Από το βήμα της Βουλής, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Νίκος Ανδρουλάκης, παρενέβη στη συζήτηση και εξήγησε εμφατικά τους λόγους για τους οποίους το ΠΑΣΟΚ ανέλαβε τη σημαντική πρωτοβουλία με την τροπολογία για την έκτακτη εισφορά 5% στα κέρδη των τραπεζών, για τα οποία, όπως είπε, «εμπεριέχονται και τα ουρανοκατέβατα κέρδη από την επιτοκιακή διαφορά και τις υπέρογκες χρεώσεις».
Όπως τόνισε, «σκοπός μας είναι να πιέσουμε τις τράπεζες να αλλάξουν πολιτική για τις πολύ υψηλές χρεώσεις και προμήθειες στις καθημερινές συναλλαγές των πολιτών», ενώ πρόσθεσε ότι αυτή η έκτακτη εισφορά δεν έχει μόνο εισπρακτικό χαρακτήρα, αλλά «εδράζεται πρωτίστως στην ισχυρή πολιτική βούληση να μπει τέλος στις ολιγοπωλιακές πρακτικές που δυσκολεύουν την καθημερινή ζωή του ελληνικού λαού».
Ο κ. Ανδρουλάκης κάλεσε τα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης να υπερψηφίσουν, αλλά και εκείνους τους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος που, όπως ανέφερε, «κόπτονται» για τα κοινωνικά αδιέξοδα και τις αδικίες που βιώνουν οι πιο οικονομικά ευάλωτοι. Επισήμανε ότι πρέπει να λειτουργεί ο υγιής ανταγωνισμός στην τραπεζική αγορά, τις οποίες ο ελληνικός λαός στήριξε σε τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις.
Μίλησε για πληθωρισμό τραπεζικής απληστίας και για τις παράλογες επιλογές της κυβέρνησης, η οποία κατηγόρησε την αντιπολίτευση για λαϊκισμό. Απευθυνόμενος στους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, υπογράμμισε ότι «λαϊκισμός είναι όταν στο άκουσμα και μόνο της τροπολογίας του ΠΑΣΟΚ, ξαφνικά διαρρέετε παρεμβάσεις στις προμήθειες των τραπεζών».
Αναφέρθηκε επίσης στην τροπολογία που αφορά στον περιορισμό της golden visa, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση δημιούργησε έναν «μαγνήτη» για πωλήσεις ακινήτων μέσω golden visa στα μικρά νησιά. Υποστήριξε ότι τα μέτρα της κυβέρνησης είναι «μπαλώματα» και παρουσίασε τις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής για την αναστολή έκδοσης νέων αδειών golden visa και τη διασφάλιση της κοινωνικής δικαιοσύνης στην αγορά ακινήτων.
Κατέληξε καλώντας την κυβέρνηση να υιοθετήσει τις τροπολογίες του ΠΑΣΟΚ, επισημαίνοντας ότι αυτές μειώνουν την πίεση στην αγορά ακινήτων και διευκολύνουν την πρόσβαση σε φθηνή στέγη για τα νέα ζευγάρια, τους φτωχότερους συμπολίτες και τη μεσαία τάξη.