Με άρθρο του στην εφημερίδα «Νέα» ο Ευάγγελος Βενιζέλος τοποθετείται για όλα όσα συνέβησαν το τελευταίο διάστημα με την υπόθεση Novartis, την οποία χαρακτηρίζει «σκευωρία του κυβερνητικού και του παρακυβερνητικού συστήματος».
Το άρθρο του πρώην προέδρου του ΠΑΣΟΚ έχει ως εξής:
Από τη στιγμή που άρχισε να επισημοποιείται δικαστικά η κατάρρευση της σκευωρίας Novartis, η κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι κεκράκτες του κυβερνητικού και παρακυβερνητικού συστήματος, βγήκαν να δώσουν μια επικοινωνιακή μάχη οπισθοφυλακής. Να περιορίσουν τις απώλειες της επένδυσής τους. Ανέλαβαν έτσι οι ίδιοι, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, την πλήρη «ιδιοκτησία» της σκευωρίας. Δεν μπορούν πλέον να κρυφτούν πίσω από πρωτοβουλίες της Δικαιοσύνης. Ομολογούν απροκάλυπτα τη θεσμικά ανατριχιαστική θέση τους: οι πολιτικοί αντίπαλοι της κυβέρνησης όχι απλώς τεκμαίρεται ότι είναι, αλλά αυταπόδεικτα είναι ποινικά ένοχοι για οτιδήποτε συλλάβει η νοσηρή φαντασία τους !
Δεν εκφράζουν, έστω υποκριτικά, την ικανοποίησή τους για την αρχειοθέτηση της υπόθεσης για τέσσερα πολιτικά πρόσωπα που κατηγόρησαν με τις υπογραφές και την ψήφο τους οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ. Δεν εκφράζουν, έστω υποκριτικά, την προσδοκία τους να ολοκληρωθεί το ταχύτερο η αρχειοθέτηση και για τα υπόλοιπα πολιτικά πρόσωπα. Όχι ! Επιμένουν στα όσα έλεγαν, πριν ο ίδιος ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης σαλπίσει πρώτος στη Βουλή την υποχώρηση λέγοντας ότι η υπόθεση Novartis είναι μεγάλο σκάνδαλο αλλά όχι για πολιτικά πρόσωπα.
Δεν σέβονται ούτε προσχηματικά την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Αντιθέτως ενοχλούνται βαθύτατα γιατί οι πολιτικές και δημοσιογραφικές «προαναγγελίες» που έκαναν ως απόλυτοι γνωστές της δικογραφίας, υποκαθιστώντας και προσβάλλοντας τη Δικαιοσύνη, διαψεύστηκαν παταγωδώς.
Όσοι θεωρούν υπερβολική την αναφορά στο άρθρο 134 ΠΚ περί εσχάτης προδοσίας, ας στρέψουν την προσοχή τους στο κείμενο της διάταξης αυτής. Στους πολλούς τρόπους με τους οποίους τελείται το έγκλημα αυτό. Αυτό δεν είναι η προδοσία της χώρας, αλλά η προσβολή των θεμελιωδών αρχών και θεσμών του πολιτεύματος. Τέτοια προσβολή δεν είναι μόνο η ακραία, δηλαδή η κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Αλλά και πιο ήπιες μορφές προσβολής, όπως ο σφετερισμός της ιδιότητας του κρατικού οργάνου (εν προκειμένω του Πρωθυπουργού και του υπουργού) προκειμένου να αλλοιωθούν ( να υποβαθμισθούν, να καταστρατηγηθούν) θεμελιώδεις αρχές και θεσμοί του πολιτεύματος (εν προκειμένω η διάκριση των εξουσιών και η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης). Οι ενέργειες των κυβερνητικών στελεχών που ενεπλάκησαν ενεργά στο «στήσιμο» και την επικοινωνιακή προβολή της σκευωρίας Novartis, βασίστηκαν στη χρήση της επίσημης ιδιότητά τους προκειμένου να προσβληθεί η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και η διάκριση των εξουσιών. Είχαν την απόλυτη αίσθηση ότι ενεργούν υποκαθιστώντας, προκαταλαμβάνοντας και προτρέποντας εισαγγελικές ενέργειες με τη συνεργασία δημοσιογραφικών κεκρακτών που διατυμπάνιζαν ότι το δικαστικό απόρρητο δεν ισχύει για αυτούς.
Υπάρχει κανείς που αμφισβητεί ή αμφιβάλει ότι η εμπλοκή στην υπόθεση αυτή συγκεκριμένων προσώπων που επιλέγησαν με πολιτικά κριτήρια «στήθηκε» για αμιγώς πολιτικούς λόγους από τους πολιτικούς αντιπάλους των προσώπων αυτών, δηλαδή από το κυβερνητικό επιτελείο και τους συνεργούς του; Εφόσον λοιπόν υπάρχει σκευωρία, αυτή πώς χαρακτηρίζεται νομικά ενόψει των μέσων που χρησιμοποιήθηκαν και των σκοπών που επιδιώχθηκε να εξυπηρετηθούν; Σε αυτό απαντά το άρθρο 134 ΠΚ.
Όλα δε αυτά τα στέγαζαν συνταγματικά σε μια παρερμηνεία πολιτικής σκοπιμότητας που αγνόησε την πάγια νομολογία των δικαστικών συμβουλίων και την πάγια πρακτική της εισαγγελίας. Το έκαναν γιατί ήξεραν ότι δεν υπάρχουν ευρήματα. Υπάρχουν μόνο κουκουλοφόροι «προστατευόμενοι μάρτυρες» που νομίζουν ότι έχουν οριστική ποινική ασυλία, ενώ αυτή ήρθη με μεγάλη ευκολία για τον έναν από τους τρεις. Αν υπήρχαν στοιχεία, η Δικαιοσύνη δεν θα περίμενε καμία «αναπομπή» από τη Βουλή στη Δικαιοσύνη, γιατί για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα δεν έχει αρμοδιότητα η Βουλή. Όμως για να δούμε τώρα, ο σφετερισμός της ιδιότητας του μέλους της κυβέρνησης προκειμένου να αλλοιωθούν θεμελιώδεις θεσμοί, όπως η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, πώς έχει γίνει; «Κατά την άσκηση των καθηκόντων» ή «επ´ευκαιρία της άσκησης των καθηκόντων» του μέλους της κυβέρνησης για να χρησιμοποιήσω τη δική τους ορολογία;
Γνωρίζοντας ότι παραβίασαν το Σύνταγμα επιχείρησαν να νομιμοποιήσουν αναδρομικά την παρανομία τους εντάσσοντας σχετική διάταξη με τη διαδικασία αναθεώρησης. Η πρότασή τους είναι αριθμητικά και πολιτικά βέβαιο ότι απορρίπτεται. Άρα μόνοι τους συνομολόγησαν την παραβίαση του Συντάγματος αλλά και της ρητής διάταξης του άρθρου 263Β του ΠΚ, πίσω από το οποίο επιδιώκουν να κρυφτούν τώρα μάρτυρες που τελούν υπό την πίεση κατηγοριών που έχουν διατυπωθεί εναντίον τους! Επαναλαμβάνω ότι το τέχνασμα αυτό του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με την αναθεώρηση του Συντάγματος είναι άσχετο με την ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 86 που υπερψηφίστηκε ομόφωνα από τη Βουλή.
Φτάσαμε έτσι στον ακραίο παραλογισμό να ισχυρίζεται η κυβέρνηση ότι τα θύματα της σκευωρίας για τα οποία η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο επιδιώκουν παραγραφή μέσω της αναθεώρησης του Συντάγματος, όταν μέσω της αναθεώρησης η κυβέρνηση επιδίωξε την αναδρομική νομιμοποίηση της σκευωρίας!
Η χειρότερη όμως όψη της σκευωρίας Novartis δεν είναι αυτή. Ούτε ο προφανής αντιπερισπασμός σε πλήθος διερευνούμενων υποθέσεων της τελευταίας τετραετίας με πιο χαρακτηριστική την υπόθεση Πετσίτη ως κόμβο πολλών επιμέρους υποθέσεων.
Η χειρότερη όψη της σκευωρίας είναι η προσπάθεια να αιχμαλωτιστεί η χώρα σε μια συζήτηση εκτός θέματος. Σε μια συζήτηση που οξύνει την πόλωση και βαθαίνει τον διχασμό. Σε μια συζήτηση που κρατά ενεργά τα μοτίβα συμβολικής βίας του αδίστακτου λαϊκισμού. Όσοι έχουν την ευθύνη γιαυτό πρέπει να την αναλάβουν για λόγους προστασίας του μέλλοντος της χώρας. Αυτό δεν είναι ούτε απειλή, ούτε εκδίκηση, ούτε τιμωρία. Είναι αποκατάσταση του πολιτικού πολιτισμού.
Προσωπικά απεχθάνομαι την ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής και επιδίωξα πάντοτε συναινέσεις παρά τις λυσσώδεις επιθέσεις που έπεσαν όλες στο κενό. Κανείς όμως δεν δικαιούται τώρα να παριστάνει τον «σώφρονα», τον «μετριοπαθή», τον «ανώτερο». Δεν πρόκειται για ζήτημα που αφορά τα πρόσωπα που έγιναν εν ψυχρώ στόχοι της σκευωρίας παρότι παντελώς άσχετοι με την υπόθεση. Πρόκειται για δημοκρατική υποχρέωση έναντι της πατρίδας. –