«Αυτό που συνέβη με τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού δεν είναι παρά ένα παράδειγμα του ευρύτερου μετασχηματισμού της Ελλάδας τα τελευταία πέντε χρόνια. Όταν αναλάβαμε την εξουσία τον Ιούλιο του 2019, η χώρα ήταν κατεστραμμένη από μια δεκαετή οικονομική κρίση. Είχε πληρώσει πολύ ακριβά το γεγονός ότι πίστεψε σε λαϊκιστικές φαντασιώσεις. Το 2015, παρ’ ολίγον να βρεθούμε εκτός ευρωζώνης. Η οικονομία ήταν στάσιμη. Είχαμε τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην ευρωζώνη μεταξύ 2015 και 2019. Οι νέοι Έλληνες έδειχναν την αποστροφή τους εγκαταλείποντας τη χώρα, αναζητώντας περισσότερες ευκαιρίες στο εξωτερικό» τόνισε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας στο συνέδριο Power Summit 2024 – Lights On που διοργάνωσε η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία των Εθνικών Ενώσεων των Εταιρειών Ηλεκτρικής Ενέργειας (Eurelectric), στο Λαγονήσι. Υπογράμμισε δε, ότι η ΔΕΗ έχει μεταμορφωθεί τα τελευταία χρόνια, υπό την ηγεσία του Γιώργου Στάσση και είναι μια περιφερειακή δύναμη.
«Σήμερα, η κατάσταση είναι πολύ, πολύ διαφορετική. Ο ρυθμός ανάπτυξής μας είναι διπλάσιος του μέσου όρου της ΕΕ και οι προβλέψεις σταθερά δείχνουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης για το ορατό μέλλον. Έχουμε μειώσει το δημόσιο χρέος μας περισσότερο από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα από το 2019. Ουδείς αμφισβητεί την προσήλωση της Ελλάδας στην δημοσιονομική πειθαρχία. Οι επενδύσεις, η βιομηχανική παραγωγή, οι εξαγωγές, βρίσκονται σε μεγάλη άνθηση. Οι οίκοι αξιολόγησης τοποθετούν το ελληνικό αξιόχρεο και πάλι στην επενδυτική βαθμίδα, μετά από περισσότερο από μια δεκαετία» προσέθεσε.
Επίσης ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι η Ελλάδα μπορεί να γίνει ένας σημαντικός καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας τα επόμενα χρόνια. «Αυτό συμβαίνει ήδη για κάποιες ώρες, αλλά όσο εκμεταλλευόμαστε πλήρως τις δυνατότητές μας, οι ώρες αυτές τελικά θα πολλαπλασιαστούν» σημείωσε.
«Κάνοντας ένα βήμα πέρα από τα εθνικά μας σύνορα, μπορέσαμε επίσης να επηρεάσουμε την ευρωπαϊκή ατζέντα όσον αφορά στην ενέργεια. Είναι επίσης μια απόδειξη του γεγονότος ότι η Ελλάδα δεν θεωρείται πλέον το “προβληματικό παιδί” της Ευρώπης, αλλά μια χώρα με αυτοπεποίθηση που μπορεί να υπερβαίνει το τυπικό της μέγεθος και να διαμορφώσει την πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο» συμπλήρωσε.
Ο πρωθυπουργός μιλώντας για την Πράσινη Συμφωνία είπε ότι πρέπει να συνυπάρχει με άλλα επείγοντα ζητήματα:
«Βρισκόμαστε στην πρώτη γραμμή της κλιματικής κρίσης εδώ. Στην Ελλάδα, πέρυσι, δεν βιώσαμε μόνο καύσωνες και πυρκαγιές -είμαστε συνηθισμένοι στις πυρκαγιές- αλλά για πρώτη φορά βιώσαμε σε αυτή την κλίμακα και ιδιαίτερα καταστροφικές πλημμύρες. Όλα αυτά συνέβησαν μέσα σε διάστημα λίγων μηνών.
Υπάρχει επίσης μια θεμελιώδης ασυνέχεια στο πλαίσιο της Πράσινης Συμφωνίας, μεταξύ των κονδυλίων που διατίθενται για την άμβλυνση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής -και δικαίως, δεδομένων των πολύ μεγάλων φιλοδοξιών μας να γίνουμε κλιματικά ουδέτεροι έως το 2050-, και των πόρων που έχουν δεσμευτεί για την προσαρμογή. Διότι όταν λαμβάνουν χώρα φυσικές καταστροφές, δεν μπορώ απλώς να πάω στους αγρότες και να τους μιλήσω για την προοπτική της γεωργίας ακριβείας και την αντικατάσταση των τρακτέρ τους με ηλεκτρικά τρακτέρ. Χρειάζονται στήριξη. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης θα απαιτήσει επίσης σημαντική προσαρμογή της χρηματοδότησης τα επόμενα χρόνια» είπε.
Τέλος αναφερόμενος στις επικείμενες ευρωεκλογές εξέφρασε την ελπίδα ότι οι δυνάμεις της λογικής και της μετριοπάθειας θα επικρατήσουν και πάλι.
«Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι έχουμε τους κατάλληλους συμμάχους για να προωθήσουμε λογικές αλλαγές και να περιορίσουμε την επιρροή των άκρων. Πεποίθησή μου και πεποίθηση της Ελλάδας είναι ότι χρειαζόμαστε περισσότερη Ευρώπη και όχι λιγότερη. Κάποιοι πιστεύουν ότι πρέπει να επιβραδύνουμε την ενεργειακή μετάβαση. Δεν συγκαταλέγομαι σε αυτούς. Είναι μια οικονομική, στρατηγική και γεωπολιτική επιταγή.
Πρέπει, ωστόσο, να πραγματοποιήσουμε μια συνετή μετάβαση, που να δίνει στα κράτη μέλη ίσως λίγο περισσότερο χώρο για να πειραματιστούν και να επιλέξουν την πορεία που ταιριάζει στις ιδιαίτερες συνθήκες του καθενός. Είναι σημαντικό να παραμείνουμε ευέλικτοι και πραγματιστές και όχι και πολύ δογματικοί» σημείωσε.
Ακολουθεί η ομιλία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη
«Κυρίες και κύριοι,
Καλώς ήρθατε στην Ελλάδα. Καταλαβαίνω από τους διοργανωτές ότι ποτέ δεν είχατε τόσο μεγάλο αριθμό συνέδρων στις συγκεντρώσεις σας τα τελευταία χρόνια, υποθέτω ότι πρέπει να έχει να κάνει με την τοποθεσία και τον καιρό. Αλλά αυτό το συνέδριο πραγματοποιείται εδώ όχι μόνο επειδή η Ελλάδα είναι μια όμορφη χώρα και επειδή πρόκειται για μια εξαιρετική τοποθεσία, αλλά και επειδή η ΔΕΗ έφερε αυτή την εκδήλωση στην Ελλάδα.
Θέλω καταρχάς να επισημάνω ότι η ΔΕΗ έχει υποβληθεί σε μια πραγματικά αξιοσημείωτη μεταμόρφωση τα τελευταία χρόνια, υπό την ηγεσία του Γιώργου Στάσση. Θυμάμαι όταν ξεκίνησα τη θητεία μου ως πρωθυπουργός, πριν από πέντε χρόνια, η ΔΕΗ ήταν ίσως το πιο πιεστικό πρόβλημα που αντιμετωπίζαμε τότε. Είχε οικονομικές δυσκολίες και, ίσως πρέπει να γίνω πιο ευθύς, ήταν κυριολεκτικά στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Από πλευράς οργάνωσης ήταν ληθαργική, και στρατηγικά ήταν πολύ, πολύ πίσω από την εποχή μας.
Σήμερα, όμως, η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική. Η ιστορία μετασχηματισμού της ΔΕΗ ήταν πραγματικά, πιστεύω, εντυπωσιακή. Είναι μια περιφερειακή δύναμη. Είναι ένας σοβαρός παίκτης στην ευρωπαϊκή σκηνή, όπως καταμαρτυρά ο ρόλος του Γιώργου στην EuroElectric. Το γεγονός ότι συναντιόμαστε σήμερα σε αυτή την αίθουσα, πιστεύω αποτελεί απόδειξη αυτής της αλλαγής.
Αλλά αυτό που συνέβη με τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού δεν είναι παρά ένα παράδειγμα του ευρύτερου μετασχηματισμού της Ελλάδας τα τελευταία πέντε χρόνια. Όταν αναλάβαμε την εξουσία τον Ιούλιο του 2019, η χώρα ήταν κατεστραμμένη από μια δεκαετή οικονομική κρίση. Είχε πληρώσει πολύ ακριβά το γεγονός ότι πίστεψε σε λαϊκιστικές φαντασιώσεις. Το 2015, παρ’ ολίγον να βρεθούμε εκτός ευρωζώνης. Η οικονομία ήταν στάσιμη. Είχαμε τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην ευρωζώνη μεταξύ 2015 και 2019. Οι νέοι Έλληνες έδειχναν την αποστροφή τους εγκαταλείποντας τη χώρα, αναζητώντας περισσότερες ευκαιρίες στο εξωτερικό.
Σήμερα, η κατάσταση είναι πολύ, πολύ διαφορετική. Ο ρυθμός ανάπτυξής μας είναι διπλάσιος του μέσου όρου της ΕΕ και οι προβλέψεις σταθερά δείχνουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης για το ορατό μέλλον. Έχουμε μειώσει το δημόσιο χρέος μας περισσότερο από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα από το 2019. Ουδείς αμφισβητεί την προσήλωση της Ελλάδας στην δημοσιονομική πειθαρχία. Οι επενδύσεις, η βιομηχανική παραγωγή, οι εξαγωγές, βρίσκονται σε μεγάλη άνθηση. Οι οίκοι αξιολόγησης τοποθετούν το ελληνικό αξιόχρεο και πάλι στην επενδυτική βαθμίδα, μετά από περισσότερο από μια δεκαετία.
Η υψηλή ανεργία -όταν αναλάβαμε την εξουσία ο δείκτης βρισκόταν στο 17%- έχει δώσει τη θέση της σε εταιρείες που διαμαρτύρονται ότι δεν μπορούν να καλύψουν τις θέσεις εργασίας που προκηρύσσουν. Πολλοί Έλληνες που μετανάστευσαν κατά τη διάρκεια της κρίσης επιστρέφουν και θα τιμήσουμε την εμπιστοσύνη τους στη χώρα.
Πιστεύω ότι η ενέργεια ήταν ένας από τους τομείς στους οποίους καταγράψαμε την πιο εντυπωσιακά, θα έλεγα, πρόοδο. Το 2019, μόλις λίγους μήνες μετά την ορκωμοσία μου, μίλησα στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών και τότε ανέλαβα τη δέσμευση ότι η Ελλάδα θα κλείσει όλες τις λιγνιτικές μονάδες της έως το 2028.
Τώρα, νωρίτερα απ’ ό,τι είχαμε προγραμματίσει, είμαστε πραγματικά κοντά στην επίτευξη αυτού του στόχου. Το 2023 η παραγωγή λιγνίτη βρισκόταν στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 50 ετών. Η παραγωγή έχει μειωθεί κατά 87% σε σύγκριση με το υψηλό της. Καθώς σταδιακά σταματάμε τη χρήση λιγνίτη, τη θέση του παίρνουν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Μόλις επέστρεψα από επίσκεψη, στο πλαίσιο της προεκλογικής εκστρατείας, στη Δυτική Μακεδονία, όπου γινόταν το μεγαλύτερο μέρος της εξόρυξης του λιγνίτη μας. Είναι πράγματι εντυπωσιακό να βλέπεις αδρανή την παλιά λιγνιτική μονάδα και πολλά συστήματα ηλιακής ενέργειας να καταλαμβάνουν σήμερα τον χώρο. Είναι μια πολύ καλή ένδειξη του τι συμβαίνει κατά μήκος της χώρας από το 2019.
Έχουμε πρακτικά υπερδιπλασιάσει την εγκατεστημένη ισχύ μας, όχι μόνο στην ηλιακή, αλλά και στην αιολική ενέργεια. Η Ελλάδα κατέχει πλέον ηγετική θέση παγκοσμίως όσον αφορά τη διείσδυση της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας. Είμαστε τέταρτοι στον κόσμο, αν συμπεριλάβετε τις μικρότερες χώρες που εισάγουν κυρίως ηλεκτρική ενέργεια. Δεύτεροι στον κόσμο, αν δεν τις συμπεριλάβετε, και μόνο η Δανία έχει μεγαλύτερη διείσδυση ηλεκτρικής ενέργειας από αιολική και ηλιακή ενέργεια. Αυτό είναι ένα αρκετά αξιοσημείωτο επίτευγμα και συνέβη μάλλον γρήγορα.
Αυτή η αύξηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου μετασχηματισμού του συστήματος. Το 2023 διπλασιάσαμε τις επενδύσεις στα δίκτυά μας σε σχέση με τον μέσο όρο των ετών μεταξύ 2020 και 2022, ο οποίος με τη σειρά του ήταν 50% υψηλότερος από ό,τι ήταν την περίοδο μεταξύ 2012 και 2019. Επενδύουμε στην αντλησιοταμίευση. Πραγματοποιήσαμε δύο δημοπρασίες για μπαταρίες σε κλίμακα δικτύου. Εξετάζουμε, και πάλι, και η ΔΕΗ έχει πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτό, τους υδροηλεκτρικούς μας πόρους, αναγνωρίζοντας ότι η συνετή διαχείριση του νερού μπορεί να βοηθήσει αφενός στην εξισορρόπηση του δικτύου, αλλά και στην ενίσχυση της ανθεκτικότητάς μας έναντι της κλιματικής κρίση. Εγκαθιστούμε, επιτέλους, έξυπνους μετρητές.
Όταν παρατηρώ αυτή την ενεργειακή μετάβαση, βλέπω σημαντικές ευκαιρίες. Η Ελλάδα ήταν παραδοσιακά φτωχή σε πόρους, με εξαίρεση τον λιγνίτη ήταν φτωχή σε πόρους όσον αφορά τα ορυκτά καύσιμα. Έχουμε όμως έντονη ηλιοφάνεια και ισχυρούς ανέμους. Όποιος έχει περάσει χρόνο στην Ελλάδα το γνωρίζει αυτό. Αυτοί οι πόροι μπορούν να λειτουργήσουν ως η ραχοκοκαλιά ενός εντελώς διαφορετικού ενεργειακού συστήματος.
Αυτή τη στιγμή, ο κύριος “πονοκέφαλός” μας είναι πώς θα διαχειριστούμε το εξαιρετικά μεγάλο ενδιαφέρον επιχειρήσεων για επενδύσεις στην Ελλάδα. Σε κάποιο βαθμό μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι είμαστε θύματα της επιτυχίας μας. Και δεν έχουμε ακόμη αξιοποιήσει την πιο πολλά υποσχόμενη πηγή ενέργειας που διαθέτουμε, την υπεράκτια αιολική, κυρίως στο Αιγαίο Πέλαγος, το οποίο πιθανότατα έχει τις καλύτερες δυνατότητες για υπεράκτια αιολική από οποιαδήποτε άλλη περιοχή σε ολόκληρη τη Μεσόγειο.
Βλέπουμε ότι η Ελλάδα μπορεί να γίνει ένας σημαντικός καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας τα επόμενα χρόνια. Αυτό συμβαίνει ήδη για κάποιες ώρες, αλλά όσο εκμεταλλευόμαστε πλήρως τις δυνατότητές μας, οι ώρες αυτές τελικά θα πολλαπλασιαστούν.
Κάνοντας ένα βήμα πέρα από τα εθνικά μας σύνορα, μπορέσαμε επίσης να επηρεάσουμε την ευρωπαϊκή ατζέντα όσον αφορά στην ενέργεια. Είναι επίσης μια απόδειξη του γεγονότος ότι η Ελλάδα δεν θεωρείται πλέον το “προβληματικό παιδί” της Ευρώπης, αλλά μια χώρα με αυτοπεποίθηση που μπορεί να υπερβαίνει το τυπικό της μέγεθος και να διαμορφώσει την πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο.
Παίξαμε ρόλο όσον αφορά την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης που προκάλεσε η Ρωσία μετά την εισβολή της στην Ουκρανία. Υποστήριζα την επιβολή ανώτατου ορίου στις τιμές του φυσικού αερίου για αρκετό καιρό πριν η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφασίσει να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο.
Ήμουν ο πρώτος που έθεσε τα ζητήματα των δικτύων και των διασυνδέσεων στο επίπεδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Αυτό ήταν, πιστεύω, το σημείο εκκίνησης που οδήγησε στο σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα δίκτυα. Και η πρωτοβουλία σας αυτή, Grids for Speed, συμβάλλει σημαντικά σε αυτή τη συζήτηση.
Τα δίκτυα έχουν να διαδραματίσουν κομβικό ρόλο, όχι μόνο για να διευκολύνουν την ενεργειακή μετάβαση κάθε χώρας. Στην περίπτωσή μας, για παράδειγμα, μια μεγάλη προτεραιότητα είναι να διασφαλίσουμε τη διασύνδεση των νησιών μας. Ένα μεγάλο ορόσημο τέθηκε με τη διασύνδεση της Κρήτης, που είναι το νησί καταγωγής μου, αλλά οι διασυνδέσεις εξαπλώνονται σε όλα τα σημαντικά νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου.
Ασφαλώς, η διασύνδεση και τα δίκτυα έχουν σημασία και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Γνωρίζετε καλύτερα από μένα ότι απέχουμε ακόμη πολύ από μια ενιαία αγορά στην Ευρώπη. Η έλλειψη κατάλληλων διασυνδέσεων είναι ένας λόγος. Οι χώρες στην περιφέρεια, όπως η Ελλάδα, κινούνται μερικές φορές με διαφορετικό ρυθμό από εκείνες που βρίσκονται στο κέντρο της Ευρώπης. Βλέπουμε ότι οι ισχυρές διασυνδέσεις μπορούν να μας βοηθήσουν να εξισορροπήσουμε το σύστημά μας πιο εύκολα, ειδικά αν μπορούμε να συνδυάσουμε τον ήλιο της Μεσογείου με τον άνεμο της Βόρειας Θάλασσας.
Πάντα επικαλούμαι ένα ωραίο διάγραμμα που μου έδειξε σύμβουλός μου για θέματα ενέργειας, το οποίο δείχνει πραγματικά πόση πλεονάζουσα αιολική ικανότητα έχουμε το χειμώνα στη Βόρεια Ευρώπη και πόση πλεονάζουσα ηλιακή ικανότητα έχουμε στο νότο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Αν μπορούσαμε να έχουμε κατάλληλα δίκτυα, τότε θα μπορούσαμε πραγματικά να βοηθήσουμε να μεταφερθεί η ενέργεια από εκεί που είναι φθηνότερο να παραχθεί εκεί που είναι περισσότερο αναγκαία και αυτό θα μας βοηθήσουμε να υλοποιήσουμε την ενεργειακή μετάβαση, η οποία είναι απαραίτητη για όλους μας, αλλά με χαμηλότερο κόστος. Για να το πετύχουμε αυτό, πιστεύω ότι πρέπει να σκεφτόμαστε με πανευρωπαϊκούς όρους και πέρα από τα αμιγώς εθνικά συμφέροντα.
Χρειαζόμαστε πανευρωπαϊκό σχεδιασμό και πρέπει, θεωρώ, να έχουμε στο μυαλό μας και ροές ηλεκτρικής ενέργειας σε ευρύτερο γεωγραφικό πλαίσιο, εμπλέκοντας τελικά τη Βόρεια Αφρική, ακόμη και τη Μέση Ανατολή. Εμείς, για παράδειγμα, συζητάμε την ηλεκτρική διασύνδεση με την Αίγυπτο, συνολικής ισχύος 3GW.
Βεβαίως, χρειαζόμαστε πόρους σε ολόκληρη την ήπειρο για να καταστούν δυνατές αυτές οι επενδύσεις. Θα συνεχίσω να διεκδικώ αυτούς τους πόρους. Ήμουν ένας από τους κύριους υπέρμαχους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που δημιούργησε η Ευρώπη κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν πήραμε την πολύ τολμηρή απόφαση -κόντρα σε αυτό που πολλές χώρες πίστευαν τότε ότι ήταν η κατάλληλη στρατηγική- να δανειστούμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να στηρίξουμε τόσο την πράσινη όσο και την ψηφιακή μετάβαση, αλλά και να στηρίξουμε τις θέσεις εργασίας.
Αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η Ελλάδα είναι ο υψηλότερος κατά κεφαλήν αποδέκτης κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Συνολικά 36 δισεκατομμύρια ευρώ σε επιχορηγήσεις και δάνεια θα επενδυθούν στην Ελλάδα έως το 2026.
Αλλά, βέβαια, πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη μας τη στροφή μας σε μια στρατηγική ατζέντα. Βλέπουμε ότι άλλες περιοχές, ιδίως οι ΗΠΑ και η Κίνα, έχουν τα δικά τους σχέδια για τη μετάβαση και πρέπει να ενσωματώσουμε αυτές τις πραγματικότητες.
Ειλικρινά, θα είμαι πολύ ευθύς μαζί σας, όταν βλέπω το μέγεθος των φιλοδοξιών μας όσον αφορά την ανάδειξή μας σε γεωπολιτική δύναμη, την προώθηση της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης, τη στήριξη των θέσεων εργασίας, και στη συνέχεια βλέπω τους πόρους που διαθέτουμε γι’ αυτές τις προτεραιότητες, υπάρχει σαφής αναντιστοιχία σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να αναγνωρίσουμε.
Ταυτόχρονα, πιστεύω ακράδαντα ότι δεν μπορούμε να υψώνουμε εμπόδια και να περιμένουμε από την Ευρώπη να είναι ανταγωνιστική μέσω του προστατευτισμού. Και, την ίδια ώρα, δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στην ευρωπαϊκή βιομηχανία να μαραζώσει υπό το βάρος ενός νέου ανταγωνισμού. Είναι μια ισορροπία που είναι δύσκολο να επιτευχθεί, αλλά πρέπει επίσης να είναι μια ισορροπία που πρέπει να λειτουργήσει για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και όχι μόνο για εκείνες που έχουν το δημοσιονομικό περιθώριο να ξοδεύουν με ευκολία.
Ορισμένες χώρες βρίσκονται σε ισχυρότερη δημοσιονομική θέση. Αν οι κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις κάμπτονται πολύ εύκολα, οι χώρες που έχουν ισχυρή δημοσιονομική θέση είναι εκείνες που τελικά θα διαστρεβλώσουν την ενιαία αγορά, υποστηρίζοντας τους εγχώριους πρωταθλητές τους με τρόπο που άλλες χώρες ενδεχομένως δεν μπορούν να κάνουν.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η Πράσινη Συμφωνία πρέπει να συνυπάρχει με άλλα επείγοντα ζητήματα. Βρισκόμαστε στην πρώτη γραμμή της κλιματικής κρίσης εδώ. Στην Ελλάδα, πέρυσι, δεν βιώσαμε μόνο καύσωνες και πυρκαγιές -είμαστε συνηθισμένοι στις πυρκαγιές- αλλά για πρώτη φορά βιώσαμε σε αυτή την κλίμακα και ιδιαίτερα καταστροφικές πλημμύρες. Όλα αυτά συνέβησαν μέσα σε διάστημα λίγων μηνών.
Υπάρχει επίσης μια θεμελιώδης ασυνέχεια στο πλαίσιο της Πράσινης Συμφωνίας, μεταξύ των κονδυλίων που διατίθενται για την άμβλυνση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής -και δικαίως, δεδομένων των πολύ μεγάλων φιλοδοξιών μας να γίνουμε κλιματικά ουδέτεροι έως το 2050-, και των πόρων που έχουν δεσμευτεί για την προσαρμογή. Διότι όταν λαμβάνουν χώρα φυσικές καταστροφές, δεν μπορώ απλώς να πάω στους αγρότες και να τους μιλήσω για την προοπτική της γεωργίας ακριβείας και την αντικατάσταση των τρακτέρ τους με ηλεκτρικά τρακτέρ. Χρειάζονται στήριξη. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης θα απαιτήσει επίσης σημαντική προσαρμογή της χρηματοδότησης τα επόμενα χρόνια.
Στην Ελλάδα, επίσης με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, επενδύουμε περισσότερα από 2 δισεκατομμύρια ευρώ σε βάθος 3-4 ετών για να ενισχύσουμε τις υποδομές πολιτικής προστασίας.
Όλα αυτά συμβαίνουν σε μια εποχή που, στο στρατηγικό πεδίο, η κατάσταση παραμένει επισφαλής. Γνωρίζουμε ότι πρέπει να διαθέσουμε περισσότερους πόρους για την άμυνα και -με έναν καταστροφικό πόλεμο που διαρκεί δύο και πλέον χρόνια- δεν μπορούμε να τρέφουμε αυταπάτες σχετικά με τη χρησιμότητα των έξυπνων επενδύσεων στην άμυνα.
Χρειαζόμαστε μια ευρωπαϊκή στρατηγική για τη στρατηγική αυτονομία. Αυτό το λέει μια χώρα που δαπανά συστηματικά παραπάνω από το 2% του ΑΕΠ της για την άμυνα, τη στιγμή που άλλες χώρες δαπανούσαν μόλις το 1%. Αν κάνετε τον υπολογισμό σε βάθος 30 ετών, η Ελλάδα ουδέποτε επωφελήθηκε ουσιαστικά από το «μέρισμα ειρήνης» μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Αλλά τώρα αυτό γίνεται και πάλι προτεραιότητα σε όλα τα μέτωπα.
Επιτρέψτε μου όμως, κλείνοντας, να πω ότι σε λίγες εβδομάδες από τώρα, οι Ευρωπαίοι θα προσέλθουν στις κάλπες για να εκλέξουν ένα νέο Κοινοβούλιο. Θα ήθελα να ελπίζω ότι οι δυνάμεις της λογικής και της μετριοπάθειας θα επικρατήσουν και πάλι. Βέβαια, κάνω προεκλογική εκστρατεία για τη δική μου πολιτική οικογένεια, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, το οποίο θα είναι το μεγαλύτερο κόμμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Αλλά πρέπει να διασφαλίσουμε ότι έχουμε τους κατάλληλους συμμάχους για να προωθήσουμε λογικές αλλαγές και να περιορίσουμε την επιρροή των άκρων. Πεποίθησή μου και πεποίθηση της Ελλάδας είναι ότι χρειαζόμαστε περισσότερη Ευρώπη και όχι λιγότερη. Κάποιοι πιστεύουν ότι πρέπει να επιβραδύνουμε την ενεργειακή μετάβαση. Δεν συγκαταλέγομαι σε αυτούς. Είναι μια οικονομική, στρατηγική και γεωπολιτική επιταγή.
Πρέπει, ωστόσο, να πραγματοποιήσουμε μια συνετή μετάβαση, που να δίνει στα κράτη μέλη ίσως λίγο περισσότερο χώρο για να πειραματιστούν και να επιλέξουν την πορεία που ταιριάζει στις ιδιαίτερες συνθήκες του καθενός. Είναι σημαντικό να παραμείνουμε ευέλικτοι και πραγματιστές και όχι και πολύ δογματικοί.
Αν δείτε, για παράδειγμα, τον αντίκτυπο που είχε η Πράσινη Συμφωνία στους αγρότες μας, πιστεύω ότι ίσως σφάλαμε ελαφρώς στις ισορροπίες όσον αφορά την επιβολή περιττών γραφειοκρατικών περιορισμών χωρίς να κατανοήσουμε τον αντίκτυπο που αυτοί θα είχαν στα μέσα διαβίωσης του γεωργικού μας τομέα σήμερα.
Αλλά, τελικά, αυτό που έχει σημασία δεν είναι μόνο η κλιματική ουδετερότητα. Οι Ευρωπαίοι δεν είμαστε οι μόνοι, δεν μπορούμε μόνοι μας να καθορίσουμε ποια θα είναι η τύχη των παγκόσμιων εκπομπών ρύπων. Αλλά αυτό που έχει εξίσου μεγάλη σημασία είναι η Ευρώπη να είναι ισχυρή οικονομικά και κοινωνικά δυναμική, αλλά κυρίως γεωπολιτικά σημαντική σε όλο τον κόσμο. Αυτή η Ευρώπη θα είναι σίγουρα μια πράσινη Ευρώπη, αλλά το πώς θα φτάσουμε εκεί έχει εξίσου μεγάλη σημασία.
Σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση και σας εύχομαι ό,τι καλύτερο στις εργασίες του συνεδρίου σας».