«Ο ιός μπορεί να είναι επικίνδυνος για την υγεία, τα fake news είναι τελικά πολύ πιο επικίνδυνα για τη δημοκρατία»: η φράση αυτή του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών, Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη θα μπορούσε να ήταν η φράση που συμπυκνώνει την 90λεπτη διαδικτυακή συζήτηση, με θέμα: «Είναι “εμβολιασμένη” η δημοκρατία απέναντι στην πανδημία; Από τις ψευδαισθήσεις του λαϊκισμού στα fake news του κορονοϊού».
Μια συζήτηση που συνδιοργάνωσαν η Ελληνική Προεδρία της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης και το Υπουργείο Εξωτερικών, από κοινού με το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής. Και ομιλητές, εκτός του αν. υπουργού Εξωτερικών, τον καθηγητή Δικαίου και Διοίκησης στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, Μπάμπη Ανθόπουλο, την καθηγήτρια Δημοσίου Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Πατρίνα Παπαρρηγοπούλου, με τον συνάδελφό της στη Νομική και μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου, Σπύρο Βλαχόπουλο, σε ένα ρόλο συντονιστικό περισσότερο. Ο Σπ. Βλαχόπουλος ήταν εκείνος που εισαγωγικώς έθεσε και το ζήτημα της εξεύρεσης της χρυσής τομής ανάμεσα στο δικαίωμα στην υγεία και στο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης, θέμα γύρω από την οποία περιστράφηκε η συζήτηση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αν. υπουργός Εξωτερικών, υπό την ιδιότητα και του προέδρου, την περίοδο αυτή, της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, ανακοίνωσε εκ νέου ότι θα εκδοθεί Διακήρυξη – είναι ήδη σε φάση επεξεργασίας – ως κορωνίδα της ελληνικής Προεδρίας. Μια Διακήρυξη, η οποία σχεδιάζεται να υιοθετηθεί στις 4 Νοεμβρίου στην Αθήνα, όπως είπε. Μια Διακήρυξη, οποία «θα θέτει τα διλήμματα και τους τρόπους με τους οποίους θα προστατευθούν οι δημοκρατικοί θεσμοί κατά τη διάρκεια αυτής της πανδημίας», υπογράμμισε εξάλλου. Επιπλέον, ο Μ. Βαρβιτσιώτης ανέπτυξε το τρίπτυχο:
– Να συμβουλευόμαστε πολύ περισσότερο τους ειδικούς και να μην είναι πολιτικές οι αποφάσεις αλλά υγειονομικού χαρακτήρα.
– Τα όποια μέτρα επιβάλλονται, να είναι περιορισμένου χρόνου, ειδικής στόχευσης και υπό διαρκή επαναξιολόγηση.
– Η υιοθέτησή τους να εναπόκειται στους δημοκρατικούς θεσμούς και τους νόμιμους εκπροσώπους τους, δηλαδή τα Κοινοβούλια. Πράγματα που δεν είναι παντού αυτονόητα, συνέχισε και έφερε το παράδειγμα της Τουρκίας, εκεί όπου η συντριπτική πλειοψηφία των δημάρχων που εξελέγη με το φιλοκουρδικό κόμμα, έχασε τις αρμοδιότητές του υπό το πρόσχημα του Covid-19.
Ο κορονοϊός διαδίδεται πάρα πολύ γρήγορα, αλλά πιο γρήγορα διαδίδονται τα fake news, τόνισε εμφατικά η Πατρίνα Παπαρρηγοπούλου, ενώ εξήγησε ότι η παραπληροφόρηση βλάπτει γιατί καταλύει τη σχέσης εμπιστοσύνης με την επιστήμη, τις αρχές, το κράτος, επίσης καταλύει της αλληλεγγύης μεταξύ των μελών της κοινωνίας. Αρκεί, πρόσθεσε, η χρήση απλών ισχυρισμών, φωτογραφιών και βίντεο για παραπληροφόρηση και η οποία αφορά κυρίως τη δράση των δημοσίων αρχών. Ενώ σημαντικό ρόλο παίζουν οι εσφαλμένες δηλώσεις από αναγνωρίσιμα πρόσωπα π.χ. πολιτικούς, σημείωσε επίσης η Π. Παπαρρηγοπούλου, φέρνοντας τα παραδείγματα των προέδρων της Βραζιλίας και των ΗΠΑ.
Από την πλευρά του ο Μπάμπης Ανθόπουλος ξεκίνησε τη δική του παρέμβαση από τη διαπίστωση ότι τα fake news δεν είναι κάτι νέο, ανησυχητικά καινούρια είναι η αναζήτηση του κοινού για fake news, αυτό που περιγράφηκε και ως εποχή της μετα-αλήθειας. Κάτι που συμπίπτει χρονικά, πρόσθεσε, με το ότι το βασικό όχημα διάδοσης των fake news είναι τα νέα Μέσα, – όχι τα παραδοσιακά Μέσα – δηλαδή το διαδίκτυο, οι πλατφόρμες, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τα fake news υπήρχαν και πριν την πανδημία, θύμισε, την «εποχή ανάπτυξης του νέο-λαϊκισμού», όπως ανέφερε: τα fake news στην Ευρώπη και την Αμερική, ακόμη και η ίδια η έννοια αναδύονται ταυτόχρονα με την εμφάνιση του νέου κύματος λαϊκισμού στον ευρωπαϊκό χώρο, με τα νέο-λαϊκιστικά κόμματα να χρησιμοποιούν κατά κόρον τη μέθοδο των ψευδών ή πλαστών ειδήσεων.
Έχοντας ως αφετηρία της δευτερολογίας του την πολύ υψηλή εμπιστοσύνη που οι Έλληνες επιδεικνύουν στο διαδίκτυο και τα social media δευτερευόντως, με την ταυτόχρονη χαμηλή εμπιστοσύνη προς τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, ο Μ. Βαρβιτσιώτης παρατήρησε ότι «ολόκληρο πολιτικό κίνημα, και ο ΣΥΡΙΖΑ και οι συνοδοιπόροι του σε αυτήν τη λογική μεταξύ των οποίων και αυτοί που αύριο ελπίζουμε να καταδικαστούν, (ήταν) συνοδοιπόροι στη λογική ότι τα συστημικά ΜΜΕ αντιμάχονται τα λαϊκά συμφέροντα και παρουσιάζουν ψευδείς ειδήσεις».
Συμπερασματικά, «ο ιός μπορεί να είναι επικίνδυνος για την υγεία, τα fake news είναι τελικά πολύ πιο επικίνδυνα για τη δημοκρατία», ενώ παράλληλα ο υπουργός θυμήθηκε και τη νίκη του «ΟΧΙ» στο δημοψήφισμα στην Ελλάδα, εκεί όπου «συναθροίστηκαν οι ψήφοι των ανθρώπων που ήθελαν διαφορετική συμφωνία με την Ευρώπη με αυτούς που αρνιόντουσαν την Ευρώπη πχ. το ΚΚΕ, η Χρυσή Αυγή, δυνάμεις του περιθωρίου, για να πουν ‘όχι’ στη συμφωνία Γιούνκερ, κάτι που οδήγησε στη συμφωνία Τσίπρα, με πολλαπλάσιο κόστος». Κατά συνέπεια, «τα διλήμματα που τίθενται σε δημοψηφίσματα είναι πάντοτε επικίνδυνα για τη δημοκρατίες για τον απλούστατο λόγο ότι πολλές φορές οι πολίτες αποφασίζουν για άλλα πράγματα κι όχι για αυτό που γράφεται στο χαρτί». Ωστόσο ο υπουργός έκλεισε και με ένα αισιόδοξο για την παράταξή του και όχι μόνον, πολιτικό μήνυμα: οι ευρωπαίοι πολίτες στις τελευταίες ευρωεκλογές σε ποσοστό περίπου 80% ψήφισαν τα συστημικά ευρωπαϊκά κόμματα, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, τους Σοσιαλδημοκράτες, τους Πράσινους, το κόμμα των Φιλελευθέρων, το κόμμα του Ε. Μακρόν, κόμματα που πιστεύουν στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και ενοποίηση. Ως εκ τούτου, «κερδήθηκε η μεγάλη μάχη απέναντι στις δυνάμεις του λαϊκισμού και της περιθωριοποίησης», τόνισε.