«Από τα 50 δισ. ευρώ που μοιράζει η κυβέρνηση πολύ λίγα φτάνουν στους ευάλωτους, τα περισσότερα καταλήγουν στις τσέπες οικονομικώς ισχυρών», υπογραμμίζει, σε συνέντευξή της στην politic.gr, η Ραλλία Χρηστίδου. Σχολιάζοντας το «market pass», η βουλεύτρια του Νότιου Τομέα Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία χαρακτηρίζει εξευτελιστική την επιδότηση των 0,70 ευρώ την ημέρα, δηλαδή 22 ευρώ το μήνα, ενώ υπενθυμίζει πως επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, «όταν δίνονταν στους πολίτες πολύ μεγαλύτερα επιδόματα κι εν μέσω μνημονίων», ο Κυριάκος Μητσοτάκης τα χλεύαζε.
Συνέντευξη στον Γιάννη Συμεωνίδη
Όσον αφορά το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, η κυρία Χρηστίδου τονίζει πως ναι μεν η Δικαιοσύνη πρέπει να είναι ανεξάρτητη, αλλά αυτό δεν συνεπάγεται πως οι αποφάσεις και οι ενέργειές της είναι υπεράνω κριτικής: «Είναι τόσο τεράστιο το σκάνδαλο των υποκλοπών, που τελικώς θα είναι αδύνατον να μείνει κρυφό». Σε σχέση με την κατάρτιση των ψηφοδελτίων των βουλευτικών εκλογών κι ενδεχόμενη καθυστέρηση στην ανακοίνωσή τους από το ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, σημειώνει πως κανένα κόμμα δεν έχει ακόμα παρουσιάσει τα ψηφοδέλτιά του, θεωρώντας απολύτως εύλογο κάτι τέτοιο, καθώς αυτό που απασχολεί και το δικό της κόμμα είναι η επεξεργασία θέσεων και προτάσεων και η επικοινωνία τους προς τους πολίτες.
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη της Ραλλίας Χρηστίδου:
-Η κυβέρνηση σας κατηγορεί για ελιτισμό, με αφορμή τα σχόλια του κόμματός σας (και) για το «market pass». Θεωρείτε λίγα τα πάνω από 50 δισ. ευρώ που ισχυρίζεται πως έχει δώσει στους πολίτες τα τελευταία τριάμισι χρόνια;
Οι ισχυρισμοί ότι η Ν.Δ. έχει δώσει 50 δισ. ευρώ στους πολίτες είναι πραγματικά προκλητικοί. Τα όποια χρήματα έδωσε προέρχονται από δυο πηγές. Η πρώτη πηγή ήταν το δημοσιονομικό μαξιλάρι, το αποθεματικό που άφησε στα δημόσια ταμεία ο ΣΥΡΙΖΑ, το 2019, σε αντίθεση με τα άδεια ταμεία που παρέλαβε από την κυβέρνηση Σαμαρά το 2015. Εμείς σε συνθήκες πρωτόγνωρες, με εκβιασμούς από τους ξένους, με μνημόνια και βέβαια με μεγάλες θυσίες των πολιτών βγάλαμε τελικά τη χώρα από την επιτροπεία και δημιουργήσαμε αποθεματικό 30 δισ. ευρώ που καρπώθηκε η επόμενη κυβέρνηση. Η δεύτερη πηγή χρηματοδότησης των οικονομικών παροχών της κυβέρνησης δεν είναι άλλη από την ακρίβεια που αδειάζει τις τσέπες. Μόνο για το 2022, η κυβέρνηση συγκέντρωσε επιπλέον 5,2 δισ., από τον ΦΠΑ σε σχέση με το 2021. Το ίδιο περίπου υπολογίζεται και για το 2023. Δεν το λέει μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, το παραδέχεται η κυβέρνηση και πανηγυρίζει. Παραβλέποντας, όμως, πως η αυξημένη συγκέντρωση ΦΠΑ οφείλεται στον υψηλότατο πληθωρισμό που έχει εκτινάξει τις τιμές, άρα και τη φορολογία στην αγορά αγαθών. Επί εννέα μήνες η Ελλάδα είχε πολύ υψηλότερο πληθωρισμό από τον μέσο ευρωπαϊκό.
Τον Νοέμβριο ο πληθωρισμός ανήλθε στο 8,5% σε σχέση με τον περσινό Νοέμβρη που ήταν ήδη στο 4,8%. Δηλαδή στις ήδη αυξημένες περσινές τιμές είχαμε νέες μεγάλες αυξήσεις. Έτσι συγκεντρώνει έσοδα η Ν.Δ. ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ εδώ και μήνες, από την αρχή της οικονομικής κρίσης λόγω του πολέμου, της ζητά μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα στο 6% καθώς και μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα. Η κυβέρνηση αρνείται τις προτάσεις μας και συνεχίζει να συγκεντρώνει χρήματα από το ΦΠΑ, ισχυριζόμενη ότι η μείωσή του θα ευνοήσει τις αγορές των Καγιέν και του χαβιαριού. Τουλάχιστον μήπως ο κ. Μητσοτάκης πράγματι δίνει αυτά τα χρήματα σε πολίτες που δοκιμάζονται από την κρίση; Η απάντηση είναι όχι. Ένα συντριπτικό ποσοστό από αυτά τα 50 δισ. καταλήγει στις τσέπες των καρτέλ ενέργειας ως επιδότηση με αποτέλεσμα οι ισολογισμοί τους να παρουσιάζουν υπερκέρδη. Από τον Ιούλιο του 2021 έως τον Ιούνιο του 2022 αυτά τα επιπλέον κέρδη σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά ήταν 2,2 δισ. ευρώ, με στοιχεία της ΡΑΕ και του ΑΔΜΗΕ. Τα υπερκέρδη αυτά, ενώ η κοινωνία τόσο δυσκολεύεται, θα μπορούσαν να φρεναριστούν, αν η κυβέρνηση έβαζε ένα σοβαρό πλαφόν στις τιμές χονδρικής, αλλά και λιανικής στην αγορά ενέργειας. Οι τιμές στο ελληνικό ρεύμα είναι κατά 61% αυξημένες σε σύγκριση με τις αντίστοιχες περσινές, ενώ κατά μέσο όρο, στις χώρες της Ευρωζώνης, η αύξηση ήταν μόλις 39% σε σχέση με πέρσι. Παράλληλα, έχουμε το πιο ακριβό κόστος ανά λίτρο στα καύσιμα σε όλη την ΕΕ σε σχέση με το εισόδημα. Δεν το λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, το λέει η Εurostat.
Η πολιτική της Ν.Δ., εκτός των άλλων, προκαλεί έλλειμμα ανταγωνιστικότητας στις ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς αυξάνονται δυσανάλογα τα έξοδά τους σε όλη την αλυσίδα παραγωγής σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Πιεζόμενη από τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ η κυβέρνηση έθεσε τον Ιούλιο όριο τιμής στους ηλεκτροπαραγωγούς, αλλά ήταν ένα όριο εξωφρενικά υψηλό. Θα σας αναφέρω ένα σχηματικό παράδειγμα: κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας 35, οι εταιρείες χρεώνουν 80, επιστρέφουν λόγω του κυβερνητικού πλαφόν 15, οπότε τους μένουν υπερκέρδη τα 30, δηλαδή 80-35-15=30. Δεν φορολογεί τα υπερκέρδη η κυβέρνηση. Τα νομιμοποιεί, τα πληρώνει, και τα παρουσιάζει σαν ενίσχυση των πολιτών στους λογαριασμούς ενέργειάς τους.
Συνοψίζοντας, γιατί μπορώ να αναφέρω πολλά παραδείγματα και έξω από το χώρο της ενέργειας, από τα 50 δισ. που μοιράζει η κυβέρνηση πολύ λίγα φτάνουν στους ευάλωτους, τα περισσότερα καταλήγουν στις τσέπες οικονομικά ισχυρών. Θέλω, όμως, να αναφέρω και δυο σημεία για το market pass. Πρώτα πρώτα είναι ένα εξευτελιστικό ποσό, πρόκειται για επιδότηση 0.70 ευρώ την ημέρα, για 22 ευρώ το μήνα, γι’ αυτό το ποσό σηκώθηκαν οι βουλευτές της Ν.Δ. τις προάλλες όρθιοι στη Βουλή και χειροκροτούσαν τον αρχηγό τους. Το δεύτερο που θέλω να θυμίσω είναι ότι επί ΣΥΡΙΖΑ, όταν δίνονταν στους πολίτες πολύ μεγαλύτερα επιδόματα, εν μέσω μνημονίων, ο κ. Μητσοτάκης τα χλεύαζε και οι υπουργοί του τα απαξίωναν όπως π.χ. ο κ. Οικονόμου που επί λέξει έλεγε το 2018 ότι «η χώρα δεν μπορεί να ζει με επιδόματα και ελεημοσύνες, δεν μπορείς να περιμένεις από έναν πολιτικάντη όταν πλησιάζουν οι εκλογές να σου δώσει ένα ευρώ ενώ σου έχει πάρει δέκα».
Τότε τα επιδόματα ήταν κακά, όσοι τα έπαιρναν ήταν τεμπέληδες, μας έλεγε η προσφάτως συλληφθείσα κυρία Καϊλή, τώρα όμως είναι καλά, αποτελούν μια επιλέξιμη δράση.
–Έχετε εμπιστοσύνη πως η ελληνική Δικαιοσύνη θα φτάσει στην εξιχνίαση της υπόθεσης των παρακολουθήσεων;
Είναι γεγονός ότι πολλοί συμπολίτες μας έχουν αναφωνήσει τις τελευταίες ημέρες «φέρτε μας τον Βέλγο εισαγγελέα». Προσωπικά πιστεύω ότι υπάρχουν πολλοί άξιοι εισαγγελείς και στη χώρα μας. Όμως στην περίπτωση των υποκλοπών οι έρευνες γίνονται με πολύ αργούς ρυθμούς και με λανθασμένους, επιτρέψτε μου να πω, χειρισμούς. Δεν είναι δυνατόν να ζητούνται από την ΕΥΠ στοιχεία για τις παρακολουθήσεις, όταν η ΕΥΠ είναι ο κύριος ύποπτος γι’ αυτές. Είναι δυνατόν να ζητάς από ενδεχόμενο ένοχο τα στοιχεία που θα τεκμηριώνουν την ενοχή του; Τα εν λόγω στοιχεία μπορεί η Δικαιοσύνη να τα πάρει από τους παρόχους τηλεπικοινωνιών, από τις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας. Γιατί δεν το κάνουν; Αλλά και οι έρευνες στις εμπλεκόμενες εταιρείες, μήνες μετά το ξεσκέπασμα του σκανδάλου, μόνο ως επικοινωνιακό τρικ μπορούν να ερμηνευτούν, αφού έπρεπε να έχουν γίνει πολύ νωρίτερα, πριν καταστραφούν πολύτιμα στοιχεία.
Διάβασα, επίσης, δημοσιογραφικό ρεπορτάζ ότι εισαγγελέας που ασχολείται με το θέμα των υποκλοπών ισχυρίστηκε σε μάρτυρα ότι δεν είχε διαβάσει δημοσίευμα εφημερίδας που αναφερόταν με λεπτομέρειες και με στοιχεία που δεν έχουν διαψευστεί από κανέναν περί παρακολούθησης του υπουργού Εργασίας, κ. Χατζηδάκη, επί έναν ολόκληρο χρόνο από την ΕΥΠ. Μιλώ για δημοσίευμα που έκανε θόρυβο και αναπαράχθηκε από πλήθος άλλα Μέσα. Αν αληθεύει το γεγονός, και δεν είδα πουθενά να διαψεύδεται, ότι εισαγγελέας που δουλεύει στη συγκεκριμένη υπόθεση αγνοεί κάτι που οι πάντες συζητούν, εμένα τουλάχιστον μου προξενεί εντύπωση. Όπως μου προξενούν εντύπωση και οι πρόσφατες δηλώσεις του κ. Ντογιάκου ότι πρέπει οι εφορίες να ελέγξουν δημοσιογράφους και δημοσιογραφικά μέσα. Δεν είναι δουλειά του να κάνει τέτοιες υποδείξεις, διότι έτσι υπονομεύουμε τη διάκριση των εξουσιών, μία από τις βασικές αρχές της αστικής δημοκρατίας.
Δεν θέλω να παρερμηνευτούν όσα λέω. Η Δικαιοσύνη πρέπει να είναι ανεξάρτητη, αυτό όμως δεν συνεπάγεται ότι οι αποφάσεις και οι ενέργειές της είναι υπεράνω κριτικής. Στο διά ταύτα, νομίζω ότι είναι τόσο τεράστιο το σκάνδαλο των υποκλοπών, που τελικά θα είναι αδύνατον να μείνει κρυφό.
–Με τις εκλογές προ των πυλών, δεν θα έπρεπε ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ να είχε ήδη παρουσιάσει τα νέα του πρόσωπα στα ψηφοδέλτια, την ομάδα δίπλα στον Αλέξη Τσίπρα με την οποία θέλετε να κυβερνήσετε την επόμενη ημέρα; Πόσο δυσχεραίνουν αυτήν την προσπάθεια οι εσωκομματικές ισορροπίες;
Κανένα κόμμα δεν έχει ακόμα παρουσιάσει τα ψηφοδέλτιά του, όχι συγκεκριμένα μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ. Και είναι απολύτως εύλογο κάτι τέτοιο, καθώς αυτό που απασχολεί και το δικό μας κόμμα και τα υπόλοιπα είναι η επεξεργασία θέσεων και προτάσεων και η επικοινωνία των προτάσεων αυτών προς τους πολίτες. Αυτά είναι τώρα τα επείγοντα.
Η ομάδα που θα αναλάβει την διακυβέρνηση την επόμενη ημέρα, θα επιλεγεί από τον πρωθυπουργό της δεύτερης φοράς Αριστερά, όπως προβλέπει το Σύνταγμα.
Όσο για τα πρόσωπα στα ψηφοδέλτια, και αυτά θα ανακοινωθούν στην ώρα τους, γνωρίζετε ότι εδώ και πολλούς μήνες έχουν πολλαπλασιαστεί τα μέλη στις τοπικές μας οργανώσεις, ότι οι γραμμές μας έχουν πυκνώσει με πολλούς νέους συντρόφους και συντρόφισσες, υπάρχει, συνεπώς, πληθώρα ανθρώπων που είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν.
Σε τελευταία ανάλυση, όμως, και τα άτομα των ψηφοδελτίων και τα αυριανά κυβερνητικά στελέχη δεν θα καλεστούν να υπηρετήσουν προσωπικές στρατηγικές, αλλά συλλογικά επεξεργασμένα σχέδια που αποβλέπουν σε αυτό που το προεκλογικό μας σύνθημα εύστοχα, νομίζω, συμπυκνώνει: «Δικαιοσύνη παντού». Αυτό πρέπει να πετύχουμε, αυτό θέλουμε να είναι η υπογραφή στα νομοσχέδια που θα καταθέτουμε αύριο ως κυβέρνηση.
Δείτε επίσης: Όλα δείχνουν εκλογές στις 26 Μαρτίου