Εκτενή απόφαση για τις εξελίξεις γύρω από το προσφυγικό, όπου διατυπώνονται οι θέσεις και οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, οι διαπιστώσεις του κόμματος για την κατάσταση και έντονη κριτική προς την κυβέρνηση για τον τρόπο που διαχειρίζεται την κρίση, εξέδωσε η Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ έπειτα από την πεντάωρη συνεδρίαση της.
Στην απόφαση υπογραμμίζεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμος να συμβάλει χωρίς μικροκομματικούς υπολογισμούς «σε ένα σχέδιο σοβαρό, ρεαλιστικό, βασισμένο σε ανθρωπιστικές αρχές και στην ανάγκη προστασίας της χώρας», ζητώντας από την κυβέρνηση σύγκληση του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών. Κατηγορεί, ωστόσο, την κυβέρνηση ότι «δεν έχει αφήσει περιθώρια έστω και για ελάχιστες συναινέσεις σε αυτήν τη βάση» και πως «αποτελεί στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης να καταστούν τα νησιά, μόνιμες αποθήκες ψυχών», αφού «αρνείται να προβεί σε άμεση αποσυμφόρηση των νησιών, με μεταφορά πληθυσμών στην ενδοχώρα».
Παράλληλα, τονίζει ότι οι γεωστρατηγικές επιδιώξεις της Τουρκίας «συνιστούν σοβαρή στρατηγική απειλή για τη χώρα μας» και επικρίνει την κυβέρνηση, πως ενώ αναγνωρίζει ότι η ακύρωση της Κοινής Δήλωσης από την Τουρκία αποτελεί μια «επιθετική γεωπολιτική ενέργεια που μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο στο πιο υψηλό επίπεδο, αρνείται να διεκδικήσει δυναμικά τη σύγκληση έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου». Καλεί την κυβέρνηση να το κάνει και επιπρόσθετα να απειλήσει ακόμα και με βέτο για άσκηση πίεσης της ΕΕ προς την Τουρκία (με απειλή κυρώσεων) για εκ νέου εφαρμογή της Δήλωσης και συμφωνία επί ενός νέου ευρωτουρκικού πακέτου, καθώς και άσκηση πίεσης επί της ΕΕ για ένα νέο πρόγραμμα μετεγκατάστασης προσφύγων από την Ελλάδα.
Ασκείται δε κριτική στις «κυρίαρχες δυνάμεις στην ΕΕ» που «αποφεύγουν τη δύσκολη εξίσωση των νησιών και των θαλάσσιων συνόρων», που υποστηρίζουν οικονομικά τη φιλοξενία των αιτούντων στην Ελλάδα, «χωρίς να αναλαμβάνει μέρους του βάρους φιλοξενίας ή επιστροφής τους, η υπόλοιπη Ευρώπη».
Τονίζεται στην απόφαση ότι «η φύλαξη των συνόρων είναι αυτονόητο καθήκον κάθε ελληνικής κυβέρνησης, ιδιαίτερα σε συνθήκες όπως οι σημερινές», όμως επικρίνεται έντονα η κυβέρνηση για «προπαγάνδα του πολέμου που έχει εξαπολύσει με όλα τα μέσα και έχει σχέση με τις κομματικές της επιδιώξεις και όχι με τις εθνικές ανάγκες».
Στην απόφαση σημειώνονται οι τέσσερις σταθερές στις οποίες βασίζεται η στάση του ΣΥΡΙΖΑ: «στάση σοβαρότητας και ευθύνης για την ασφάλεια της χώρας», που βασίζεται στο γεγονός ότι το προσφυγικό αποτελεί ευρωπαϊκό θέμα και μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο συλλογικά από την ΕΕ. «Στάση αρχών που επιβάλλει ο πατριωτισμός και η προάσπιση των δικαιωμάτων του ελληνικού λαού, να εδραιώνονται στον σεβασμό του διεθνούς δικαίου» και που επιβάλλει «να αντιμετωπίζονται και οι μετανάστες, και οι πρόσφυγες, στη βάση του διεθνούς δικαίου και του ανθρωπισμού». Στάση που βασίζεται στη «σταθερή επιδίωξη να ενώνουμε την ελληνική κοινωνία στη βάση της αλληλεγγύης και να απομονώνουμε στοιχεία ακροδεξιά και ρατσιστικά» και «να βρισκόμαστε απέναντι σε ενέργειες και προπαγανδιστικές λογικές της κυβέρνησης, που “κλείνουν το μάτι” και ευνοούν τέτοιου είδους διχαστικές ενέργειες».
Ακολουθεί ολόκληρη η απόφαση της ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ:
«Η Ελλάδα βρίσκεται στη δίνη γεωπολιτικών εξελίξεων που τείνουν να λάβουν διαστάσεις εθνικής κρίσης, για την οποία έχει σοβαρές ευθύνες και η ελληνική κυβέρνηση. Σε αυτές τις συνθήκες η στάση του ΣΥΡΙΖΑ βασίζεται σε τέσσερις σταθερές.
Πρώτον, μια στάση σοβαρότητας και ευθύνης για την ασφάλεια της χώρας, και όχι στην εκμετάλλευσή των εξελίξεων για κομματικά οφέλη, όπως έγινε κατά το παρελθόν και γίνεται και σήμερα από τη ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Δεύτερον, στο γεγονός ότι το προσφυγικό αποτελεί ευρωπαϊκό θέμα με σοβαρές γεωπολιτικές προεκτάσεις και άρα μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο συλλογικά από την ΕΕ, χωρίς το βάρος να πέφτει μόνο στην Ελλάδα.
Τρίτον στη στάση αρχών, που επιβάλλει ο πατριωτισμός και η προάσπιση των δικαιωμάτων του ελληνικού λαού, να εδραιώνονται στον σεβασμό του διεθνούς δικαίου. Στάση που επιβάλλει να αντιμετωπίζονται και οι μετανάστες, και οι πρόσφυγες, στη βάση του διεθνούς δικαίου και του ανθρωπισμού.
Και τέταρτον, στη σταθερή επιδίωξη να ενώνουμε την ελληνική κοινωνία στη βάση της αλληλεγγύης και να απομονώνουμε στοιχεία ακροδεξιά και ρατσιστικά, που υποκινούν το μίσος και πράξεις βίας. Ιδιαίτερα δε να βρισκόμαστε απέναντι σε ενέργειες και προπαγανδιστικές λογικές της κυβέρνησης, που “κλείνουν το μάτι” και ευνοούν τέτοιου είδους διχαστικές ενέργειες.
1. Η defacto ακύρωση της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας από την γείτονα, συνιστά εργαλειοποίηση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών με σκοπό τον εκβιασμό της ΕΕ για την εξυπηρέτηση των τουρκικών γεωπολιτικών συμφερόντων, σε συνέχεια της εισβολής της στην Συρία. Στην πράξη, αποτελεί επιθετική ενέργεια εις βάρος της Ελλάδας, μέσω της εκμετάλλευσης ευάλωτων πληθυσμών. Οι γεωστρατηγικές επιδιώξεις της Τουρκίας, που υποβλέπει τόσο την Ελλάδα, όσο και την περιοχή, συνιστούν μια σοβαρή στρατηγική απειλή για τη χώρα μας.
2. Η φύλαξη των συνόρων είναι αυτονόητο καθήκον κάθε ελληνικής κυβέρνησης, ιδιαίτερα σε συνθήκες όπως οι σημερινές. Αυτό που δεν είναι καθόλου αυτονόητο είναι η προπαγάνδα του πολέμου που έχει εξαπολύσει με όλα τα μέσα η κυβέρνηση Μητσοτάκη, και έχει σχέση με τις κομματικές της επιδιώξεις και όχι με τις εθνικές ανάγκες.
3. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τονίσει κατ’ επανάληψη ότι είναι διατεθειμένος να στηρίξει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο αντιμετώπισης αυτής της κατάστασης και γενικότερα της προσφυγικής-μεταναστευτικής κρίσης, τόσο σε σχέση με την εσωτερική τους διαχείριση στη βάση της ασφάλειας και του σεβασμού στο διεθνές δίκαιο, όσο και σε σχέση με την ευρωπαϊκή τους διάσταση.
Καλεί, μάλιστα την κυβέρνηση να συγκαλέσει Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών για το θέμα, στα πρότυπα του Συμβουλίου που συγκλήθηκε στις 4/3/2016 ενόψει του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας και της σύγκλησης Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
4. Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν έχει αφήσει περιθώρια έστω και για ελάχιστες συναινέσεις σε αυτήν τη βάση. Τα προηγούμενα χρόνια, η ΝΔ εκμεταλλεύτηκε με χυδαίο τρόπο το προσφυγικό για εκλογικά οφέλη και για συσπείρωση εθνικιστικών δυνάμεων, ενώ υποβάθμισε τη σημασία αποτελεσματικής διαχείρισής του μετά τις εκλογές. Ειδικότερα, απέφυγε να αναδείξει την τουρκική προκλητικότητα στο Αιγαίο και την κυπριακή ΑΟΖ, ελπίζοντας να εξασφαλίσει μείωση των ροών από την Τουρκία, με μόνο αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση τους.
Παράλληλα, επιβεβαίωσε επανειλημμένως τη διαχειριστική ανικανότητά της και επιδείνωσε ραγδαία την κατάσταση για τους νησιώτες και τους αιτούντες άσυλο. Σε επτά μήνες άλλαξε έξι συντονιστές, κατάργησε το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής για να το επανασυστήσει μετά από έξι μήνες, έστειλε τα ΜΑΤ και δημιούργησε κατάσταση εμφυλίου στα νησιά, ανακοίνωσε πλωτό φράχτη 3 χλμ, ενώ η Μόρια από 5.000 ανθρώπους τον Ιούλιο έχει φθάσει σήμερα να έχει 25.000. Η ανικανότητα, η ιδεοληψία, η προτεραιότητα της δήθεν εθνικοπατριωτικής και στην ουσία κομματικής προπαγάνδας έναντι των πρακτικών μέτρων, είχαν ως αποτέλεσμα μια δύσκολα διαχειρίσιμη κατάσταση, πριν και από τη σημερινή εξέλιξη.
5. Σήμερα, μπροστά στους πρωτοφανείς κινδύνους που προδιαγράφονται για τη χώρα και ειδικότερα για τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, από την defacto ακύρωση της Δήλωσης από την Τουρκία, η κυβέρνηση προβαίνει σε ενέργειες που υποβαθμίζουν τις συνθήκες διαβίωσης των αιτούντων άσυλου και των νεοεισερχομένων, ενώ υποδαυλίζει τον εθνικισμό και το αντιμεταναστευτικό κλίμα στην κοινωνία. Αυτοδικία, πράξεις βίας εναντίον όχι μόνο προσφύγων, αλλά και δημοσιογράφων, και μελών ΜΚΟ, εκθέτουν τη χώρα στο εξωτερικό και δημιουργούν μια επικίνδυνα φορτισμένη κατάσταση στο εσωτερικό. Η ασφάλεια και η τάξη που υποσχέθηκε ο κύριος Μητσοτάκης προεκλογικά έχουν δώσει τη θέση τους στη γενικευμένη ανασφάλεια, στις συγκρούσεις, στις πράξεις βίας, και στις απειλές βίας, που ζούμε σήμερα. Εικόνα απαράδεκτη για δημοκρατική χώρα.
Στο πλαίσιο αυτό:
– Αποτελεί στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης να καταστούν τα νησιά, μόνιμες αποθήκες ψυχών. Η κυβέρνηση αρνείται να προβεί σε άμεση αποσυμφόρηση των νησιών, με μεταφορά πληθυσμών στην ενδοχώρα, εν μέρει για να μην έρθει αντιμέτωπη με τους περιφερειάρχες και τους δημάρχους της ΝΔ ανά την επικράτεια. Οδηγεί με αυτόν τον τρόπο τους αιτούντες σε περαιτέρω εξαθλίωση και τα νησιά σε κοινωνική έκρηξη, με εικόνες ντροπής.
– Αντί να επιταχύνει τις διαδικασίες ασύλου όπως διατυμπάνιζε, θεσμοθετεί την αναστολή του δικαιώματος υποβολής αιτήματος ασύλου για ένα μήνα, παραβιάζοντας κατάφωρα το διεθνές δίκαιο και ειδικά την Συνθήκη της Γενεύης και τις σχετικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Προβαίνει, μάλιστα, σε αυτές τις ενέργειες, χωρίς να έχει εξασφαλίσει ουδεμία προοπτική για την μετεγκατάσταση ή επιστροφή των νεοεισερχομένων. Αποτέλεσμα αυτού του μέτρου είναι ο εγκλωβισμός και άλλων νεοεισερχομένων στην Ελλάδα και μάλιστα χωρίς δικαιώματα.
– Μέσω κυβερνητικών διαρροών και δημόσιων δηλώσεων βουλευτών της ΝΔ, δημιουργούν θετικό κλίμα για την εφαρμογή απόλυτα καταδικαστέων πρακτικών διαχείρισης των ροών, όπως ο εκφοβισμός και η επαναπροώθηση προσφύγων/μεταναστών στη θάλασσα με κίνδυνο τη ζωή τους (push-backs), η μεταφορά τους σε ξερονήσια και ο εγκλεισμός τους με κεντρικό επιχείρημα τον κίνδυνο μετάδοσης του κορονοϊού.
– Η κυβέρνηση επιμένει -μεταξύ άλλων χρησιμοποιώντας ακραία καταστολή και ενεργοποίηση των ΜΑΤ- στην κατασκευή αποκλειστικά κλειστών κέντρων-φυλακών στα νησιά, εν τέλει για όλους, σε αντίθεση με τις δηλώσεις Μητσοτάκη και τις επίσημες θέσεις της ΝΔ, κατά τη διάρκεια της προσφυγικής κρίσης του 2015-2016.
– Παράλληλα, ενώ ασκεί μια πολιτική φύλαξης των χερσαίων συνόρων, στη βάση της πολιτικής που άσκησε χωρίς τυμπανοκρουσίες επί 4,5 χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ στον Έβρο, επιχειρεί να αξιοποιήσει αυτήν την πολιτική για επικοινωνιακά οφέλη, εμφανίζει μια ψευδή εικόνα πολέμου στα σύνορα, και υποδαυλίζει εθνικιστικά ένστικτα, για να αποστρέψει την προσοχή από την καταστροφική αποτυχία της πολιτικής της και τις τραγικές εξελίξεις στα νησιά και στα θαλάσσια σύνορα.
– Η κυβέρνηση ενώ αναγνωρίζει ότι η ακύρωση της Δήλωσης από την Τουρκία αποτελεί μια επιθετική γεωπολιτική ενέργεια που μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο στο πιο υψηλό επίπεδο, αρνείται να διεκδικήσει δυναμικά τη σύγκληση έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ειδικότερα, αρνείται να διεκδικήσει δυναμικά και με την απειλή βέτο σε ευρωπαϊκές αποφάσεις:
Α) την άσκηση πίεσης από την ΕΕ προς την Τουρκία (με απειλή κυρώσεων) για εκ νέου εφαρμογή της Δήλωσης και συμφωνία επί ενός νέου ευρωτουρκικού πακέτου,
Β) την άσκηση πίεσης επί της ΕΕ για ένα νέο πρόγραμμα μετεγκατάστασης προσφύγων από την Ελλάδα.
Αντ’ αυτού, αρκείται στη σύγκληση Συμβουλίων Υπουργών Εξωτερικών Υποθέσεων και Εσωτερικών, γνωρίζοντας ότι οδηγούν σε καθαρά τεχνοκρατικά μέτρα.
Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση αρκείται -όπως φάνηκε και από την χθεσινή συνέντευξη τύπου της ευρωπαϊκής ηγεσίας στον Έβρο- από τη μια στην επικοινωνία που συσκοτίζει, αντί να φωτίζει τα προβλήματα, και από την άλλη σε γενικόλογα μηνύματα συμπαράστασης της Ελλάδας στην προσπάθειά της να προστατεύσει τα σύνορα της, αλλά και στην αποστολή κάποιας, θετικής, περαιτέρω βοήθειας σε επίπεδο κονδυλίων και στελεχών FRONTEX.
Με αυτόν τον τρόπο, οι κυρίαρχες δυνάμεις στην ΕΕ διατυμπανίζουν ότι στηρίζουν την Ελλάδα, επειδή στηρίζουν την αυτονόητη πολιτική αυστηρού ελέγχου των χερσαίων συνόρων, και την ίδια στιγμή αποφεύγουν τη δύσκολη εξίσωση των νησιών και των θαλάσσιων συνόρων.
Παράλληλα, τονίζουν ότι στηρίζουν την Ελλάδα, επειδή υποστηρίζουν οικονομικά την φιλοξενία των αιτούντων στην χώρα μας. Στηρίζουν δηλαδή την παραμονή των αιτούντων στην Ελλάδα, χωρίς να αναλαμβάνει μέρος του βάρους φιλοξενίας ή επιστροφής τους, η υπόλοιπη Ευρώπη.
6. Στη δύσκολη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, ο ΣΥΡΙΖΑ αναλαμβάνει τις ευθύνες που του αναλογούν και προτείνει:
Α) Η ελληνική κυβέρνηση να πιέσει δυναμικά και στο πιο υψηλό επίπεδο για άμεση σύγκληση έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Στο πλαίσιο αυτό, οφείλει με την απειλή βέτο σε ευρωπαϊκές αποφάσεις:
-να πιέσει την ΕΕ ώστε να αναλάβει άμεσα τις ευθύνες της, αποφασίζοντας κυρώσεις στην Τουρκία αν δεν επανέλθει άμεσα στην εφαρμογή της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας,
-να αναλάβει την ευθύνη για την επεξεργασία ενός εναλλακτικού αποτελεσματικού σχεδίου αντιμετώπισης της πιθανότητας ακύρωσης της Κοινής Δήλωσης, βασισμένο στις αρχές της αλληλεγγύης και του διαμοιρασμού της ευθύνης.
-να εκπονήσει πρόγραμμα μετεγκατάστασης προσφύγων από την Ελλάδα στην ΕΕ,
-να εκπονήσει πρόγραμμα επανεγκατάστασης προσφύγων από την Τουρκία στην ΕΕ και καταβολή κονδυλίων για τη φιλοξενία προσφύγων
– να υπάρξει αναθεώρηση του Δουβλίνου σε δίκαιη κατεύθυνση και κυρώσεις στις χώρες που δεν συμμορφώνονται στην αρχή της αλληλεγγύης
Β) Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει άμεσα να εγκαταλείψει την επικοινωνιακή διαχείριση του ζητήματος, τις ιδεοληπτικές εμμονές, τους μικροκομματικούς υπολογισμούς και τον αυταρχισμό και, αντ’ αυτών να εκπονήσει και να εφαρμόσει ένα αξιόπιστο εθνικό σχέδιο που, μεταξύ άλλων, θα περιλαμβάνει:
-Ακύρωση της ΠΝΠ, των επιτάξεων και του σχεδιασμού για δημιουργία κλειστών κέντρων -φυλακών στα νησιά.
-Ακύρωση της ΠΝΠ για την αναστολή δικαιώματος υποβολής αιτήματος ασύλου για νεοεισερχόμενους, με περαιτέρω ενίσχυση των υπηρεσιών ασύλου και επιτροπών προσφυγών.
-‘Αμεση αποσυμφόρηση των νησιών με μεταφορά των ευάλωτων ομάδων στην ενδοχώρα -διαδικασία στην οποία μπορεί να συμβάλει ενεργά και ο ΣΥΡΙΖΑ.
-Ενίσχυση όλων των δημόσιων δομών που εμπλέκονται στη διαχείριση του προσφυγικού με τα απαραίτητα μέσα και προσωπικό.
-Αποτελεσματική φύλαξη των συνόρων με τήρηση των δεσμεύσεων της χώρας όπως απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο και ειδικότερα το Δίκαιο της Θάλασσας.
Σε ένα σχέδιο σοβαρό, ρεαλιστικό, βασισμένο σε ανθρωπιστικές αρχές και στην ανάγκη προστασίας της χώρας, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι έτοιμος να συμβάλει χωρίς μικροκομματικούς υπολογισμούς».