Η πρώτη τηλεοπτική συνέντευξη της Εύας Καϊλή.
Τηλεοπτική συνέντευξη έδωσε για πρώτη φορά η Εύα Καΐλή στην ισπανική εφημερίδα El Mundo. Η ευρωβουλευτής μιλά για τη στιγμή που πέρασαν χειροπέδες στον σύζυγό της Φραντσέσκο Τζιόρτζι, με την ίδια να υποθέτει ότι συνελήφθη επειδή είχε συμμετοχή σε κάποιο ατύχημα. Όταν συνελήφθη και η ίδια, τότε έχασε τη γη κάτω από τα πόδια της.
Η Εύα Καϊλή, παράλληλα, αφήνει αιχμές ότι ενδεχομένως η σύλληψη της να οφείλεται στις πρωτοβουλίες της όσον αφορά την συστήματα παρακολούθησης αφήνοντας να εννοηθεί ότι πίσω από την δίωξη της, ίσως να κρύβονται μυστικές υπηρεσίες Ευρωπαϊκών χωρών.
Η Ελληνίδα ευρωβουλευτής πέταξε «καρφιά» ότι η σύλληψή της μπορεί να οφείλεται στις πρωτοβουλίες που πήρε όσον αφορά τα συστήματα παρακολούθησης αφήνοντας να εννοηθεί ότι πίσω από τη δίωξή της μπορεί να κρύβονται μυστικές υπηρεσίες Ευρωπαϊκών χωρών.
Η ίδια αναφέρει ότι εκείνη και η νομική της ομάδα έχουν στα χέρια της ενδείξεις ότι η δίωξη της οφείλεται στις ενέργειες της ως πολιτικός και στα νομοθετήματα που αφορούν τα λογισμικά παρακολούθησης. Παράλληλα είπε πως δεν ισχύει το ότι στο σπίτι της είχε υπέρογκα ποσά, αλλά μόνο χρήματα από την αμοιβή της από το ευρωκοινοβούλιο.
«Ήμουν σε σοκ. Δεν μπορούσα να δω την δικογραφία, δεν μπορούσα να δω το μωρό μου, δεν μποροούσα να καταλάβω τι συνέβη με τον άντρα μου», περιγράφει για τη στιγμή της σύλληψής της.
«Οι ομολογίες του Παντσέρι ελήφθησαν υπό πίεση, αλλά ποτέ δεν με ανέφερε. Δεν είμαι μεταξύ των ανθρώπων που ενέπλεξε. Ποτέ δεν σκέφτηκα να κάνω χρήση της βουλευτικής μου ασυλίας» είπε μεταξύ άλλων η Ελληνίδα ευρωβουλευτής, προσθέτοντας πως «αν είχα αναφέρει σημαντικά ονόματα, θα επέστρεφα αμέσως στην κόρη μου… θα έπρεπε να πω ψέματα».
Για τη σχέση της με τον Τζόρτζι από εδώ και στο εξής, τόνισε πως ο χρόνος θα δείξει πώς θα εξελιχθεί, ενώ τον χαρακτήρισε «πολύ καλό πατέρα» για την κόρη της.
Σύμφωνα με την Corriere, η Καϊλή συνελήφθη πριν έξι μήνες στο Βέλγιο επειδή κατηγορήθηκε ότι συμμετείχε σε ένα σκάνδαλο διαφθοράς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που συνδεόταν με το Κατάρ και το Μαρόκο και του οποίου ηγείτο ο Αντόνιο Παντσέρι. «Παρά τις εξαιρετικά ασαφείς και αόριστες κατηγορίες που δεν εξηγούν ακόμη πώς, πότε και γιατί ακριβώς θα είχε λάβει τις δωροδοκίες, σε τέτοιο βαθμό που η τελική έκθεση της βελγικής αστυνομίας του Ιουλίου του 2022 αναφέρει ότι “δεν υπάρχουν στοιχεία που να λένε ότι ήταν μέρος της οργάνωσης”, πέρασε τέσσερις μήνες σε κελί και δύο σε κατ’ οίκον περιορισμό.
Συνελήφθη επειδή κατά τη διάρκεια μιας εφόδου στις 9 Δεκεμβρίου ζήτησε από τον πατέρα της να πάρει μια βαλίτσα με 700.000 ευρώ σε μετρητά μέσα, τα οποία, σύμφωνα με τους δικαστές, ήταν τα χρήματα που είχε συγκεντρώσει με τον σύζυγό της, Φραντσέσκο Τζόρτζι. Το ζευγάρι υπερασπίστηκε αμέσως τον εαυτό του, δηλώνοντας ότι τα χρήματα ανήκαν στον πρώην ευρωβουλευτή Αντόνιο Παντσέρι. Η Καϊλή αρνούνταν πάντα σθεναρά οποιαδήποτε ευθύνη. Εδώ και λίγες ημέρες είναι ελεύθερη» τονίζει η ιταλική εφημερίδα.
«Αισθάνομαι πιο δυνατή»
«Αισθάνομαι πιο δυνατή. Εκτιμώ κάθε στιγμή με το κοριτσάκι μου περισσότερο, δεν μπορώ να σταματήσω να την κοιτάζω» είπε αρχικά, ενώ σχολιάζοντας τις συνθήκες κράτησης τόνισε: «Αμέσως μετά τη σύλληψή μου, στο αστυνομικό τμήμα με έβαλαν σε απομόνωση σε ένα κελί με τα φώτα και την κάμερα παρακολούθησης πάντα αναμμένα, χωρίς τρεχούμενο νερό. Υπέφερα από το τσουχτερό κρύο γιατί μου έβγαλαν το παλτό. Ανησυχούσα για το παιδί μου, γιατί τις πρώτες μέρες δεν μου επιτρεπόταν να καλέσω δικηγόρο, ούτε την οικογένειά μου. Η φυλακή δεν αλλάζει αυτό που είμαστε. Ο Έλληνας δικηγόρος μου, Μιχάλης Δημητρακόπουλος, μου ζήτησε να μιλήσω, επειδή είχα τη σπάνια ευκαιρία να δω και να παρατηρήσω πώς αντιμετωπίζονται οι άνθρωποι στις φυλακές του Βελγίου. Αντί να κλείσουν τα σωφρονιστικά κέντρα και να μειωθεί η χρήση της προφυλάκισης, χτίζονται μεγαλύτερες φυλακές και οι παλιές φυλακές βρίσκονται σε απάνθρωπες συνθήκες και είναι υπερπλήρεις. Οι πιο ακραίες ποινές δεν οδηγούν σε δικαιότερη δικαιοσύνη».
«Νόμιζα ότι επρόκειτο για τροχαίο ατύχημα»
Για τη σύλληψη του Τζιόρτζι και τη βαλίτσα του Παντσέρι ανέφερε ότι «όταν συνελήφθη ο Φραντσέσκο και κατασχέθηκε το αυτοκίνητό του, νόμιζα ότι επρόκειτο για τροχαίο ατύχημα. Μετά μου είπαν ότι είχε συλληφθεί και ο Παντσέρι. Πανικοβλήθηκα. Ήξερα ότι στο γραφείο του, το οποίο βρίσκεται στο δωμάτιο του επάνω ορόφου, όπου δεν πηγαίνω ποτέ, υπήρχε μια βαλίτσα του Παντσέρι και βρήκα πολλά χρήματα εκεί. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι είχε συμβεί, αλλά ήθελα να πάρω αυτά τα χρήματα από το σπίτι και να τα επιστρέψω στον Παντσέρι, τον οποίο θεωρούσα ιδιοκτήτη. Δεν σκέφτηκα καθόλου να χρησιμοποιήσω την κοινοβουλευτική μου ασυλία, γεγονός που δείχνει ότι δεν είχα απολύτως καμία ιδέα για το τι πραγματικά αντιπροσώπευαν αυτά τα χρήματα».
«Γνώριζα ότι ο Παντσέρι λάμβανε δωρεές. Δεδομένης της εμπειρίας του στις εξωτερικές υποθέσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα, είχε επαφές με αρκετούς ανθρώπους από τρίτες χώρες (εκτός ΕΕ, σ.σ.) και μέσω μια ΜΚΟ προωθούσε έναν ευγενή σκοπό. Υπάρχουν τεκμηριωμένες μαρτυρίες για τις δραστηριότητές του στο Κοινοβούλιο και τους ανθρώπους που εμπλέκονταν. Δεν είμαι μεταξύ αυτών. Οι κοινοβουλευτικές επιτροπές στις οποίες συμμετέχω και το νομοθετικό μου έργο δεν έχουν καμία σχέση με τις δραστηριότητές του.
Ακόμη και οι μυστικές υπηρεσίες επιβεβαιώνουν ότι δεν είμαι μέλος καμίας εγκληματικής οργάνωσης. Κανείς δεν μπορεί να με δωροδοκήσει. Μετά από έρευνες που διήρκεσαν περισσότερο από ένα χρόνο, οι τραπεζικοί μου λογαριασμοί και οι περιουσίες μου ελέγχθηκαν και βρέθηκαν πεντακάθαρα. Δεν υπάρχουν δακτυλικά αποτυπώματα στα χαρτονομίσματα που βρέθηκαν. Με τους δικηγόρους μου θα αποδείξω την αθωότητά μου» συνέχισε η ευρωβουλευτής.
Για τη σχέση του Παντσέρι με τον Τζόρτζι, είπε μεταξύ άλλων: «Καταλαβαίνω ότι όλα φαίνονται ύποπτα τώρα, αλλά δεν ήταν τότε. Ο Παντσέρι ήταν εργοδότης του Φραντσέσκο και τον προσέλαβε όταν ήταν 20χρονος φοιτητής. Εργάστηκε γι’ αυτόν ως προσωπικός βοηθός και μεταφραστής και συνέχισε να τον βοηθάει ακόμη και μετά τη λήξη της θητείας του στο κοινοβούλιο. Ο Φραντσέσκο είχε ένα πολύ βαθύ αίσθημα ευγνωμοσύνης και ηθικής υποχρέωσης απέναντί του».
Για τον ισχυρισμό του Παντσέρι πως 250.000 ευρώ προορίζονταν για εκείνη, η κ. Καϊλή είπε:
«Νομίζω ότι η μεταμέλεια και η ομολογία του Παντσέρι ελήφθησαν υπό πίεση. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: αν πεις ονόματα, θα σου προσφέρουμε μια συμφωνία και θα απελευθερώσουμε τη γυναίκα και την κόρη σου από τη φυλακή. Αυτές οι μέθοδοι δεν αρμόζουν σε ένα κράτος δικαίου. Το ίδιο έκαναν και σε μένα.
Με το να δηλώσω ένοχη ή να πω ονόματα θα επέστρεφα κατευθείαν στην κόρη μου, αλλά επειδή θα έπρεπε να πω ψέματα, δεν σκέφτηκα καν ότι ήταν μια επιλογή για εμένα. Κατά τη διάρκεια της πρώτης ανάκρισης και πριν ομολογήσει, ο Παντσέρι ανέφερε τα ονόματα δύο ιταλόφωνων βουλευτών και όχι τα δικά μου, και δεν με ανέφερε καν στις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις. Ο πρώτος συνελήφθη, ο άλλος δεν είχε κανένα πρόβλημα, ακόμα αναρωτιέμαι γιατί. Ίσως επειδή προστατεύεται από ειδική ασυλία…».
Αναφορικά με τις συναντήσεις που είχε με τον υπουργό Εργασίας του Κατάρ, ο οποίος θεωρείται ο χρηματοδότης του σκανδάλου, η κ. Καϊλή είπε ότι «στο πλαίσιο του ρόλου μου ως αντιπροέδρου, αρμόδιας για τις σχέσεις με τις χώρες της Μέσης Ανατολής, συναντήθηκα με αρκετούς πρεσβευτές και υπουργούς και είχα προγραμματίσει επίσημες επισκέψεις σε όλες τις χώρες του Κόλπου. Ήταν μια αποστολή κοινοβουλευτικής διπλωματίας εκ μέρους της προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Ρομπέρτα Μετσόλα.
Η ΕΕ θεωρεί το Κατάρ βασικό εταίρο στην περιοχή. Είναι η μόνη χώρα του Κόλπου που καταδίκασε τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η γεωπολιτική του θέση ως εναλλακτικός εξαγωγέας υγροποιημένου φυσικού αερίου έναντι της Ρωσίας το καθιστά στρατηγικά σημαντικό για τα κράτη μέλη. Επιπλέον, η Ilo (Διεθνής Οργάνωση Εργασίας) έχει χαρακτηρίσει το Κατάρ ως ηγέτη στον αραβικό κόσμο στον τομέα των εργασιακών δικαιωμάτων και έχει αποφασίσει να ανοίξει γραφείο στη χώρα, ενώ η ΕΕ άνοιξε πρόσφατα πρεσβεία στο Κατάρ. Στο πλαίσιο αυτό συναντήθηκα δύο φορές με τον Υπουργό Εργασίας, ο οποίος, τις ίδιες ημέρες, συναντήθηκε με τους Υπουργούς Εξωτερικών και Εργασίας του Βελγίου και άλλους κοινοβουλευτικούς συναδέλφους».
Για το ενδεχόμενο επέκτασης της έρευνας, η Ελληνίδα ευρωβουλευτής είπε: «Πιστεύω ότι οι προσδοκίες που δημιούργησαν τα μέσα ενημέρωσης ήταν υψηλές και οι επιλεκτικές και παράνομες διαρροές στον Τύπο μετέτρεψαν τις παγκόσμιες τηλεοπτικές συζητήσεις σε αίθουσες δικαστηρίων. Οι δημοσιογράφοι είχαν τις πληροφορίες πριν από τους δικηγόρους μου, γεγονός που οδήγησε σε ακραίες εικασίες. Μετά από τόσους μήνες, δεν έχει βγει τίποτα καινούργιο. Το Κοινοβούλιο έχει προστατευτικές δικλείδες που κανένας λομπίστας δεν μπορεί να καταρρίψει. Ωστόσο, υπάρχει ένα ανησυχητικό πράγμα που θα ήθελα να αναφέρω.
Από τον δικαστικό φάκελο, οι δικηγόροι μου ανακάλυψαν ότι οι βελγικές μυστικές υπηρεσίες φέρονται να παρακολουθούσαν τις δραστηριότητες των μελών της ειδικής επιτροπής Pegasus (Διερεύνηση των υποκλοπών Ευρωπαίων ηγετών που έγιναν παράνομα από το Μαρόκο). Το γεγονός ότι εκλεγμένα μέλη του κοινοβουλίου κατασκοπεύονται από τις μυστικές υπηρεσίες θα πρέπει να εγείρει περισσότερες ανησυχίες για την υγεία της ευρωπαϊκής μας δημοκρατίας. Νομίζω ότι αυτό είναι το πραγματικό σκάνδαλο».
Για το γεγονός ότι όλους αυτούς τους μήνες ήταν μακριά από την κόρη της ανέφερε:
«Ήταν τρομερό. Ο χωρισμός μιας μητέρας για τέσσερις μήνες από τη δίχρονη κόρη της δεν θεωρείται μόνο μια μορφή βασανιστηρίων σε χώρες που βασίζονται στο κράτος δικαίου, αλλά αποτελεί πλήρη παραβίαση της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του παιδιού που έχει επικυρώσει το Βέλγιο. Ένα παιδί δεν πρέπει ποτέ να χωρίζεται από τους γονείς του εάν δεν υπάρχει κίνδυνος για τη σωματική ή ψυχική του ασφάλεια. Πρόκειται για περιττά βασανιστήρια, διότι η έρευνα θα μπορούσε να είχε προχωρήσει με τον ίδιο τρόπο και με εμένα σε κατ’ οίκον περιορισμό.
Τα παιδιά κάτω των τριών ετών επιτρέπεται να βρίσκονται με τις μητέρες τους, αλλά εμένα δεν μου επιτράπηκε (μπόρεσε να τη συναντήσει για πρώτη φορά μετά από ένα μήνα). Η χρησιμοποίηση της κόρης μου για να με πιέσουν ήταν μια αδίστακτη πράξη και είμαι ευγνώμων στη Διεθνή Αμνηστία Ιταλίας για την ανάδειξη του θέματος. Κατά τη διάρκεια των σπάνιων συναντήσεών μας, συνήθιζε να κλαίει γιατί δεν ήθελε να με αφήσει. Τώρα μου κρατάει το χέρι ή βάζει τα χέρια της γύρω από το λαιμό μου για να κοιμηθεί».
Για το πώς θα εξελιχθεί η σχέση της με τον Φραντσέσκο Τζόρτζι υπογράμμισε ότι «θα το μάθουμε με την πάροδο του χρόνου. Είναι πολύ καλός πατέρας για την κόρη μου».
Δείτε επίσης: Εύα Καϊλή: Οι πρώτες κοινές φωτογραφίες με την κόρη της – Όσα εξομολογείται για τη ζωή στη φυλακή