Αναλυτικά, στον χαιρετισμό του κατά την εκδήλωση για τον νέο φωτισμό του Ναού του Ποσειδώνα στο Σούνιο, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε:
«Κύριε Πρόεδρε της Βουλής, κύριοι Πρέσβεις, κυρία και κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι, αγαπητέ Βαγγέλη, με συγκίνηση και μεγάλη χαρά βρίσκομαι σήμερα ανάμεσά σας, μπροστά σε ένα από τα πιο εμβληματικά τοπόσημα της πατρίδας μας, τον Ναό του Ποσειδώνα.
Σε ένα μοναδικής ομορφιάς οικοδόμημα, το οποίο εδώ και περίπου 2.500 χρόνια παραμένει ένας διαχρονικός φάρος ιστορίας και πολιτισμού. Το Σούνιο, άλλωστε, ήταν ανέκαθεν πέρασμα από την Ασία στην Ευρώπη και μια πύλη προς την ελληνική ενδοχώρα. Στη μυθολογία εμφανίζεται ως το σημείο όπου ο Βασιλιάς Αιγέας είδε τα μαύρα πανιά στα πλοία του Θησέα και απελπισμένος έδωσε τέλος στη ζωή του, δίνοντας έτσι για πάντα το όνομά του στο πέλαγος που απλώνεται πέρα από τα βράχια του.
Στην Οδύσσεια, πάλι, το συναντάμε ως το ιερό ακρωτήριο, αλλά και ο Ηρόδοτος μας το συστήνει ως έναν ξεχωριστό τόπο γιορτής των Αθηναίων. Αυτή την ημέρα, όμως, δεν θαυμάζουμε απλά το παρελθόν αυτού του πολύτιμου θησαυρού, γιορτάζουμε και το λαμπρό του μέλλον, που επισφραγίζει μια, εδώ και 20 χρόνια, απαραίτητη ανανέωση. Ένα σύγχρονο σύστημα φωτισμού που θα του επιτρέψει κυριολεκτικά να λάμψει ακόμα περισσότερο.
Πρόκειται, όπως είπε και η κα Υπουργός, για μια παρέμβαση η οποία ήταν πια επιβεβλημένη, καθώς ο νέος φωτισμός, όπως θα δούμε σύντομα, αναβαθμίζει το μνημείο, θωρακίζοντας και την ακεραιότητά του. Γιατί, όπως εξηγήθηκε από την κα Υπουργό, αναδεικνύει αυτή τη μοναδική γεωμετρία του, τον ίδιο τον περίβολο, το βραχώδες ανάγλυφο περιβάλλον του, ενώ τα παράλληλα έργα στα σημεία εισόδου και εξόδου θα επιτρέπουν πια σε όλους την ασφαλέστερη πρόσβαση.
Στο εξής, λοιπόν, θα μπορούμε να θαυμάζουμε το μεγαλείο του χώρου από κάθε γωνιά, είτε τον αντικρίζουμε από τη θάλασσα είτε από τη στεριά. Σε ένα έργο το οποίο επιμελήθηκε η Ελευθερία Ντεκώ και η ομάδα της, με την ίδια ευαισθησία που είδαμε στην ανάλογη παρέμβαση που έκανε στον Βράχο της Ακρόπολης, ευγενική χορηγία του Ιδρύματος Ωνάση. Αλλά και με τον ίδιο σεβασμό στο περιβάλλον από τη φωτορύπανση στη διάρκεια της νύχτας.
Τολμώ να σκεφτώ ότι έτσι ο Ναός του Ποσειδώνα αποκτά πλέον την εμβέλεια την οποία θα είχαν οραματιστεί και οι πρόγονοί μας. Ταυτόχρονα, ωστόσο, και τις συνθήκες ώστε να εντάσσεται πια στη σύγχρονη ζωή, με εκδηλώσεις όπως η αποψινή, για παράδειγμα, όπου η καλλιτεχνική δημιουργία του καιρού μας θα διασταυρώνεται με το μήνυμα της κλασικής αρχαιότητας, αλλά και τη φυσική ομορφιά της περιοχής.
Γιατί το στοίχημα του πολιτισμού δεν είναι μόνο η διατήρηση της κληρονομιάς του παρελθόντος, αλλά και η συμμετοχή της στη διαμόρφωση του παρόντος και του μέλλοντος. Αυτοί οι κίονες, άλλωστε, έχουν χαρακτηριστεί «χορδές μιας αόρατης λύρας». Αυτές οι χορδές θα ηχήσουν και πάλι σήμερα, με τον μοναδικό Σταύρο Ξαρχάκο να δίνει την πιο ιδανική συνέχεια στη μελωδία της ιστορίας.
Αξίζουν, συνεπώς, πολλά συγχαρητήρια στο Υπουργείο Πολιτισμού για την αθόρυβη αλλά και αποτελεσματική δουλειά του. Στην Εφορεία Αρχαιοτήτων για την αφοσίωση και την τεχνογνωσία της. Όμως, θερμές ευχαριστίες πρέπει να αποδώσουμε σήμερα στην εταιρεία Metlen και στον Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο, τον κ. Ευάγγελο Μυτιληναίο, για τη γενναιόδωρη χορηγία σας. Είναι μια ακόμη απόδειξη ότι η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα μπορεί να λειτουργήσει παραγωγικά για το κοινό καλό.
Εύχομαι και άλλες τέτοιες πρωτοβουλίες να έχουμε σύντομα πολλές, στον πολιτισμό αλλά και σε κάθε τομέα όπου η κοινωνία μας έχει ανάγκη, όπως, για παράδειγμα, στην αναβάθμιση των σχολείων μας.
Νομίζω, μάλιστα, πως ο Ναός του Ποσειδώνα, φωτισμένος τώρα από τις ακτίνες του 21ου αιώνα, ένα δηλώνει: πως εμείς οι Έλληνες μπορούμε να πετύχουμε πολλά. Με μέτρο, με αυτοπεποίθηση, με τόλμη, μετουσιώνοντας αυτές τις κολώνες του χθες στα θεμέλια του αύριο.
Δικαιώνοντας παράλληλα και τον ποιητή William Falconer, που βρέθηκε εδώ τον 18ο αιώνα και έγραφε: «οι άνθρωποι αυτής της χώρας ήξεραν πώς να κατοικούν και να οριοθετούν τον κόσμο ενάντια στους βαρβάρους προς τιμήν των Θεών. Ήξεραν πώς να επαινούν ό,τι είναι αληθινά σπουδαίο και αναγνωρίζοντάς το να ιδρύουν έναν καλύτερο κόσμο».