στον δήμο και κρίθηκε ότι όλα χρήζουν δευτεροβάθμιου ελέγχου. (…) Μόνο τρία σχολικά συγκροτήματα προχωράνε σε ανακατασκευή, κυρίως επειδή βρίσκονται σε κεντρικά σημεία και περισσότερο για εμβληματικούς – τουριστικούς λόγους. Ουσιαστικά βρισκόμαστε στο πρώτο βήμα από τα 100 που πρέπει να γίνουν για την προστασία της ζωής και υγείας της νεολαίας. Αν συνυπολογίσουμε και όλα τα άλλα κτίρια δημόσιας χρήσης, όπου οι έλεγχοι είναι ουσιαστικά “παγωμένοι”, καταλαβαίνουμε το μέγεθος του προβλήματος και της καθυστέρησης».
Ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ επισήμανε ακόμη ότι η έκταση των κινδύνων και της συνολικής υπόθεσης της αντισεισμικής προστασίας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποσπασματικά, χωρίς κεντρικό σχεδιασμό και χρηματοδότηση. Κάτι που όπως είπε «δεν γίνεται και δεν μπορεί να γίνει στην αναγκαία έκταση από το σημερινό σύστημα, του οποίου άλλες είναι οι προτεραιότητες». Υπενθύμισε δε την πρόταση του ΚΚΕ και του ταξικού εργατικού κινήματος για ενιαίο κρατικό φορέα κατασκευών με ευθύνη μεταξύ των άλλων και για την αντισεισμική προστασία.
Για σημαντικές καθυστερήσεις στον προσεισμικό έλεγχο, αλλά και στην ενίσχυση σχολείων, νοσοκομείων και άλλων δημόσιων κτηρίων και χώρων εργασίας στην Ελλάδα, έκανε λόγο ο πολιτικός μηχανικός Σωτήρης Αβραμόπουλος, υποψήφιος περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας με τη “Λαϊκή Συσπείρωση”, ‘Οπως υποστήριξε, σχεδόν 20 χρόνια μετά τις εξαγγελίες για πρωτοβάθμιο έλεγχο των 80.000-90.000 κτιρίων δημόσιου ενδιαφέροντος πανελλαδικά, αυτός έχει προχωρήσει σε ποσοστό όχι μεγαλύτερο από 15%. Επισήμανε ότι «η σημερινή κατάσταση είναι αποτέλεσμα του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, στο πλαίσιο του οποίου η αντισεισμική θωράκιση, η αντιπλημμυρική προστασία, η αντιπυρική προστασία, δεν ιεραρχούνται, δεν επιλέγονται ως προτεραιότητες στον κρατικό προϋπολογισμό, στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, στο ΕΣΠΑ, στο Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα, στα τεχνικά προγράμματα των περισσότερων δήμων».
Την εκτίμηση ότι οι βλάβες που θα έχει η πόλη της Θεσσαλονίκης από μελλοντικό σεισμό μεγαλύτερο από εκείνον του 1978, θα είναι σημαντικές για το ήδη ταλαιπωρημένο δομημένο περιβάλλον, μεγαλύτερες από τα όσα προβλέπει η ζώνη επικινδυνότητας, διατύπωσε ο πολιτικός μηχανικός Βασίλης Λεκκίδης, διευθυντής ερευνών στο Ινστιτούτο Τεχνικής Σεισμολογίας και Αντισεισμικών Κατασκευών- Οργανισμό Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΙΤΣΑΚ-ΟΑΣΠ). Υποστήριξε ότι «υπάρχει μια χαλαρότητα ίσως και αμέλεια σχετικά με την αντιμετώπιση παρεμβάσεων στα σημερινά παλιά κτίρια» και προέτρεψε τους πολίτες να μην εφησυχάζουν, αλλά να ασκήσουν πίεση για άμεσες επεμβάσεις σ’ αυτή την κατεύθυνση.
Ο ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, Κυριαζής Πιτιλάκης, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Σεισμικής Μηχανικής, υπογράμμισε ότι «το σίγουρο είναι πως θα πρέπει να σχεδιάσουμε τις παρεμβάσεις στην πόλη σε ενδεχόμενο νέο σεισμό, με καλύτερες προδιαγραφές από τις υπάρχουσες». Επίσης, μίλησε για τη σεισμική διακινδύνευση του οδικού δικτύου, του δικτύου ύδρευσης, πυρόσβεσης, για τα στρατηγικά δημόσια κτίρια, νοσοκομεία, για τους χώρους συγκέντρωσης, στέγασης, τα νοσοκομεία και τις ζημιές που αναμένεται να προκληθούν στις δημόσιες υποδομές.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ