Διάνα Βουτυράκου στην POLITIC: «Τα δεδομένα φανερώνουν ότι έγιναν βήματα, αλλά όχι άλματα»

Διάνα Βουτυράκου στην POLITIC: «Τα δεδομένα φανερώνουν ότι έγιναν βήματα, αλλά όχι άλματα»

«Τα δεδομένα φανερώνουν ότι έγιναν μεν βήματα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έγιναν άλματα. Οι ψηφιακές πολιτικές που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια δεν συνοδεύτηκαν από την αντίστοιχη επιμόρφωση των πολιτών, ανάμεσα σε άλλα που δεν έγιναν», λέει σε συνέντευξη που παραχωρεί στην POLITIC, η Διάνα Βουτυράκου.

Συνέντευξη στον Γιάννη Συμεωνίδη

Το μέλος της Εκλογικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, επιστήμονας ρομποτικής και ιδρύτρια της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης Unique Minds που ασχολείται με τον ακαδημαϊκό προσανατολισμό μαθητών υποστηρίζει πως η πολιτική καθρεφτίζει την κοινωνία μας κι έτσι θα πρέπει να αντιμετωπίζεται όταν ασκούμε το δημοκρατικό δικαίωμά μας και ψηφίζουμε. Σε αυτό το πλαίσιο κι ως υποψήφια βουλεύτρια στη Δυτική Αττική δηλώνει πως επιθυμεί να πορευτεί με την αλήθεια, τις γνώσεις και την εμπειρία της, με ήθος και με όραμα να προσφέρει σε αυτή τη χώρα που της έδωσε τόσες ευκαιρίες αυτά τα χρόνια.
Σε σχέση, εξάλλου, με την εκλογική της περιφέρεια σημειώνει πως είναι μία περιοχή που αν και συγκεντρώνει μεγάλο μέρος της βιομηχανίας της Ελλάδας, δεν έχουν ληφθεί τα αναγκαία μέτρα υποστήριξης των κατοίκων της κι αντιστάθμισης των περιβαλλοντικών και οικονομικών επιπτώσεων που υφίστανται.

Διαβάστε όλη τη συνέντευξη Βουτυράκου:

Οι πολίτες επιβράβευσαν τον Κυριάκο Πιερρακάκη στις τελευταίες εκλογές, απονέμοντάς του στην ουσία εύσημα για άλματα στην ψηφιακή μετάβαση του κράτους. Αυτό το άλμα είναι μύθος ή πραγματικότητα;

Θα αρχίσω με την παραδοχή ότι τα τελευταία χρόνια έγιναν βήματα στην ψηφιακή μετάβαση, και ότι πλέον οι πολίτες έχουν πρόσβαση σε ψηφιακές υπηρεσίες που δεν είχαν στο παρελθόν. Αυτό, λοιπόν, είναι μία πραγματικότητα που οφείλουμε να έχουμε ως αφετηρία για έναν εποικοδομητικό διάλογο. Παρόλα αυτά η πραγματικότητα αυτή δεν αναιρεί την αναγκαιότητα ανάδειξης των τομέων ψηφιακής μετάβασης που υστερούμε και φυσικά παραλείψεων ή λαθών που μπορεί να έγιναν. Τα δεδομένα, εξάλλου, φανερώνουν ότι έγιναν μεν βήματα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έγιναν άλματα.

Στο δείκτη ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας (DESI) η χώρα μας κατέχει την 25η θέση από τις 27 συνολικά, φανερώνοντας το πρόβλημα του ψηφιακού αναλφαβητισμού των πολιτών. Η έλλειψη βασικών ψηφιακών δεξιοτήτων φανερώνεται και από την έντονη διασπορά ψευδών ειδήσεων, αλλά και τις ηλεκτρονικές απάτες που από το 2019 αυξήθηκαν κατά 52% στην Ελλάδα.

Οι ψηφιακές πολιτικές που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια δεν συνοδεύτηκαν από την αντίστοιχη επιμόρφωση των πολιτών και βασίστηκαν στη λογική του να αφιερώσει ο κάθε πολίτης προσωπικό χρόνο να εξοικειωθεί και εκπαιδευτεί σε μια υπηρεσία, χωρίς τα κατάλληλα εργαλεία. Αυτό το μοτίβο συναντήθηκε σε κάθε τομέα, στην τηλεκπαίδευση, στην άυλη συνταγογράφηση, ακόμα και στα ραντεβού για εμβολιασμό ή στην αίτηση για πιστοποιητικά που εκδίδονται διαδικτυακά. Η ψηφιακή μετάβαση πρέπει να αφορά κάθε πολίτη και η καθολική προσβασιμότητα (οικονομική, γνωσιακή, γεωγραφική κ.τλ.) είναι υποχρέωση της πολιτείας και της δημοκρατίας. Έπειτα, όλα αυτά τα χρόνια υποβαθμίστηκε αρκετά ο δημόσιος τομέας, καθώς δεν ενισχύθηκε το ανθρώπινο δυναμικό του, που μπορούσε να διαχειρίζεται και να συντηρεί ψηφιακά έργα, ενώ παρουσιάστηκε ρεκόρ απευθείας αναθέσεων σε ιδιώτες. Ακόμα και από τους ιδιώτες, όμως, αξίζει να σημειωθεί ότι από τη διεκδίκηση πληθώρας έργων ψηφιακού μετασχηματισμού υπηρεσιών αποκλείστηκαν οι μικρομεσαίες εταιρείες πληροφορικής. Τέλος, ενώ ψηφιοποιήθηκε μέρος υπηρεσιών, δεν ψηφιοποιήθηκε η γραφειοκρατία, υπό την έννοια ότι δεν επιτεύχθηκε η διαλειτουργικότητα υπηρεσιών, ώστε να μην απαιτούνται πλέον διαφορετικά πιστοποιητικά αλλά η μία δημόσια υπηρεσία να μπορεί να τα αντλεί από την άλλη με συναίνεση του πολίτη, εξοικονομώντας κόπο και χρόνο στον πολίτη.

Ύστερα από την πρώτη σας εκλογική εμπειρία, σε ποιο συμπέρασμα καταλήγετε; Οι πολίτες αναζητούν την αριστεία ή ο παλαιοκομματισμός ζει και βασιλεύει;

Μία ερώτηση που με απασχολεί ιδιαίτερα σε όλη αυτή την νέα μου εμπειρία στην πολιτική σκηνή είναι «Τι θέλουμε από τον/την πολιτικό μας;». Και πλέον έχω φθάσει να θεωρώ πως η απάντηση είναι υποκειμενική για κάθε έναν και κάθε μία από εμάς και ίσως εκεί, σε αυτή τη διαφορετικότητα των απόψεων, να βρίσκεται και η ουσία της δημοκρατίας. Επιθυμία μου, λοιπόν, ήταν να πορευτώ σε όλη μου αυτή τη διαδρομή προ των εκλογών, με τρόπο που θα εκφράσω όσα αναζητώ εγώ στον άνθρωπο που θέλω να με εκπροσωπεί στη Βουλή. Να πορευτώ δηλαδή με την αλήθεια μου, τις γνώσεις και την εμπειρία μου, με ήθος και με όραμα να προσφέρω σε αυτή τη χώρα που μου έδωσε τόσες ευκαιρίες αυτά τα χρόνια ελπίζοντας αυτά τα στοιχεία να βοηθήσουν ανθρώπους να ταυτιστούν μαζί μου. Ενώ δεν μπορώ, λοιπόν, να απαντήσω με ασφάλεια στο τι αναζητούν οι πολίτες, καθώς τα κριτήρια κάθε ατόμου είναι διαφορετικά, μπορώ μόνο να αγωνίζομαι ώστε τα κριτήρια αυτά να σχετίζονται ολοένα και περισσότερο με τις ικανότητες, τα έργα και την αξία. Θεωρώ πως οι πολίτες δεν αναζητούν ούτε την αριστεία (που η διαστρεβλωμένη και ατομικιστική αριστεία που έχει περάσει ως πρότυπο δε θα έπρεπε να αναζητείται κιόλας), ούτε τον παλαιοκομματισμό. Ελπίδα αναζητούν, θέλοντας να μην απογοητευτούν ξανά από προεκλογικές δεσμεύσεις που δεν τηρήθηκαν. Και την ελπίδα καθενός μπορεί να τη συμβολίζει οποιοδήποτε πρόσωπο. Με γνώμονα αυτά, εγώ θα συνεχίσω να αγωνίζομαι ώστε όλο και περισσότεροι πολίτες αφενός να κατανοούν τις προγραμματικές θέσεις ενός κόμματος για να αποφασίσουν αν τους εκφράζουν ή όχι, και αφετέρου πηγαίνοντας στις κάλπες να αρχίσουν να αναρωτιούνται πριν σταυρώσουν ένα ψηφοδέλτιο «Σε ποιον/ποια θέλω να δώσω φωνή να με εκπροσωπήσει στη Βουλή». Γιατί η πολιτική καθρεφτίζει την κοινωνία μας και έτσι θα πρέπει να αντιμετωπίζεται όταν ασκούμε το δημοκρατικό δικαίωμά μας και ψηφίζουμε.

Ποιες πρέπει να είναι οι άμεσες προτεραιότητες για τη Δυτική Αττική όπου και πολιτεύεστε;

Η Δυτική Αττική είναι μία περιοχή που αν και συγκεντρώνει μεγάλο μέρος της βιομηχανίας της Ελλάδας, δεν έχουν ληφθεί τα αναγκαία μέτρα υποστήριξης των κατοίκων της και αντιστάθμισης των περιβαλλοντικών και οικονομικών επιπτώσεων που υφίστανται. Παράλληλα η εργασιακή επισφάλεια που οξύνεται στη χώρα μας (με μέτρα όπως η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων ή η υποβάθμιση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας) πλήττει τους πολίτες της Δυτικής Αττικής δυσανάλογα περισσότερο από άλλα μέρη της Ελλάδας. Είδαμε πρόσφατα το Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Ελευσίνας Δυτικής Αττικής (ΕΚΕ-ΔΑ) να καταγγέλλει στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας τη μη καταβολή δώρου Χριστουγέννων και Πάσχα στους εργαζομένους των Ναυπηγείων, κατά παράβαση του νόμου. Παράλληλα έχουμε παρακολουθήσει τον αυξημένο αριθμό εργατικών ατυχημάτων στην περιοχή, με το ΕΚΕ-ΔΑ να ζητά συχνότερους ελέγχους. Η εικόνα αυτή δυστυχώς συναντάται και συνολικά στην Ελλάδα, αν αναλογιστούμε για παράδειγμα τα στοιχεία της Ομοσπονδίας Συλλόγων Εργαζομένων Τεχνικών Επιχειρήσεων που το 2022 κατέγραψε 104 νεκρούς από εργατικά ατυχήματα, όταν το 2019 ήταν 51 και το 2020 ήταν 41. Η υγεία και η ασφάλεια στην εργασία πρέπει να είναι βασικοί άξονες πολιτικών κάθε δημοκρατικής κυβέρνησης, πόσο μάλλον στη Δυτική Αττική, που διαθέτει υπερπληθώρα επιχειρήσεων που χαρακτηρίζονται υψηλής επικινδυνότητας.

Δείτε επίσης: Π. Τσαπανίδου: Η υποκρισία Μητσοτάκη δείχνει ότι μόνη του έγνοια είναι να εκφοβίσει Έλληνες πολίτες για λίγες χιλιάδες ψήφους

Loading