Στο ΣΥΡΙΖΑ, όπως πληροφορείται το Politic, βλέπουν εκλογές μέσα στους επόμενους 12 μήνες, αλλά διαφωνούν στο πότε.
Του Γιάννη Συμεωνίδη
Υπάρχουν εκείνοι οι οποίοι εκτιμούν πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα τις ανακοινώσει τέλη Αυγούστου για να τις πραγματοποιήσει μέσα στο Σεπτέμβριο.
Σε αυτό το πλαίσιο θεωρούν πως εντάχθηκε και η πρωθυπουργική δέσμευση στη Βουλή να δοθούν μέσα στο έτος κι εφάπαξ τα αναδρομικά σε όλους τους συνταξιούχους, έστω και «κουρεμένα».
Υπάρχουν, όμως, κι εκείνοι στην αξιωματική αντιπολίτευση που πιστεύουν ότι τέσσερις παράγοντες θα καθυστερήσουν τις κάλπες, αν και δεν θα τις αποτρέψουν πάντως, προσδιορίζοντάς τις για την άνοιξη του 2021, εν μέσω και των εορτών για τα 200 χρόνια από την Εθνική Παλιγγενεσία και πριν υπογραφεί νέο μνημόνιο.
Πρώτος και σημαντικότερος είναι, βεβαίως, ο φόβος νέου κύματος του κορονοΐού.
Ο δεύτερος σχετίζεται με την εκτίμηση πως η τουρκική προκλητικότητα δεν θα υποχωρήσει πριν, το νωρίτερο, τις εκλογές στις ΗΠΑ στις αρχές Νοεμβρίου κι αυτό γιατί ο Ταγίπ Ερντογάν δεν πιστεύει ότι θα πετύχει καλύτερο για τα συμφέροντά του πρόεδρο από τον Ντόναλντ Τραμπ.
Αν, μάλιστα, επανεκλεγεί ο κ. Τραμπ, τότε η ελληνοτουρκική κρίση ενδεχεται να παραταθεί στο χρόνο.
Ο τρίτος παράγοντας είναι το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που πρέπει να καταθέσει η κυβέρνηση μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου για να λάβει πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης και τον κοινοτικό προϋπολογισμό του 2021- 2027.
Αυτή η ευρωπαϊκή υποχρέωση, που είναι σημαντικότατη για να μπει σε τροχιά ανάκαμψης η οικονομία, εμποδίζει τον εκλογικό σχεδιασμό Μητσοτάκη.
Ο τέταρτος παράγοντας είναι η δυσκολία του πρωθυπουργού να πείσει το εκλογικό σώμα πως δεν πηγαίνει σε εκλογές, οι οποίες πιθανότατα θα είναι διπλές λόγω απλής αναλογικής, για να αξιοποιήσει το δημοσκοπικό του προβάδισμα, αλλά γιατί υπάρχει αναγκαιότητα για κάτι τέτοιο εν μέσω τόσων κρίσεων.
Γιατί δεν υπόγραψε ο Τσακαλώτος
Σε σχέση με το ζήτημα που έχει προκύψει στο ΣΥΡΙΖΑ από τη μη υπογραφή του Ευκλείδη Τσακαλώτου στην τροπολογία του κόμματος για την προστασία της πρώτης κατοικίας, αυτή οφείλεται στο ότι ο τομεάρχης Οικονομικών θα προτιμούσε να είναι πιο εμπεριστατωμένη και να είχε τη μορφή πρότασης νόμου.