Γιώργος Τσίπρας στο politic: «Κάποιοι στο ΣΥΡΙΖΑ ήταν υπέρ το δέον συναινετικοί»

Γιώργος Τσίπρας στο politic: «Κάποιοι στο ΣΥΡΙΖΑ ήταν υπέρ το δέον συναινετικοί»

Συνέντευξη στον Γιάννη Συμεωνίδη

Για λαϊκισμό κατηγορεί την κυβέρνηση ο Γιώργος Τσίπρας όταν προπαγανδίζει πως όποιος ασκεί κριτική είναι ενάντια στον εμβολιασμό. Σε συνέντευξη που παραχωρεί στο politic.gr, ο βουλευτής Δυτικής Αττικής του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία κι αναπληρωτής τομεάρχης Άμυνας δεν διστάζει να υπογραμμίσει πως στελέχη του κόμματός του ήταν σε πολλά πεδία αντιμετώπισης της πανδημίας υπέρ το δέον συναινετικά απέναντι σε μια κυβέρνηση που ήταν ερασιτεχνική και το μόνο που την ενδιέφερε ήταν η εικόνα της. «Μια σοβαρή αντιπολίτευση θα έπρεπε να ασκεί περισσότερη κριτική και στην Επιτροπή και στους πολιτικούς της προϊστάμενους γιατί τα έχουν κάνει ρόιδο με την ερασιτεχνική, και σε ορισμένα πεδία αντιεπιστημονική αντιμετώπιση της πανδημίας», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Την ίδια ώρα, ο κ. Τσίπρας τονίζει πως αν έγινε κάτι πεντακάθαρο από την πρώτη στιγμή της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, είναι ότι ακριβώς θέλησε να ελέγξει πλήρως όσους αρμούς εξουσίας και θεσμούς δεν τελούσαν υπό τον απόλυτο έλεγχο της Δεξιάς κι αυτό έγινε με πολύ προκλητικό τρόπο. Όσον αφορά τον τομέα ευθύνης του, αναφέρεται σε έλλειψη κάποιου σοβαρού εξοπλιστικού σχεδιασμού σε βάθος χρόνου ή στρατηγικών συμμαχιών, κάνοντας μάλιστα λόγο για έναν τρόπο λειτουργίας και λήψης αποφάσεων που υπηρετεί το Μαξίμου κι όχι την Άμυνα. Παρατηρεί, επίσης, πως τα Ναυπηγεία Ελευσίνας και Σκαραμαγκά είναι απολύτως βιώσιμα και πως κρύβονται σκοτεινές σκοπιμότητες πίσω από κυβερνητικές δηλώσεις υπονόμευσής τους. Παραλλήλως, επισημαίνει πως είναι εγκληματικό πως η καραντίνα και το έκτακτο περιβάλλον που διαμορφώθηκε στην ΕΕ για πολλές εταιρίες στην Ευρώπη δεν αξιοποιήθηκε εδώ από την κυβέρνηση Μητσοτάκη για ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας. Όσον αφορά τα εσωκομματικά, ο κ. Τσίπρας παραδέχεται ότι χάθηκε η ευκαιρία το πρώτο χρονικό διάστημα μετά από τις εκλογές του 2019 για μια σοβαρή αυτοκριτική που θα απαντούσε όχι σε εσωκομματικές ισορροπίες, αλλά στις αγωνίες και στο θυμό της κοινωνίας. «Χρειάζεται ακόμη δουλειά σε αυτό», συμπληρώνει με νόημα.

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη Τσίπρα

-Η αποκάλυψη της «ΕφΣυν» για χρησιμοποίηση και πακιστανικών τηλεφώνων από κρατικούς αξιωματούχους δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά για τη λειτουργία ακόμα και του κρατικού μηχανισμού με παρακρατικούς όρους. Θεωρείτε πως κι επί ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούσαν μηχανισμοί που δεν λογοδοτούσαν στην κυβέρνηση της χώρας αλλά κάπου αλλού; Αυτοί είναι οι «αρμοί της εξουσίας» που θέλει να ελέγξει η δεύτερη φορά Αριστερά;

-Ποτέ δεν είπαμε ότι επιθυμούμε τον έλεγχο των αρμών της εξουσίας. Αυτό που επιθυμούμε και εμείς και η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας, είναι να μην τελούν αυτοί οι αρμοί υπό τον έλεγχο εξωθεσμικών κέντρων οικονομικής ισχύος, ανεξαρτήτως κυβερνήσεων. Πρόκειται για θεσμικούς αρμούς που ενίοτε λειτουργούν με παρακρατικούς όρους. Όλοι οι θεσμοί πρέπει με τον ένα ή άλλο τρόπο να λογοδοτούν στην κοινωνία και στους δημοκρατικούς θεσμούς και όχι σε μια μικρή ελίτ ή στην παράταξη της Δεξιάς. Αν έγινε κάτι πεντακάθαρο από την πρώτη στιγμή της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, είναι ότι ακριβώς θέλησαν να ελέγξουν πλήρως όσους αρμούς εξουσίας και θεσμούς δεν τελούσαν υπό τον απόλυτο έλεγχο της Δεξιάς. Και αυτό έγινε με πολύ προκλητικό τρόπο.

Είναι ηλίου φαεινότερο ότι οι μηχανισμοί δημοκρατικού ελέγχου, τα checks and balances, που χαρακτηρίζουν τους θεσμούς του ελληνικού κράτους είναι εξαιρετικά ελλιπείς και υπολείπονται άλλων ανεπτυγμένων χωρών. Όταν π.χ. υποψήφιος Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, και μάλιστα φαβορί, παραιτείται του εκλογικού αγώνα διότι κατηγορείται η σύζυγός του για αργομισθία, μπορεί ο καθένας να αντιληφθεί σε ποιο χαμηλό σημείο βρίσκεται η δημοκρατία και η πολιτική στην Ελλάδα, κατήφορο με τον οποίο ταυτίζεται και ενισχύει χωρίς δισταγμό η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Ανεξαρτήτως των όποιων κυβερνητικών ευθυνών στη διαχείριση της πανδημίας, μήπως κι ο ΣΥΡΙΖΑ «χαϊδεύει» το κίνημα των ανεμβολίαστων αντί να τους θέτει προ των ευθυνών τους;

-Πρόκειται για ένα χυδαίο ψέμα στον διαρκή προπαγανδιστικό πόλεμο του Μαξίμου. Όχι μόνο έχουμε στηρίξει άνευ όρων τον εμβολιασμό αλλά ήμασταν σε πολλά πεδία αντιμετώπισης της πανδημίας υπέρ το δέον συναινετικοί απέναντι σε μια κυβέρνηση που ήταν ερασιτεχνική και το μόνο που την ενδιέφερε ήταν η εικόνα της. Πρόσφατες είναι για παράδειγμα οι δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ ότι ο εμβολιασμός πάει καλά ενώ αποδείχτηκε ότι πρόκειται για παταγώδη αποτυχία. Δηλαδή προεξοφλούσαν ως κυβερνητική επιτυχία μια κυβερνητική αποτυχία. Σε τι ακριβώς βοήθησαν τέτοιες δηλώσεις τον εμβολιασμό; Βοήθησαν στον εφησυχασμό και ναρκισσισμό της κυβέρνησης. Σε τι ακριβώς είχε βοηθήσει η δήλωση ότι «κι εμείς τον Τσιόδρα θα βάζαμε», τον άνθρωπο που σε πρώτη φάση είχε πει ότι πρόκειται για μια απλή γρίπη, και ότι δεν πρέπει να φοράμε μάσκες, και σε δεύτερη φάση είχε καλύψει ως μη όφειλε την κυβέρνηση για την παντελή απραξία στα μέσα μεταφοράς έναντι της πανδημίας;

Εν κατακλείδι: το τρικ του Μαξίμου είναι το εξής. Οι αρνητές του κορονοϊού ή του εμβολιασμού τα βάζουν με τους λοιμωξιολόγους αδιακρίτως. Μια σοβαρή αντιπολίτευση θα έπρεπε να ασκεί περισσότερη κριτική και στην Επιτροπή και στους πολιτικούς της προϊστάμενους γιατί τα έχουν κάνει ρόιδο με την ερασιτεχνική, και σε ορισμένα πεδία αντιεπιστημονική αντιμετώπιση της πανδημίας. Από το συνδυασμό των παραπάνω το Μαξίμου προπαγανδίζει ότι όποιος ασκεί κριτική είναι τάχα ενάντια στον εμβολιασμό. Πρόκειται για λαϊκισμό.

Κανείς δεν θέλει να χαθούν θέσεις εργασίας, αλλά πόσο βιώσιμα είναι στην πραγματικότητα τα Ναυπηγεία Ελευσίνας και Σκαραμαγκά και πόσο πιθανό να έρθουν σοβαρές επενδύσεις; Αντιστοίχως, υπάρχει μέλλον για την ελληνική αμυντική βιομηχανία, κρατική και ιδιωτική; 

-Τα Ναυπηγεία Ελευσίνας και Σκαραμαγκά είναι απολύτως βιώσιμα. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι αν παραμερίσουμε χρέη και άλλη βάρη μπορούν να σταθούν στη διεθνή αγορά και να είναι κερδοφόρα ακόμη και χωρίς συμμετοχή σε προγράμματα του ΠολεμικούΝαυτικού. Αυτό δεν το έχει αμφισβητήσει κανείς από τους υποψήφιους κατά καιρούς επενδυτές. Με ποια λογική λοιπόν από τη στιγμή που υποστηρίζεται κάτι τέτοιο από ιδιώτες επενδυτές,έρχονται κυβερνητικοί και πολιτικά στελέχη και λένε π.χ. ότιτα Ναυπηγεία Ελευσίνας πρέπει να πάνε σε εκκαθάριση, ή ότι τα Ναυπηγεία δεν είναι βιώσιμα παρά μόνο αν συμμετέχουν στις φρεγάτες κ.λπ.; Προφανώς κρύβονται σκοτεινές σκοπιμότητες πίσω από τέτοιες δηλώσεις υπονόμευσης.

Σε μια χώρα με τόσο εκτεταμένες στρατιωτικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ, είναι εντελώς παράλογο να μην αναπτύσσεται αντίστοιχα η εγχώρια αμυντική της βιομηχανία, κρατική και ιδιωτική. Πρόκειται για παγκόσμια πρωτοτυπία. Όχι μόνο αυτό, αλλά οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή και η μεγαλύτερη ζήτηση στην εξοπλιστική αγορά -εξέλιξη βέβαια πολιτικά αρνητική- δίνουν τη δυνατότητα να στηριχθεί η εγχώρια ανάπτυξη και με εξώστρεφη δραστηριότητα. Έχουμε την τεχνογνωσία, το ανθρώπινο δυναμικό και τις προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο. Συνεπώς, είναι καθαρά ζήτημα πολιτικής βούλησης. Και είναι εγκληματικό ότι η καραντίνα και το έκτακτο περιβάλλον που διαμορφώθηκε στην ΕΕ για πολλές εταιρίες στην Ευρώπη, δεν αξιοποιήθηκε εδώ από την κυβέρνηση Μητσοτάκη για ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας.

Διαπιστώνετε ότι από την πλευρά του υπουργείου Εθνικής Άμυνας υπάρχει σοβαρός εξοπλιστικός σχεδιασμός σε βάθος χρόνου ή αυτός εξαρτάται εν πολλοίς από συγκυριακές διεθνείς συμμαχίες της χώρας; 

-Θα έλεγα ούτε το ένα ούτε το άλλο. Σαφέστατα δεν φαίνεται να υπάρχει σοβαρός σχεδιασμός, αλλιώς δεν μπορεί να εξηγηθεί η μεγάλη καθυστέρηση σε ειλημμένες από χρόνια αποφάσεις για την ενίσχυση, ιδιαίτερα του Πολεμικού Ναυτικού. Από την άλλη μεριά δεν υπήρξε κανενός είδους συμφωνία αμυντικής συνδρομής με τη Γαλλία για την αγορά των Ραφάλ, παρ’ ότι αυτό ακριβώς διέρρεε το Μαξίμου στα φιλικά της ΜΜΕ όταν αποφάσιζε την αγορά τους, ώστε να περιορίσει τυχόν αντιδράσεις.

Η σκανδαλώδης οικονομικά και επικίνδυνη εθνικά σύμβαση για το αεροπορικό κέντρο στην Καλαμάτα, η καθυστέρηση τόσο στην αναβάθμιση των ΜΕΚΟ όσο και στην επιλογή των νέων φρεγατών, και η υπονόμευση της αμυντικής βιομηχανίας, κάθε άλλο παρά συνάδουν με κάποιο σοβαρό εξοπλιστικό σχεδιασμό σε βάθος χρόνου ή με στρατηγικές συμμαχίες. Πρόκειται για το ακριβώς αντίθετο: ένα τρόπο λειτουργίας και λήψης αποφάσεων που υπηρετεί το Μαξίμου και όχι την Άμυνα. Δυστυχώς.

Ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία δεν έχει καταφέρει ακόμα να κάνει συνέδριο και να ολοκληρώσει το μετασχηματισμό του. Πόσο πειστικός, συνεπώς, μπορεί να είναι για το ότι έμαθε από τα λάθη του αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης επισπεύσει τις πολιτικές εξελίξεις και πάμε το φθινόπωρο σε διπλές εκλογές;

-Με βάση τις εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας είναι αμφίβολο ότι θα υπάρχει υγειονομικά η δυνατότητα για εκλογές. Πέραν αυτού η προσφυγή σε κάλπες είναι ένα ρίσκο που το Μαξίμου πολύ δύσκολα θα πάρει. Γνωρίζουν καλά πως τα πράγματα είναι διαφορετικά από την εικόνα που εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις, και πως στις κάλπες θα καταρρεύσει η τηλεοπτική μυθολογία της πετυχημένης κυβέρνησης. Δεν είναι καθόλου βέβαιο πως οι πρώτες εκλογές με απλή αναλογική δεν θα αναδείξουν άλλη κυβέρνηση ή, ακόμη, πως δεύτερες θα γίνουν με καλύτερους όρους από τις πρώτες για τη Νέα Δημοκρατία. Για όλους αυτούς και για άλλους λόγους οι κάλπες είναι ένα ρίσκο που η ομάδα Μητσοτάκη δεν θα πάρει παρά μόνο αν εξαναγκαστεί από άλλους παράγοντες και όχι λόγω θετικής προοπτικής.

Το ερώτημα που θέτετε για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία πείθει ότι έμαθε από τα λάθη του είναι ένα εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα για το μέλλον του κόμματος. Δυστυχώς κλωτσήσαμε την ευκαιρία που είχαμε το πρώτο διάστημα μετά τις εκλογές του 2019 για μια σοβαρή αυτοκριτική που θα απαντούσε όχι σε εσωκομματικές ισορροπίες αλλά στις αγωνίες και στο θυμό της κοινωνίας. Χρειάζεται ακόμη δουλειά σε αυτό.

Δείτε επίσης: ΣΥΡΙΖΑ: Το δικό του πρόγραμμα για τα εργασιακά παρουσιάζει ο Αλέξης Τσίπρας

Loading

Play