Επανέρχεται, με άρθρο του στην «Καθημερινή», ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης στο θέμα που είχε ανακύψει στη Βουλή κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού και εξ αφορμής του αιτήματος του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης για παραίτηση του πρωθυπουργού. Υπενθυμίζεται ότι στο αίτημα του Αλέξη Τσίπρα, ως προς τη συνταγματική – τεχνική διάστασή του, είχε απαντήσει τότε ο Γιώργος Γεραπετρίτης, αμέσως μετά την ομιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, ενώ από πλευράς της μείζονος αντιπολίτευσης ανταπάντησε, μέσω Twitter, ο Γιώργος Κατρούγκαλος.
«Την τελευταία ημέρα της συζήτησης του προϋπολογισμού, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ζήτησε την παραίτηση του πρωθυπουργού και την προκήρυξη εκλογών, ώστε η χώρα να πάει σε εκλογές. Το αίτημα αυτό διατυπώθηκε με όρους πολιτικούς, τεχνικά νομικά, όμως, έχει σοβαρά σφάλματα», σημειώνει εισαγωγικώς στο άρθρο του ο Γ. Γεραπετρίτης και εξηγεί:
«Πρώτον, η παραίτηση του πρωθυπουργού δεν σημαίνει παραίτηση της κυβέρνησης. Αν ο πρωθυπουργός σήμερα παραιτηθεί, δεδομένου ότι ηγείται απόλυτης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας θα πρέπει εντός τριών ημερών να προτείνει τον νέο (άρθρο 38 παρ. 2 του Συντάγματος). Συνεπώς, παραίτηση του πρωθυπουργού δεν σημαίνει αυτοδικαίως και παραίτηση της κυβέρνησης, πολλώ δε μάλλον προσφυγή σε εκλογές, ανεξαρτήτως των ευρύτερων πολιτικών εξελίξεων που μπορεί να υπάρξουν στην περίπτωση αυτή.
Δεύτερον, παραίτηση της κυβέρνησης δεν προκαλεί τη διάλυση της Βουλής και εκλογές. Ακόμη και αν θεωρηθεί ότι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ζήτησε την παραίτηση συνολικά της κυβέρνησης, δεν υπάρχει άμεση προσφυγή σε εκλογές. Σε μια τέτοια περίπτωση, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα καλούσε τους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων σε σύσκεψη με βασικό σκοπό να διερευνηθεί η δυνατότητα να υπάρξει πολιτική κυβέρνηση για το υπόλοιπο της κοινοβουλευτικής θητείας. Είναι αυτονόητο ότι εξακολουθούν οι πολιτικοί συσχετισμοί της Βουλής, άρα εφόσον διατηρούνται αρραγείς οι κοινοβουλευτικές ομάδες θα έχουμε εκ νέου κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας, αφού η κοινοβουλευτική της ομάδα είναι ακόμη η απολύτως πλειοψηφούσα. Μόνο στην περίπτωση που δεν προκύψει δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης, θα διαλυθεί η Βουλή και θα διενεργηθούν εκλογές από υπηρεσιακή πολιτική κυβέρνηση όλων των κομμάτων της Βουλής ή, ως τελευταίο καταφύγιο, από υπηρεσιακή κυβέρνηση με πρωθυπουργό έναν εκ των προέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων (άρθρο 38 παρ. 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 37 παράγραφος 3 εδάφιο γ’ του Συντάγματος).
Τρίτον, άμεση προκήρυξη εκλογών έχουμε μόνο μετά από δύο παραιτήσεις της κυβέρνησης (ή καταψηφίσεις, ή μία παραίτηση και μία καταψήφιση καθ’ ερμηνείαν). Τέτοια συνθήκη δεν υπάρχει εν προκειμένω. Ακόμη όμως και σε αυτή την περίπτωση, η διάλυση της Βουλής και η προκήρυξη εκλογών δεν είναι δεσμευτική αλλά θα ανάγετο στη διακριτική ευχέρεια της Προέδρου της Δημοκρατίας, εφόσον κατά την κρίση της η σύνθεσή της δεν εξασφάλιζε κυβερνητική σταθερότητα. Στην περίπτωση αυτή μάλιστα, οι εκλογές ενεργούνται από την κυβέρνηση που έχει την εμπιστοσύνη της διαλυόμενης Βουλής και όχι από μια υπηρεσιακή κυβέρνηση (άρθρο 41 παρ. 1 του Συντάγματος). Επιπλέον, άμεση προσφυγή σε κάλπες έχουμε και στην περίπτωση που μια κυβέρνηση που έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης ζητήσει ανανέωση της λαϊκής εντολής προκειμένου να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας (άρθρο 41 παρ. 2 του Συντάγματος)».
Και το άρθρο – παρέμβαση του υπουργού Επικρατείας καταλήγει: «Απλά και καθαρά λοιπόν: υπό τις παρούσες κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες, παραίτηση του πρωθυπουργού ή της κυβέρνησης δεν σημαίνει εκλογές. Εκλογές, άλλωστε, δεν είχαμε ούτε το 2011, όταν η παραίτηση του τότε πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου οδήγησε στον σχηματισμό της (πολιτικής) κυβέρνησης Παπαδήμου. Προφανώς δεν γνωρίζουμε όλοι τα πάντα. Και όταν δεν γνωρίζουμε ενημερωνόμαστε και συζητούμε. Ιδιαίτερα σε θέματα κομβικά για το πολίτευμα και τους θεσμούς. Όσοι δοκησίσοφοι ερμηνεύουν από πολιτική ιδιοτέλεια το Σύνταγμα εκ του προχείρου και a la carte, ας αναλογισθούν τι σημαίνουν πολιτικές εκπτώσεις στον θεμελιώδη νόμο του κράτους».
Ν. Παπ.
ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ