«Μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στη Θεσσαλονίκη και γενικότερα στη Βόρεια Ελλάδα και σε αυτές τις περιοχές θα δοθεί ιδιαίτερη προσοχή» σημείωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην τηλεδιάσκεψη που είχε σήμερα για την πορεία του κορονοϊού στη χώρα μας.
Τόνισε ότι βρισκόμαστε σε μία κρίσιμη καμπή στη μάχη που όλοι μαζί δίνουμε συντεταγμένα από τον Φεβρουάριο, πολιτεία και κοινωνία, ενάντια στην πανδημία του κορονοϊού. «Βλέπουμε τις τελευταίες μέρες μία σημαντική αύξηση των θετικών κρουσμάτων η οποία, όμως, διαφέρει ουσιωδώς από το πρώτο κύμα της πανδημίας και αυτό φυσικά είναι κάτι το οποίο και μας προβληματίζει και μας ανησυχεί», ανέφερε.
Παράλληλα, ο πρωθυπουργός είπε ότι η αύξηση των κρουσμάτων οφείλεται κυρίως στη χαλάρωση που σημειώθηκε απέναντι στα μέτρα συμμόρφωσης στο εσωτερικό της χώρας μας κατά το μήνα Ιούλιο. «Και σε αυτό πιστεύω ότι έχουμε όλοι μια ευθύνη για αυτό. Μόλις το 10% των κρουσμάτων είναι εισαγόμενα, τα πιο πολλά κρούσματα αυτή τη στιγμή είναι εγχώρια», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης.
«Είχαμε δηλώσει με πολύ καθαρό τρόπο στις ανακοινώσεις που έγιναν στα τέλη Απριλίου από εμένα και από τα μέλη της κυβέρνησης και από όλους τους αρμόδιους και από τον Νίκο και από τον Σωτήρη ότι το σχέδιο της επόμενης μέρας δεν είναι ένα σχέδιο εξόδου από την υγειονομική και την οικονομική κρίση, ούτε είναι ένα απλό σχέδιο επιστροφής σε κάποια κανονικότητα. Κανονικότητα όπως τη γνωρίζαμε μέχρι το Φεβρουάριο και έως ότου η επιστημονική κοινότητα ανακαλύψει το πολυπόθητο εμβόλιο, αλλά και τα απαραίτητα θεραπευτικά πρωτόκολλα, δεν υπάρχει. Για αυτό και κανένας εφησυχασμός δεν δικαιολογείται», υπογράμμισε.
Στη συνέχεια ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε ότι στη φάση που βρισκόμαστε δεν γνωρίζουμε ακόμα τη διάρκεια της πανδημίας. «Ξέρουμε ότι η επιστήμη κάνει πολύ γρήγορα βήματα προόδου, αλλά δεν γνωρίζουμε ακόμα για πόσο καιρό, για πόσους μήνες θα είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε μαζί με τον ιό», είπε.
Αναφερόμενος στα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση υπογράμμισε «είχαμε δηλώσει εξ αρχής ότι το σχέδιό μας αναπροσαρμόζεται συνέχεια με βάση τα πραγματικά δεδομένα. Κάθε μέτρο επανεκκίνησης της οικονομίας είχαμε πει τότε, ότι θα μετριέται, όπως και έγινε. Θα αξιολογείται, όπως και γίνεται διαρκώς και θα αποφασίζουμε συνεχώς αν πρέπει να επιταχύνουμε κάπου ή να επιβραδύνουμε κάπου αλλού. Και είναι κάτι το οποίο το κάνουμε. Το κάνουμε κάθε μέρα. Έχουμε επιβάλλει μόνο τον τελευταίο μήνα, ακολουθώντας πάντα τις υποδείξεις των ειδικών, τουλάχιστον 15 στοχευμένα νέα περιοριστικά μέτρα. Είναι μέτρα τα οποία απαντούν στα ευρήματα του παρατηρητηρίου και του διυπουργικού μηχανισμού παρέμβασης που έχουμε δημιουργήσει».
«Και αυτό που κάποιοι συχνά κακοπροαίρετα ονομάζουν έλλειψη σχεδίου ή κυβερνητικές παλινωδίες, είναι ακριβώς αυτή η διαρκώς ευμετάβλητη συνθήκη στην οποία καλείται να προσαρμοστεί κάθε κυβέρνηση, το τονίζω κάθε κυβέρνηση, απέναντι σε μια πανδημία που θέτει πρωτόγνωρα προβλήματα δημόσιας πολιτικής για τα οποία δεν υπάρχουν ούτε έτοιμες απαντήσεις ούτε δοκιμασμένες λύσεις», ανέφερε ο πρωθυπουργός.
Πρόσθεσε δε ότι «σε αυτή τη μεγάλη κρίση η υγεία και η οικονομία δεν είναι δύο έννοιες που η μία αντιπαλεύει την άλλη. Δεν είμαστε ή με την υγεία ή με την οικονομία. Για να έχουμε οικονομική ανάπτυξη πρέπει να έχουμε υγεία. Για να έχουμε ένα επαρκές σύστημα υγείας και ένα κοινωνικό δείκτη προστασίας πρέπει να έχουμε μία οικονομία η οποία να δίνει έσοδα να λειτουργεί προς όφελος του πολίτη και ένα κράτος το οποίο να επιτελεί το ρόλο του». «Για αυτό και θα το ξαναπώ. Η πιστή τήρηση των κανόνων γίνεται ακόμα πιο επιτακτική από εδώ και πέρα», υπογράμμισε.
«Φοράμε όλοι, όλοι μάσκα σε κλειστούς αλλά και σε ανοιχτούς χώρους όπου δεν γίνεται να τηρηθούν οι απαραίτητες αποστάσεις. Η μάσκα πρέπει να γίνει πια μόνιμος συνοδός μας, όπως είναι τα κλειδιά μας, τα γυαλιά μας, το κινητό μας. Αποφεύγουμε μαζικές συναθροίσεις και τη διασκέδαση σε χώρους έντονου συγχρωτισμού. Και βέβαια απορρίπτουμε τις θεωρίες συνομωσίας που καλούν σε απειθαρχία στα μέτρα που εισηγείται όχι η πολιτεία αλλά οι ειδικοί επιστήμονες για να προστατεύσουμε τελικά τη δημόσια υγεία όλων», τόνισε ο πρωθυπουργός.
Στη διάρκεια της σύσκεψης έγινε εκτίμηση των επιδημιολογικών δεδομένων κι επισημάνθηκε η ανάγκη αυστηροποίησης των ελέγχων. Εκεί που έχουν παρουσιαστεί κρούσματα αναφέρθηκε ότι γίνεται συστηματική ιχνηλάτηση και καταβάλλεται προσπάθεια στεγανοποίησης. Επίσης παρουσιάστηκαν στατιστικά στοιχεία από τις αφίξεις, που επιβεβαιώνουν ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται όχι στα εισαγόμενα περιστατικά αλλά στην εγχώρια μετάδοση. Μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στη Θεσσαλονίκη και γενικότερα στη Βόρεια Ελλάδα και σε αυτές τις περιοχές θα δοθεί ιδιαίτερη προσοχή»
Στη τηλεδιάσκεψη συμμετείχαν ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας, ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, ο υφυπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζαμάνης, η υφυπουργός Υγείας, αρμόδια για θέματα Ψυχικής Υγείας Ζωή Ράπτη, ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας και Διαχείρισης Κρίσεων Νίκος Χαρδαλιάς, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, αρμόδιος για το Συντονισμό του Κυβερνητικού Έργου Ακης Σκέρτσος, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, ο γενικός γραμματέας του πρωθυπουργού Γρηγόρης Δημητριάδης, ο γενικός γραμματέας Δημόσιας Υγείας Παναγιώτης Πρεζεράκος, ο γενικός γραμματέας πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας Μάριος Θεμιστοκλέους, ο γενικός γραμματέας υπηρεσιών Υγείας Ιωάννης Κωτσιόπουλος, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας για τον Covid-19, καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας, ο διευθυντής του γραφείου του πρωθυπουργού στη Βουλή Μιχάλης Μπεκίρης, ο πρόεδρος του ΕΟΔΥ Παναγιώτης Αρκουμανέας και ο καθηγητής επιστήμης των δεδομένων Κίμων Δρακόπουλος.
Διαβάστε επίσης: Στις 13:00 η ορκωμοσία των νέων μελών της κυβέρνησης