Ορατή είναι η ικανοποίηση συνεργατών του Αλέξη Τσίπρα για την περιοδεία την Πέμπτη του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στη Βοιωτία και, κυρίως, για τη σημαντική συμμετοχή νέων ανθρώπων στις εκδηλώσεις στις οποίες συζήτησε με πολίτες.
Του Γιάννη Συμεωνίδη
Στην αξιωματική αντιπολίτευση θα επιχειρήσουν, εξάλλου, το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα να αξιοποιήσουν την ολοένα και κλιμακούμενη εσωκομματική γκρίνια στη ΝΔ για τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη και τον τρόπο που ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη χειρίζεται το προσφυγικό, καθώς και να στοχοποιήσουν εκείνους τους βουλευτές και τα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος που ταυτίζονται με τις απόψεις των τοπικών κοινωνιών που δεν θέλουν πρόσφυγες στις περιοχές τους.
Θα ισχυρίζονται, δηλαδή, στην Κουμουνδούρου πως αυτός ο άτυπος εμφύλιος στο εσωτερικό της κυβέρνησης και της ΝΔ δυναμιτίζει το κλίμα σε όλη τη χώρα κι αποτρέπει από την επιδίωξη του να δοθεί ευρωπαϊκή διάσταση στο ζήτημα.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που κι ο ίδιος ο κ. Τσίπρας επέλεξε να καυτηριάσει σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τη στάση βουλευτών της ΝΔ επί του προσφυγικού, αλλά και να επιτεθεί προσωπικώς στον Κυριάκο Μητσοτάκη για τον οποίο λένε στο ΣΥΡΙΖΑ πως η σκόπιμη αποφυγή από την πλευρά του επίκρισης λόγων κι έργων υπουργών και βουλευτών του προκειμένου να μην βρίσκεται στο κάδρο κάποια στιγμή θα του γυρίσει μπούμερανγκ.
Εξακολουθούν, επίσης, να υπενθυμίζουν την πολύ κατάσταση στην οποία βρήκε ο κ. Χρυσοχοΐδης τη Μόρια το καλοκαίρι κατά δική του δήλωση.
Στάση αναμονής για ψήφο αποδήμων
Στο μεταξύ, σήμερα Παρασκευή αναμένεται να πάρουν στα χέρια τους και στο ΣΥΡΙΖΑ το νομοσχέδιο για την ψήφο των αποδήμων, το οποίο μπαίνει σε δημόσια διαβούλευση την επόμενη εβδομάδα.
Σε αυτό το πλαίσιο, κρατούν στάση αναμονής περιμένοντας να διαπιστώσουν κατά πόσο ο υπουργός Εσωτερικών, Τάκης Θεοδωρικάκος, έχει λάβει υπόψη τις επισημάνσεις τους και, κυρίως, τις “κόκκινες” γραμμές τους γύρω από τη συνταγματοποίηση των οικονομικών προϋποθέσεων- π.χ. ενεργό ΑΦΜ- για την παροχή δικαιώματος ψήφου, όπως και του χρονικού ορίου της παραμονής κατ’ ελάχιστο δύο έτη στη χώρα μας τα τελευταία 35 χρόνια, καθώς και για τη μη καθιέρωση της επιστολικής ψήφου.