Την ενίσχυση του δημόσιου χαρακτήρα της, «κάτι που δεν είναι αυτονόητο με την κυβέρνηση Μητσοτάκη», θέτει ως προτεραιότητα ο νέος τομεάρχης Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Ανδρέας Παναγιωτόπουλος, με συνέντευξη που παραχωρεί στην POLITIC. Ο βουλευτής Αχαΐας, εξάλλου, παραδέχεται ότι ως προς τις αυτοδιοικητικές εκλογές το κόμμα του δεν προχώρησε σε συστηματική δουλειά ζύμωσης με την κοινωνία ώστε «να μην έχουμε Μπέους, Αγοραστούς και Μπακογιάννηδες να μας κουνάνε το δάχτυλο από το μακρύ χέρι της κεντρικής εξουσίας».
Συνέντευξη στον Γιάννη Συμεωνίδη
Σε σχέση με τον Στέφανο Κασσελάκη, ο κ. Παναγιωτόπουλος σημειώνει πως δεν μπορεί να υπάρχει αμφισβήτησή του στο ΣΥΡΙΖΑ από τη στιγμή που η εντολή είναι νωπή και ισχυρή και προέκυψε από μια δημοκρατική διαδικασία με μεγάλη συμμετοχή: «Οι διαφωνίες σε ένα δημοκρατικό κόμμα και δη της Αριστεράς είναι θεμιτές, ωστόσο ο ιδεολογικός και πολιτικός αντίπαλος είναι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές της κυβέρνησης Μητσοτάκη».
Την ίδια ώρα, ο κ. Παναγιωτόπουλος δεν φοβάται πως το κόμμα του θα είναι τρίτο στις ευρωεκλογές, θεωρεί, όμως, αναγκαία την άμεση επανεκκίνηση του ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ.
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη Παναγιωτόπουλου:
-Προέρχεστε από το χώρο της Υγείας κι αναλαμβάνετε τώρα αρμόδιος τομεάρχης στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ. Ποιες θα όφειλαν να είναι οι προτεραιότητες στο χώρο;
Από τις πρώτες κιόλας ημέρες της κοινοβουλευτικής μου θητείας, τον περασμένο Ιούλιο, που ορίστηκα εισηγητής στο πρώτο νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας που ήρθε στη Βουλή, καθώς και στο δεύτερο που ήρθε προσφάτως και που πάλι ορίστηκα εισηγητής, έθεσα εκ μέρους της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ την βασική προτεραιότητα που είναι η ενίσχυση του δημόσιου χαρακτήρα της Υγείας. Και αυτό δεν είναι κάτι αυτονόητο όταν έχεις να κάνεις με μια κυβέρνηση, αυτή του κ. Μητσοτάκη, που κάθε φορά ανοίγει όλο και περισσότερο την πόρτα για την ιδιωτικοποίησή της. Έχοντας υπηρετήσει 36 χρόνια το ιατρικό λειτούργημα και ως διευθυντής καρδιολογίας στο ΕΣΥ επιμένω ότι αν δεν εγκύψουμε στην ουσιαστική ενδυνάμωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) και αν δεν επενδύσουμε στο ανθρώπινο δυναμικό και τις υποδομές του δημοσίου συστήματος υγείας, τότε θα μιλάμε για μια κοινωνία δύο ταχυτήτων στην αντιμετώπιση των ιατρικών προβλημάτων και για περαιτέρω brain drain ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού. Επιπλέον, θα είναι σαν να μην μάθαμε τίποτε από την περίοδο της πανδημίας όταν το ΕΣΥ σήκωσε όλο το βάρος και οι ιδιωτικές κλινικές τους πόρους.
-Τι φταίει και η περιλάλητη «κοινωνική γείωση» του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία ακόμα αγνοείται, όπως φάνηκε και στον α’ γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών, μολονότι είναι πάνω από δέκα χρόνια πλέον κόμμα εξουσίας;
Ας ξεκινήσουμε από τη βασική αρχή ότι οι αυτοδιοικητικές εκλογές δεν πρέπει να «καπελώνονται» ή να «ομπρελιάζονται» από τα πολιτικά κόμματα της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Ωστόσο, θα εθελοτυφλούσαμε αν πιστεύαμε ότι η «κοινωνική γείωση» του ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ όπως αναφέρετε έχει επιτευχθεί. Και οι εκλογές στην τοπική αυτοδιοίκηση αποτελούν σίγουρα έναν σημαντικό δείκτη.
Ως άνθρωπος που έχει υπηρετήσει είκοσι χρόνια τον α’ βαθμό της από τη θέση του προέδρου και του δημάρχου, μπορώ να σας πω ότι στον ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ οι επιλογές μας έπονται των περιστάσεων. Δηλαδή, είτε ασχολούμαστε την τελευταία στιγμή για την πρόταση μιας υποψηφιότητας είτε στηρίζαμε υποψηφιότητες «νίκης» χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη τα ποιοτικά χαρακτηριστικά.
Και οι δύο αυτές παράμετροι της αυτοδιοικητικής μας πολιτικής καταδεικνύουν με τον πιο εμφαντικό τρόπο ότι δεν έγινε συστηματική δουλειά για τη ζύμωση με την κοινωνία. Γιατί στην πρώτη περίπτωση ο χρόνος είναι λίγος και στην δεύτερη σερβίρεις ένα έτοιμο και ξαναζεσταμένο φαγητό. Δεν έχουμε καταφέρει να δημιουργήσουμε τα δικά μας αυτοδιοικητικά δίκτυα στις τοπικές κοινωνίες με αποτέλεσμα οι ευρύτερες προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις να υποεκπροσωπούνται και να αρκούνται σε λύσεις ανάγκης.
Θα ήθελα, λοιπόν, να επαναλάβω ότι η αυτοδιοίκηση δεν πρέπει να χειραγωγείται από το μακρύ χέρι της κεντρικής πολιτικής σκηνής και ο α’ και β’ βαθμός να ασκούν τις αρμοδιότητες που το Σύνταγμα και η πολιτεία έχουν προβλέψει.
-Πόσο πιθανό είναι να αποφύγει ο ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ τη διάσπαση; Πρέπει αυτή να αποφευχθεί πάση θυσία, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει συνεχή αμφισβήτηση του νέου προέδρου;
Να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα γιατί γράφονται και ακούγονται πολλά. Ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ εκλέχτηκε με ισχυρή πλειοψηφία μετά από μια εκλογική μάχη όπου οι απόψεις όλων των υποψηφίων εκτέθηκαν με πλουραλισμό και σαφήνεια και τα μέλη εξέλεξαν με την ψήφο τον κ. Στέφανο Κασσελάκη.
Αμφισβήτηση, λοιπόν, δεν μπορεί να υπάρξει από τη στιγμή που η εντολή είναι νωπή και ισχυρή και προέκυψε από μια δημοκρατική διαδικασία με μεγάλη συμμετοχή και που μετείχαμε όλοι. Οι διαφωνίες σε ένα δημοκρατικό κόμμα και δη της Αριστεράς είναι θεμιτές, ωστόσο, ο ιδεολογικός και πολιτικός αντίπαλος είναι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
-Κινδυνεύει ο ΣΥΡΙΖΑ να είναι τρίτο κόμμα στις ευρωεκλογές;
Όχι. Από την άλλη πλευρά, όμως, είναι αναγκαία η άμεση επανεκκίνηση του ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ, που φαίνεται να ξεκινάει ένα νέο όμορφο ταξίδι, παρά τις δυσκολίες που κατά καιρούς θα εμφανίζονται. Εξάλλου, αυτό δεν μας διδάσκει και ο Όμηρος με την «Οδύσσεια»; Το θέμα είναι και το ταξίδι και ο προορισμός, αρκεί ο καπετάνιος να κρατά γερά το τιμόνι και το πλήρωμα να ανταποκρίνεται στο ύψος των περιστάσεων, κλείνοντας όλοι μαζί τα αυτιά στις σειρήνες των εύκολων λύσεων ή των ιδεοληπτικών εμμονών. Δηλαδή, ένα ταξίδι με στόχο και προορισμό την επικράτηση στην κοινωνία και την εφαρμογή σε επίπεδο διακυβέρνησης της χώρας των προοδευτικών ιδεών και πολιτικών απέναντι στην λαίλαπα της πολιτικής Μητσοτάκη που μοιράζει τους πόρους της κοινωνίας και της πατρίδας στους ημέτερους.
-Πού οφείλεται η ηχηρή πτώση πάλαι ποτέ κάστρων της προοδευτικής παράταξης, όπως η Αχαΐα;
Η Αχαΐα δεν αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα της εκλογικής μας κατάρρευσης, ωστόσο, έχετε δίκιο ότι σε επίπεδο συμβολισμών μαζί με άλλες περιοχές, όπως λ.χ. η Κρήτη, δημιουργεί αν μη τι άλλο ανησυχία. Χωρίς κι εγώ να κάνω αυτό που κάνουν οι υπουργοί της κυβέρνησης, που όλα τα προβλήματα που πηγάζουν από τους ίδιους τα «διεθνοποιούν», δεν μπορούμε να μην λάβουμε υπόψη μας την ευρωπαϊκή τάση για υποχώρηση των σοσιαλδημοκρατικών και αριστερών δυνάμεων. Αν θέλετε την άποψή μου, την τάση αυτή την επέτεινε και η περίοδος της πανδημίας, αφού από τη μια οι σκληρές νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις, όπως η ελληνική, αναγκάστηκαν να ακολουθήσουν μια πιο παρεμβατική πολιτική που εξωράισε την εικόνα τους στα βαριά πληττόμενα κοινωνικά στρώματα -βέβαια τώρα που όλα αυτά τέλειωσαν βλέπουμε ποια είναι η πραγματική πολιτική τους- και από την άλλη, η προπαγάνδιση και εν τέλει η υιοθέτηση του δόγματος της «ατομικής ευθύνης» οδήγησε σε περαιτέρω ατομικισμό τα μέλη της κοινωνίας μας με αποτέλεσμα την επικράτηση και αποδοχή του «νόμου του ισχυρού» που αποτελεί θεμέλιο της πολιτικής Μητσοτάκη και των ακροδεξιών εντός κυβέρνησης συνοδοιπόρων του.
Γι΄ αυτό και επανερχόμενος στα της τοπικής αυτοδιοίκησης που σε πολλούς δήμους και κάποιες περιφέρειες την Κυριακή θα λάβει χώρα ο δεύτερος γύρος, χρειάζεται να υπάρξει ζύμωση με τις τοπικές κοινωνίες, αδιαμεσολάβητη σχέση που θα στηρίζεται στις στιβαρές δημοκρατικές αρχές και αξίες για να μην έχουμε Μπέους, Αγοραστούς και Μπακογιάννηδες να μας κουνάνε το δάχτυλο από το μακρύ χέρι της κεντρικής εξουσίας.
Δείτε επίσης: Τζάκρη για Κασσελάκη: Καθυβρίζεται καθημερινά εκ των έσω