Μήνυμα για «παράθυρο ευκαιρίας» όσον αφορά την ελληνοτουρκική διαφορά έστειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ακολουθώντας στην ομιλία του το «σήμα» που έστειλε πρώτος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν από το ίδιο βήμα την Τρίτη. Η γεωγραφική θέση της χώρας, σε συνδυασμό με την κατάσταση στη γειτονιά, τόσο με τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή όσο και στην Ουκρανία, αναδεικνύει την ανάγκη για επίλυση της διαφοράς Ελλάδας – Τουρκίας.
Ακόμα και αν από το 2023 και μετά οι σχέσεις Αθήνας και Άγκυρας διανύουν μία φάση ηρεμίας, αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί μόνιμο όσο δεν υπάρχει λύση στο πρόβλημα που δημιουργεί την ένταση, δηλαδή το ζήτημα των θαλασσίων ζωνών, όπως έχει παραδεχθεί δημόσια η ελληνική πλευρά. Ο Μητσοτάκης αναφέρθηκε στη Διακήρυξη των Αθηνών και στις έξι συναντήσεις του τελευταίου έτους με τον Ερντογάν, δηλώνοντας ότι οι δύο πλευρές θα συνεχίσουμε να διερευνούμε τρόπους βελτίωσης των διμερών σχέσεων με την Τουρκία.
Ο Μητσοτάκης επισήμανε ότι «η Ελλάδα είναι πρόθυμη να εργαστεί για την επίλυση του μοναδικού εκκρεμούς σημαντικού ζητήματος με τη γείτονα: την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Αναγνωρίζοντας την μυθική δυσκολία, τόνισε ότι «δεν έχουμε μπορέσει να διευθετήσουμε αυτή τη διαφορά επί περισσότερα από 40 χρόνια, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι μοιραίο να παραμείνει άλυτη».
Ωστόσο, το ερώτημα είναι πώς μπορεί να προχωρήσει μία συζήτηση για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών, όταν η Τουρκία έχει θέσει ως κόκκινη γραμμή την Γαλάζια Πατρίδα. Η πολιτική βούληση από την πλευρά και των δύο χωρών είναι αμφισβητούμενη, καθώς οι έως τώρα 64 γύροι διερευνητικών επαφών από το 2002 δεν έχουν αποφέρει κανένα αποτέλεσμα.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο πρωθυπουργός στην ομιλία του διαχώρησε το Κυπριακό, αναφερόμενος στη συμπλήρωση 50 χρόνων από την παράνομη εισβολή της Τουρκίας και την κατοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας, επαναβεβαίωσε τη δέσμευση της Ελλάδας για την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου, υπογραμμίζοντας ότι η λύση δύο κρατών δεν μπορεί και δεν θα γίνει αποδεκτή.
Με το αδιέξοδο του Κυπριακού να είναι προφανές, η Ελλάδα και η ελληνοκυπριακή πλευρά δηλώνουν έτοιμες για διαπραγματεύσεις, ελπίζοντας σε μία αμοιβαία αποδεκτή, δίκαιη και βιώσιμη λύση.