Οι μεταρρυθμίσεις στο χώρο της δικαιοσύνης είναι το αντικείμενο άρθρου του υπουργού Επικρατείας, Άκη Σκέρτσου, στην εφημερίδα «Η Καθημερινή».
Άρθρο το οποίο ξεκινά από «κάτι που δεν είναι τόσο γνωστό», όπως σημειώνει ο υπουργός, ότι «ήδη από την προηγούμενη κυβερνητική θητεία η Ελλάδα σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδίασε και υλοποιεί το μεγαλύτερο και σημαντικότερο ιστορικά -σε εύρος και βάθος- σχέδιο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων για την βελτίωση του κράτους δικαίου και της απονομής δικαιοσύνης στη χώρα μας».
Ειδικότερα, «ο συνολικός προϋπολογισμός του ανέρχεται σε 493 εκατ. ευρώ με έργα ψηφιοποίησης διαδικασιών και αρχείων, νέων δικαστικών κτιρίων, καλύτερης στελέχωσης και κατάρτισης δικαστικών λειτουργών και δικαστικών βοηθών, και συνολικά 9 μεταρρυθμίσεις με 21 μεταρρυθμιστικά ορόσημα, εκ των οποίων 11 έχουν ήδη ολοκληρωθεί».
Κατά συνέπεια, υπογραμμίζει, η κριτική η οποία ασκείται «από κάποια fora, όπως η εγχώρια και ευρωπαϊκή αντιπολίτευση του ευρωκοινοβουλίου, γίνεται με καθαρά πολιτικές σκοπιμότητες και αγνοεί ή αδιαφορεί για το βασικότερο: ότι η χώρα μας έχει ήδη αναλάβει την “ιδιοκτησία” της δικαστικής μεταρρύθμισης σε στενή συνεργασία με την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση από την οποία και αξιολογείται διαρκώς».
Πάντως, «για να είμαστε καθαροί, οι αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στη δικαιοσύνη ισοδυναμούν με de facto αρνησιδικία. Το γεγονός ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να κατατάσσεται στην 146η θέση διεθνώς στον δείκτη για την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης διότι μια υπόθεση απαιτεί σχεδόν τριπλάσιο χρόνο για να τελεσιδικήσει στην Ελλάδα συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη, αποτελεί μια επίδοση δικαιοπολιτικά απαράδεκτη για κάθε σύγχρονη φιλελεύθερη δημοκρατία. Δεν μας τιμά ως χώρα», ξεκαθαρίζει ο ‘Α. Σκέρτσος και προσθέτει:
«Πρέπει όλοι να αναρωτηθούμε: πώς γίνεται η Ελλάδα να έχει πολλούς περισσότερους δικαστές -περίπου 37 ανά 100.000 κατοίκους- από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι σχεδόν 18; Να υπάρχουν 217 δικαστικοί σχηματισμοί για την ποινική και πολιτική δικαιοσύνη σε όλη την επικράτεια και να δαπανάμε περισσότερα χρήματα στη Δικαιοσύνη, αναλογικά ως μερίδιο του ΑΕΠ, συγκριτικά με άλλες χώρες της Ε.Ε.; Και ταυτόχρονα η έκδοση αποφάσεων να καθυστερεί τόσο πολύ;».
Η απάντηση, σύμφωνα με την προσέγγισή του, είναι «τόσο προφανής όσο και για οποιαδήποτε άλλη δυσλειτουργία της δημόσιας διοίκησης στη χώρα μας. Ανθρώπινοι πόροι και δομές δεν εντάσσονταν έως σήμερα σε έναν ενιαίο και σύγχρονο δικαστικό χάρτη, με ψηφιακή παρακολούθηση εισερχομένων και εξερχόμενων υποθέσεων, αξιολόγηση του χρόνου έκδοσης κάθε απόφασης ανάλογα με τη βαρύτητά της, δίκαιη κατανομή της δικαστικής ύλης σε όλους τους δικαστές».
Γι’ αυτό και, συμπεραίνει, «μια από τις εμβληματικότερες μεταρρυθμίσεις του σχεδίου μας, είναι ο νέος δικαστικός χάρτης για την πολιτική και ποινική δικαιοσύνη που σχεδιάζεται με διεθνή τεχνική βοήθεια εδώ και 18 μήνες και βρίσκεται από την Πέμπτη σε δημόσια διαβούλευση στο Opengov.gr.». Πρακτικά, «προχωράμε σε ενοποίηση των δυο πρώτων βαθμών απονομής Δικαιοσύνης -ειρηνοδικείων και πρωτοδικείων. Στο εξής σε κάθε περιφερειακή ενότητα, σε κάθε νομό δηλαδή, θα υπάρχει μόνο ένα Κεντρικό Πρωτοδικείο. Μια μεταρρύθμιση που συζητείται από την εποχή του Ελευθέριου Βενιζέλου εδώ και 114 χρόνια».
Ενώ ένα άλλο επιχείρημα που καταθέτει, είναι ότι ότι «μέχρι σήμερα, οι 962 ειρηνοδίκες εκδίκαζαν μόλις το 20% των αστικών υποθέσεων και το υπόλοιπο 80% μαζί με τις ποινικές υποθέσεις σε πρώτο βαθμό, το επιφορτίζονταν οι 1.200 πρωτοδίκες. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν σήμερα δικαστικοί σχηματισμοί στη χώρα μας που υποαπασχολούν δικαστές και υπαλλήλους και χειρίζονται 30 έως 40 υποθέσεις το χρόνο όταν η μέση ετήσια παραγωγικότητα ενός πρωτόδικη είναι 300 υποθέσεις». Με την ενοποίηση, όμως, θα δημιουργηθεί μεγαλύτερη “δεξαμενή” δικαστών και θα είναι πλέον 2.100 οι δικαστικοί λειτουργοί που θα δικάζουν το σύνολο των υποθέσεων πρώτου βαθμού (αστικές και ποινικές)».
Στο χωροταξικό σκέλος της υπόθεσης, «η μείωση του αριθμού των δικαστικών σχηματισμών από 217 σε 111 γίνεται με αντικειμενικούς κανόνες χωροταξίας και με απόλυτο σεβασμό στις συνταγματικές επιταγές. Κάθε περιφερειακή ενότητα θα έχει στην πρωτεύουσά της ένα δικαστήριο πρώτου βαθμού, το Πρωτοδικείο, με την αρμοδιότητα του να περιορίζεται στα όρια του νομού. Παύει δηλαδή το φαινόμενο ορισμένοι νομοί της χώρας να έχουν περισσότερα του ενός πρωτοδικεία τα οποία είχαν ιδρυθεί κάποια στιγμή με εξωδικαστικά κριτήρια, με τοπικές και πολιτικές πιέσεις. Για εθνικούς λόγους πάντως λαμβάνεται ειδική μέριμνα στα σύνορα και στα νησιά (Έβρος, Δωδεκάνησα, Κυκλάδες)».
Υπολογίζεται από τους τεχνικούς συμβούλους ότι «χάρη στο νέο δικαστικό χάρτη και μόνο από αυτή την παρέμβαση θα μειωθεί ο συνολικός χρόνος εκδίκασης σε όλους τους βαθμούς κατά 30%, δηλαδή κατά 450 ημέρες. Ενώ στόχος μας είναι σωρευτικά μαζί με τις υπόλοιπες μεταρρυθμίσεις να συγκλίνουμε έως το 2027 στον ευρωπαϊκό μέσο όρο των 640 ημερών», επισημαίνει ο υπουργός Επικρατείας, το άρθρο του οποίου καταλήγει ως εξής: «Αξίζει να σημειωθεί ότι ο νέος δικαστικός Χάρτης εκπονήθηκε μετά από εξαντλητικό διάλογο με όλους τους εμπλεκόμενους (δικαστές, δικηγόρους, δικαστικούς υπαλλήλους και τοπικούς φορείς). Κατά τη συζήτηση που ανοίγει πλέον με τη δημόσια διαβούλευση, θα αποδειχθεί και στην πράξη -από τη στήριξη που θα λάβει- αν είναι ειλικρινής ή όχι και η αγωνία όσων ανησυχούν για τη λειτουργία των θεσμών και του κράτους δικαίου στη χώρα μας. Ιδού η “Ρόδος” ιδού και ο χάρτης!».
ΑΠΕ-ΜΠΕ